Νίκος Κοεμτζής: Ζωή, σαν μακρύ ζεϊμπέκικο

Η φιγούρα του Νίκου Κοεμτζή παραμένει δυσδιάκριτη ανάμεσα στον μύθο, τον αστικό θρύλο, την πραγματικότητα και την Τέχνη.

Η ζωή του, από την γέννηση του μέχρι τον θάνατό του θα μπορούσε πολύ εύκολα να είναι βγαλμένη από κάποιο μυθιστόρημα ή ταινία.

Η δύσκολη παιδική ζωή και οι αριστερές καταβολές

Ο Νίκος Κοεμτζής, γεννημένος στις 17 Ιανουαρίου του 1938 στο στο Αιγίνιο Πιερίας γαλουχήθηκε από μικρή ηλικία στις κακουχίες, στην ανέχεια και στο ημι-περιθώριο.

Ο πατέρας του, αντιστασιακός στις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ συλλαμβάνεται

και ξυλοκοπείται μέχρι λιποθυμίας το 1945· το μίσος για οποιονδήποτε φορούσε στολή και ασκούσε εξουσία γεννιέται και γιγαντώνεται στο μυαλό του Νίκου.

Στα επόμενα χρόνια, ακόμη και μετά την αποφυλάκιση του πατέρα, η οικογένεια περιφέρεται από χωριό σε χωριό, ζώντας με πενιχρά μέσα, ενώ ακόμη και ένα πιάτο φαγητό δεν θεωρείται δεδομένο.

Ο Νίκος τα «σπάει» με την οικογένεια του με την φράση του πατέρα να τον στοιχειώνει: «Όπου και να πας ο φάκελος θα σε ακολουθεί».

Στην Αθήνα το «βάπτισμα πυρός»

Μετά από περιπέτειες, φθάνει στην Αθήνα το 1958, όπου και πιάνει δουλειά ως εργάτης. Ο εργοδότης του τον κρατάει απλήρωτο και εκείνος τον μηνύει. Η υπόθεση «σέρνεται» και ο Κοεμτζής παίρνει την κατάσταση στα χέρια του· σπάει στο ξύλο και κλέβει το αφεντικό του.

Φυσικά, οι αρχές τον πιάνουν και, με την διαπίστωση πως πρόκειται για γιο αντάρτη, δέχεται και την αντίστοιχη μεταχείριση...

Από τότε, συνεχίζει να είναι ο «συνήθης ύποπτος» με την αστυνομία να τον καλεί συνεχώς στο τμήμα για να απολογηθεί πολλές φορές άνευ λόγου και αιτίας, με το ξύλο να γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας...
«Δεν θα γίνω ρουφιάνος στην αστυνομία»

Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο ίδιος τόσο σε καταθέσεις όσο και σε συνεντεύξεις πολλά χρόνια αργότερα, επί δικτατορίας η ασφάλεια του πρότεινε να γίνει πληροφοριοδότης.

«Αφού είσαι καμένο χαρτί γιατί δεν έρχεσαι να δουλέψεις για εμάς. Θα μας λες όσα ξέρεις ή ακούς και εμείς θα σε προσέχουμε. Θα έχεις και τα τυχερά σου»!

Αρνούμενος σθεναρά στην πρόταση, ξυλοφορτώθηκε με ακόμη μεγαλύτερη μανία από τους αστυνομικούς...

Ο άγραφος νόμος της νύχτας

Το ζεϊμπέκικο θεωρείται παραδοσιακά ένας «βαρύς», έντονος και παραδοσιακός χορός, ενώ έλκει τις ρίζες του, σύμφωνα με αρκετούς μουσικολόγους, από πολεμικούς χωρούς Ελλήνων της Μικράς Ασίας κατά την αρχαιότητα.

Είναι «τίτλος τιμής» και ένα είδος κατάθεσης του χορευτή, όταν σηκώνεται και ζητά να χορέψει και στους άγραφους κώδικες της νύχτας και των παλιών μαγαζιών, όλοι όφειλαν να παραμερίσουν.

Άλλωστε, πολλοί καυγάδες διαχρονικά έγιναν για ένα ζεϊμπέκικο και μάλλον δύσκολα μπορεί κάποιος να αναφέρει καυγά για ένα... καλαματιανό λόγου χάρη.

