Ενα άμεσο πλαίσιο ριζοσπαστικών αλλαγών στην παιδεία θα κρίνει πολλά, των Χριστιάννας Αμωράτη και Χρήστου Χατζηχρήστου

Μερικές πρώτες διορθωτικές εξαγγελίες της νέας ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας ήταν αρκετές για να έρθουν ανάσες και ανακούφιση στα σχολεία, για να δούμε μετά από πολύ – πολύ καιρό νεανικά χαμόγελα. Η κατάργηση της «τράπεζας θεμάτων», σαν προμήνυμα της άρσης όλου του ασφυκτικού πλαισίου των νόμων Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου προκάλεσε θερμά σχόλια για τη νέα κυβέρνηση και για τον ΣΥΡΙΖΑ

στους μαθητές του Λυκείου. Ακούσαμε «απροσδόκητες» πολιτικές συζητήσεις και θετικές τοποθετήσεις από ευρύ φάσμα νέων, στους οποίους συγκαταλέγονται ακόμα και παιδιά, που δηλώνουν υποστηρικτές της «χρυσής αυγής».

Από αυτή την άποψη, έχει καίρια πολιτική σημασία η άμεση και ανυποχώρητη υλοποίηση αυτών των εξαγγελιών. Οποιαδήποτε υπαναχώρηση στις πιέσεις του κυκλώματος εκδοτών – φροντιστηριαρχών – «επαγγελματικών» ενώσεων, που λυμαίνεται εδώ και δεκαετίες τον εκπαιδευτικό χώρο και που επιβάλλει τις ρυθμίσεις στην διδακτέα ύλη, στο εξεταστικό σύστημα κλπ, θα είναι μια πρώτη ήττα για τη νέα κυβέρνηση. Θα σπείρει επιφυλάξεις και απογοήτευση, δίνοντας έδαφος στις καταστροφικές αντιλήψεις του αδύνατου οποιωνδήποτε αλλαγών και του «όλοι το ίδιο είναι». Αντιλήψεις, που ισοδυναμούν με εθελοδουλεία, παθητικοποίηση και ενίσχυση του νεοναζισμού.

Πέρα όμως από αυτή την άμεση πολιτική σημασία και την επίδραση στο κλίμα των πρώτων ημερών, οι διορθωτικές εξαγγελίες του Υπουργείου (ειδικά η επαναπρόσληψη των απολυμένων συναδέλφων και η ανακούφιση των παιδιών και των οικογενειών τους από την μέγγενη των πρόωρων Πανελλαδικών) έχουν τεράστια σημασία για τις ζωές των ανθρώπων σε συνθήκες μνημονιακής κρίσης. Όσοι μεμψιμοιρούν και γεροντοκορίζουν, ας μπουν στην καθημερινότητα των πολιτών, των οποίων τα «ταξικά συμφέροντα» υποτίθεται ότι εκφράζουν και ας προτάξουν επιτέλους έναν θετικό λόγο για το τι περαιτέρω πρέπει να γίνει και πώς.

Καμιά αμφιβολία, πως αν δούμε τα πράγματα από μια ευρύτερη προς το μέλλον σκοπιά, θα εκτιμήσουμε ότι οι διορθωτικές εξαγγελίες του Υπουργείου είναι απλά ασπιρίνες (που σαφώς έχουν την συμβολική και πρακτική τους σημασία). Η διάλυση της 2βάθμιας και 3βάθμιας Εκπαίδευσης, που σηματοδοτήθηκε με τα μνημόνια, έχει ως ζωτικά στοιχεία τις απολύσεις, την αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων, το κλείσιμο εκπαιδευτικών μονάδων, την σκλήρυνση του εξεταστικού, αλλά δεν εξαντλείται σε αυτά. Είναι τομή μέσα στη συνέχεια της μεγάλης κρίσης και απαξίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος, που προηγήθηκε της περιόδου των μνημονίων (και προπαγανδίζεται ως «απάντηση» σε αυτή την κρίση από τα κανάλια και τα κόμματα των γνωστών μεγαλοεργολάβων, τραπεζιτών και λοιπών εταίρων).

