Βλαπτική Μεταβολή

Αρθρογράφος: Τάνια Ζωγράφου

Άνοιξε την πόρτα του μικρού διαμερίσματος και μπήκε σέρνοντας τα πόδια της. Έφτασε μέχρι την κουζινούλα, ρίχτηκε πάνω σε μια καρέκλα και άφησε τα κλειδιά στο τραπεζάκι. Ξανάφερε μπροστά της το χαρτί που κρατούσε στα χέρια και διάβασε για πολλοστή φορά:

Τρίτη, 04 Ιουλίου 2017. Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, Απόφαση(677/2017):

«Μόνη όμως η καθυστέρηση καταβολής του μισθού δεν συνιστά βλαπτική, υπό την εκτεθείσα έννοια, μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας... Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 349, 648, 652 παρ. 1, 656 του Αστικού Κώδικα, αλλά

και των νόμων 2112/1920 και 3198/1955 προκύπτει ότι η μονομερής από τον εργοδότη και δυσμενής για το μισθωτό μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας δεν συνεπάγεται χωρίς άλλο τη λύση της, εκτός αν γίνεται δολίως και δη για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του».

Το χαρτί το είχαν τυπώσει οι συνάδελφοί της, χίλιες τετρακόσιες ψυχές, απλήρωτες για δεκαπέντε συνεχείς μήνες, στις επιχειρήσεις Καρυπίδη.

Το κεφάλι της γύριζε. Άρθρα, νούμερα, παράγραφοι. «Ανώτατο», «Βλαπτική μεταβολή των όρων», «Εκτεθείσα έννοια», «δολίως», της φάνταζαν κινέζικα. Μια απλή πωλήτρια ήταν άλλωστε. Και αυτό πάλι; Η αναφορά σε νόμους του 1920 και του 1955, τι σχέση είχε με αυτήν; Μόλις 42 χρονών ήταν. Το 1975 γεννημένη. Η ζωή της μπορεί να ορίζεται από νόμο 97 χρόνων; 97 χρόνια, κανείς κυβερνήτης, δεν ένοιωσε την ανάγκη να τον αλλάξει;

Σελίδες ολόκληρες η Απόφαση. 3848 λέξεις επιστημοσύνης και σοβαροφάνειας, για τη ζωή μιας κοπέλας, ενός αγοριού, ενός πατέρα, μιας μάνας. Μη μας ενοχλείτε, μην αναστατώνετε την τρυφηλή ζωή μας. Δε μας αφορά πώς θα τα βγάλετε πέρα, ήταν το μήνυμα. Πραγματικά «Τυφλή τα τ' ώτα τον τε νουν τα τ' όμματ' ει» σαν τον Τειρεσία, η δικαιοσύνη με πλασματικό το Δ, κεφαλαίο. Και κυρίως στο νου, τυφλή, στοχοπροσηλωμένη στο δίκιο του ισχυρού.

Δεν είναι βλαπτική η μη καταβολή μισθού. Για το αφεντικό σίγουρα. Μα για το μεροκαματιάρη; Δεκαπέντε μήνες απλήρωτη, σκέφτηκε. Πώς να ζήσεις; Πώς να τον σηκώσεις αυτό τον Σταυρό; Και να χρωστάς παντού, σε όποιον μιλάς, σε όποιον κοιτάς. Δεν αντέχεται! Καθημερινό καρδιοχτύπι μη και σε προσβάλει δημόσια κάποιος που του χρωστάς. Και οι τύψεις, πως χρωστάς σε κάποιον που είναι σαν κι εσένα...

Η ματιά της περιπλανήθηκε, αφηρημένα πάνω στο τραπέζι. Σταμάτησε κουρασμένα πάνω σε κάτι πολύχρωμα χαρτάκια. Ξεχώριζε το πορτοκαλί χρώμα και η σκέψη της φτερούγισε στα νερά των νησιών, γεμάτα από τα πορτοκαλί προσφυγικά σωσίβια. «Το Σταυρό τους κουβαλούν και αυτοί» μουρμούρησε. Αναγνώρισε στα χαρτάκια, άτυχα Τζόκερ. Τόσο καιρό περίμενε να λυθεί το πρόβλημά της από τα δικαστήρια, την άτιμη τύχη, το θεόσταλτο σημάδι.

Ένοιωσε πολύ κουρασμένη, να κουβαλάει μια ζωή λιμνάζουσα, στην ακμή της ζωής της, πολύ αδύναμη για να τα βάλει με το ασαφές για αυτήν, δυσδιάκριτο μέλλον. Πολύ κουρασμένη.

«Καληνύχτα μαμά. Καληνύχτα μπαμπά». Βόγκηξε νικημένη. Και με ένα άλμα, βρέθηκε από το διαμερισματάκι της στη μακριά ουρά από ανθρώπους που αυτοκτόνησαν και που περίμεναν τη σειρά τους να περάσουν τον Αχέροντα.

Ο βαμβακόκαμπος ανταριάστηκε. Οι 114 Εαμοελασίτες των Γιαννιτσών, εκτελεσμένοι από τους Γερμανούς και οι εκτελεσμένοι από το καμένο Ελευθεροχώρι, μαζεύτηκαν θυμωμένοι, πάνω από τα νεαρά φυτά του βαμβακιού. «Ο καθένας μόνος του;

Τι κάνετε εσείς που ξέρετε; Κανένας μόνος του, μπροστά στους δυνάστες! Όλοι μαζί, οργανωθείτε!».

Η νύχτα περασμένη, άρχισε να μαζεύει τα πέπλα της. Το πιο πυκνό σκοτάδι πριν χαράξει η Αυγή.

Ετικέτες: Τάνια Ζωγράφου
Keywords
Τυχαία Θέματα