«Παραγγελιά ρε»

Ο Νίκος Κοεμτζής το μοιραίο βράδυ της 25ης Φεβρουαρίου 1973 ήταν στο νυχτερινό κέντρο «Νεράιδα».

Είχε προηγηθεί και ένας καυγάς με την ερωτική σύντροφό του και ο Νίκος ζητά από τον Δήμο, τον μικρό του αδελφό, να χορέψει ένα ζεϊμπέκικο «για την πάρτη του».

Ο μικρός πηγαίνει στην ορχήστρα και ζητά τις «Βεργούλες» του Βαμβακάρη και αρχίζει να χορεύει, όμως η πίστα δεν αδειάζει εντελώς...

Σύμφωνα πάντα με τον Νίκο, οι τρεις θαμώνες, αστυνομικοί, τον είχαν αναγνωρίσει και άρχισαν να επιτίθενται στον Δήμο:

« Τι είπες ρε Κοεμτζάκι; Θες και ειδική παραγγελιά; Ετοιμάσου και εσύ και μάγκας ο αδερφός σου να φάτε την ξεφτίλα της ζωής σας», αποκάλυψε ο Νίκος, μετά από πολλά χρόνια σε τηλεοπτική συνέντευξη.

Ο Νίκος, θολωμένος από οργή και πνιγμένος από την αδικία χρόνων, γραπώνει τον αγαπημένο του σουγιά και φωνάζει «παραγγελιά ρε» και ορμάει προς την πίστα. Οι αστυνομικοί Δημήτριος Πεγιάς και Εμμανουήλ Χριστοδουλάκης κείτονται νεκροί, μαζί με τον φανοποιό Ιωάννη Κούρτη, που ήταν και αυτός στην παρέα.

Η καταδίκη

Λίγες μέρες μετά, συλλαμβάεται στη Δάφνη ενώ σχεδίαζε την φυγή του στο εξωτερικό. Ο αστυνομικός Κίμων Σωτηρόπουλος τον πυροβολεί στο πόδι καθώς ο Κοεμτζής τους απειλούσε πως αν δεν τον σκοτώσουν, θα τους επιτεθεί αυτός.

Η δίκη του κράτησε προσηλωμένη την κοινή γνώμη της χώρας, καθώς το κουβάρι της ζωής του ξετυλιγόταν στις δικαστικές αίθουσες και στα ρεπορτάζ των εφημερίδων.

Ενώ καταδικάζεται σε εκτέλεση, με την κατάργηση της θανατικής ποινής (η δίκη του ολοκληρώθηκε λίγο πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου) η ποινή μετατρέπεται σε ισόβια και ζει στη φυλακή μέχρι το 1996 όταν και αποφυλακίζεται.

Ο θάνατος στο Μοναστηράκι

Για τα επόμενα χρόνια, βιοπορίζεται πουλώντας το βιβλίο της αυτοβιογραφίας του σε διάφορα σημεία της Αθήνας, με το αγαπημένο του να είναι το Μοναστηράκι.

Στις 23 Σεπτέμβρη 2011, στο γνωστό του «στασίδι» παθαίνει ανακοπή. Το ΕΚΑΒ καταφθάνει, οι γιατροί παλεύουν επί 45 λεπτά να τον κρατήσουν στη ζωή αλλά ο Νίκος αφήνει την τελευταία του πνοή στην Πολυκλινική.

Ο μύθος στην Τέχνη

Όπως σημειώθηκε αρχικά, η ζωή του Κοεμτζή είναι σαν βγαλμένη από ταινία· αντιθέτως, όμως ήταν μια πραγματική, ανθρώπινη και απόλυτα δραματική ιστορία, η οποία τροφοδότησε θρύλους και αφηγήσεις, που με την σειρά τους μπήκαν στα «καλούπια» της Τέχνης.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος, στον δίσκο «Ρεζέρβα» (1979) συμπεριλαμβάνει και το υπέροχο τραγούδι «Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο».

Βίντεο από την ταινία «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσιου, με τη σκηνή της δολοφονίας των τριών θαμώνων της «Νεράιδας» από τον Νίκο Κοεμτζή.

Δημήτρης Χρονόπουλος

Νίκος ΚοετζήςΔιονύσης Σαββόπουλοςαστυνομία
Keywords
Τυχαία Θέματα