Παραπέρα όμως: Η «κρίση Παιδείας» στην ελληνική κοινωνία δεν ταυτίζεται με την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος. Είναι πολύ ευρύτερη. Σχετίζεται με την ανταγωνιστική εξατομίκευση και ταυτόχρονα την διάλυση του ατόμου στην απρόσωπη μάζα του καναπέ και της κατανάλωσης, την απώλεια της αξιοπρέπειας, τον πόλεμο με τον διπλανό και τη δουλικότητα στον από πάνω, την αποδόμηση του Λόγου, της κριτικής και λογικής σκέψης, την απενεργοποίηση της ουσιαστικής πληροφόρησης μέσα από τον βομβαρδισμό πληροφορίας, την ανάδειξη άγριων ενστίκτων με τη δράση του ενιαίου μαφιόζικου κυκλώματος τζόγου – «αθλητισμού» - «πολιτιστικών» σκουπιδιών. Η κυριαρχία όλων αυτών δεν επιβλήθηκε μόνο με την προπαγάνδα. Αλλά και με την πρακτική οργάνωση και αναπαραγωγή των όρων ζωής των νέων κυρίως ανθρώπων, με τη χρήση των εξελίξεων στις νέες τεχνολογίες.

Τι κάναμε εμείς στο ίδιο αυτό διάστημα;

Σε αρκετά σχολεία και γειτονιές έγιναν προσπάθειες να οργανωθεί μια «άλλη πραγματικότητα» μέσα και έξω από τις τάξεις, να δραστηριοποιηθούν τα παιδιά, αλλά και οι γονείς, σε ένα διαφορετικό μορφωτικό – αξιακό πλαίσιο, να απλωθούν στοιχεία πολιτισμού και αλληλεγγύης. Αυτές οι δράσεις δεν αναδείχτηκαν, δεν δικτυώθηκαν, παρέμειναν μεμονωμένες.

Η συνδικαλιστική μας δράση εκδηλώθηκε σε αμυντικές κινήσεις, κυρίως στο μισθολογικό (πριν τα μνημόνια) και (ειδικά τα δυο τελευταία χρόνια) στην αξιολόγηση. Δεν υποβαθμίζουμε την αξία αυτής της δράσης: Σήμερα, ο εκπαιδευτικός του Δημόσιου εξακολουθεί να έχει ένα κομμάτι ψωμί πάνω στο τραπέζι (πού φτάσαμε για να το θεωρούμε «επιτυχία»!). Επίσης, η απόκρουση της γενικευμένης αξιολόγησης απέτρεψε το νομικό πλαίσιο, που θα στήριζε μαζικές απολύσεις στα σχολεία (όπως έγινε στα Πανεπιστήμια και στον ιδιωτικό τομέα). Από πολιτική μάλιστα άποψη, πήρε χαρακτήρα οργανωμένης στάσης απέναντι στο κράτος των μνημονίων. Τα παραπάνω όμως δεν μπορούν να αποκρύψουν τη σχετική φτώχεια και ανεπάρκεια του συνδικαλιστικού πλαισίου και στις θέσεις και στις μορφές δικτυώσεων και δράσης. Οι ευθύνες βέβαια δεν μπορούν να αναζητηθούν στις συνδικαλιστικές προεκτάσεις των κομμάτων του συστήματος, αλλά στην Αριστερά.

Μια σοβαρή παρενέργεια της έλλειψης δικών της εναλλακτικών θέσεων είναι ότι σε συνθήκες σύγκρουσης με την μνημονιακή διάλυση του δημόσιου Σχολείου, η εκπαιδευτική Αριστερά εμφανίστηκε να υπερασπίζεται αναχρονιστικές δομές και στρατηγικές επιλογές του καταρρέοντος συστήματος, με τις οποίες η ίδια από χρόνια θα έπρεπε να τα βάλει. Για παράδειγμα:

- Ο άμεσος ταξικός διαφορισμός, η ταξική γκετοποίηση των σχολικών μονάδων, δεν συγκρούεται κατ’ ανάγκη με τα άτεγκτα, υποχρεωτικά για όλους αναλυτικά προγράμματα διδακτέας ύλης. Ο Αρβανιτόπουλος απέδειξε πώς πολύ άνετα το ένα ενισχύει το άλλο.

- Η αντίθεση στα συστήματα μαθητείας – κλειστής ταξικής εκπαιδευσιμότητας δεν μπορεί να γίνει με την εμμονή σε μια αποστεωμένη, θεωρητικίζουσα «Γενική Παιδεία», ιδεολογικό γνώρισμα του δομημένου στο παραγωγικό «τίποτα» καπιταλισμού της «αρπαχτής», χρόνιας παθογένειας του εγχώριου καπιταλισμού, που γιγαντώθηκε στα χρόνια της χρηματιστηριακής κυριαρχίας και του πασοκικού «εκσυγχρονισμού».

Σήμερα, η εξαγγελία της κατάργησης των μνημονιακών νόμων για την Παιδεία, θέτει επί τάπητος το ερώτημα: Με ποιο πλαίσιο θα τους αντικαταστήσουμε; Εδώ απογυμνώνονται τόσο η ιδιόμορφη «κινηματική» απολιτικότητα της δια πάσαν χρήσιν απεργίας διαρκείας, όσο και η κενή περιεχομένου συνθηματολογία της «γεροντοκορίστικης συνέπειας». Εδώ είμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε: Τι θέλουμε τώρα και πώς θα το επιβάλουμε απέναντι στον εσμό συμφερόντων, που κρατά την πραγματική εξουσία και πνίγει την κοινωνία, τον Πολιτισμό, την Παιδεία, την δημιουργική Εργασία, το παρόν και το μέλλον της νέας γενιάς;

Οι απώλειές μας είναι αδύνατο να αποκατασταθούν βαθμιαία με την επάνοδο σε πρότερες καταστάσεις. Οι απαντήσεις μας πρέπει να είναι ξεκάθαρα διαφορισμένες από το παρελθόν, που προκάλεσε την κρίση. Πρέπει να πατάν στέρεα στο σήμερα, να προωθούν συγκεκριμένες λύσεις, δίνοντας σαφές στίγμα ενός συνολικού, συγκροτημένου σχεδίου, που αφορά όλους μας και φτιάχνεται από εμάς, ανοίγοντας εδώ και τώρα το δρόμο για ένα διαφορετικό αύριο. Αυτός είναι ένας στρατηγικός όρος, όχι μόνο στο χώρο της Παιδείας, αλλά και γενικότερα, για τη συγκρότηση των κοινωνικών μετώπων που θα επιβάλουν τις επιλογές μας στον σκληρό πόλεμο, που είναι σίγουρο ότι θα ακολουθήσει. Ο χώρος όμως της Παιδείας είναι από πολλές απόψεις προνομιακός για τη δρομολόγηση ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, που θα κερδίσουν τη νεολαία και τους πολίτες και θα δείχνουν ότι για να καρποφορήσουν και να εδραιωθούν χρειάζονται αντίστοιχες βαθιές αλλαγές στο οικονομικό – κοινωνικό – πολιτικό πεδίο.

Θα επανέλθουμε με συγκεκριμένες σκέψεις και πλαίσιο προβληματισμών για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το πραγματικά Νέο Σχολείο, που χρειαζόμαστε.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΝΑ ΑΜΩΡΑΤΗ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

Tags: εκπαίδευσηΧριστιάννα ΑμωράτηΧρήστος Χατζηχρήστος
Keywords
Τυχαία Θέματα