Μία φωτογραφία, η αρχή μιας νέας ζωής για τον Νιντχάλ και τις κόρες του

11:43 2/11/2016 - Πηγή: Aixmi

Mία φωτογραφία του φωτορεπόρτερ του Αθηναϊκού Πρακτορείου Γιάννη Κολεσίδη, που δημοσιεύτηκε στις 25 Μαΐου 2016 στην πρώτη σελίδα των New York Times, στην ισπανική διαδικτυακή εφημερίδα La Vanguardia και σε πολλές άλλες, απεικόνιζε τον Σύρο πρόσφυγα Νιντχάλ αλ-Χαρφού, 36 χρονών, και τις δύο του κόρες Χαντέρ, 7 χρονών, και Χαράμ, 6 χρονών, να κουβαλούν τα υπάρχοντά τους βαδίζοντας προς αστυνομικούς στη διάρκεια

της αστυνομικής επιχείρησης εκκένωσης της Ειδομένης.

Η φωτογραφία αυτή, έγινε η αφορμή για να βρεθεί σπίτι για την οικογένεια στη Νέα Καρβάλη Καβάλας. Η Ισπανίδα εθελόντρια, Άνγκι Καραμπάσα, που είχε γνωρίσει τον πατέρα με τις κόρες του τις μέρες που ήταν στην Ειδομένη, τους αναγνώρισε, ρώτησε να μάθει που είχαν μεταφερθεί, και τελικά κατόρθωσε να τους βρει σπίτι, μέσω της οργάνωσης Himaya.

Ο 36χρονος, τον καιρό που ζούσε στη πόλη Σβέντα της Συρίας, μαζί με τη γυναίκα του και τα παιδιά τους, ήταν δάσκαλος αερόμπικ και πιλάτες, είχε δίπλωμα μασάζ και δίδασκε σε δημόσια σχολεία. Έπειτα από τέσσερα χρόνια πολέμου έπρεπε να πάρει μια πολύ δύσκολη απόφαση: να στείλει εκτός συνόρων τη γυναίκα και τα παιδιά του για να σωθούν.

Στη Συρία, όμως, ο πατέρας είναι αυτός που υπογράφει για να αποκτήσουν τα παιδιά διαβατήριο. Υπήρχε, λοιπόν, άμεσος κίνδυνος μετά την κίνησή του αυτή, η κυβέρνηση να του ζητούσε να καταταχτεί στον στρατό. Έτσι θα έχανε τη γυναίκα και τα παιδιά του, και πιθανόν και τη ζωή του στη διάρκεια του πολέμου. Η δεύτερη επιλογή, ήταν να διώξει «την αγάπη της ζωής του», όπως ο ίδιος αποκαλεί τη γυναίκα του, και να αναλάβει όλες τις υποχρεώσεις για το μεγάλωμα των παιδιών, με ορατό πάντα τον κίνδυνο κατάταξης στον κυβερνητικό στρατό.

Έτσι, στις 22 Νοεμβρίου 2015 η γυναίκα του Ουάφα εγκατέλειψε τη Συρία και μετά από ένα μακρύ ταξίδι κατάφερε να φτάσει στην Γερμανία. Ο ίδιος μαζί με τις κόρες του, όταν η κατάσταση χειροτέρεψε πούλησε το σπίτι του για 4.000 δολ. – ενώ κόστιζε που κόστιζε περίπου 8.500 δολ.- και την 1 Μαρτίου 2016 ξεκίνησε το ταξίδι του για την Τουρκία. Όταν έφτασε στην Λέσβο του είχαν απομείνει μόλις 150 ευρώ! Για τους επόμενους μήνες με κλειστά τα σύνορα προς την Ευρώπη, οι τρεις τους ζούσαν στα λασπόνερα της Ειδομένης. Έκαιγαν ξύλα έξω από τη σκηνή τους, έστεκαν στην ουρά για το συσσίτιο.

Τώρα, ο Νιντχάλ και οι κόρες του ζουν μαζί με άλλους τρεις Σύρους και ένα νεογέννητο, στο σπίτι που τους νοικιάζει η Ισπανική οργάνωση Himaya. Μπορεί να μην υπάρχουν πολλές ανέσεις, αλλά τους παρέχονται τα βασικά. Το ενοίκιο του σπιτιού, το ηλεκτρικό, το νερό και το ίντερνετ είναι πληρωμένα, και επιπλέον τους δίνονται 200 ευρώ το μήνα. Με αυτά αγοράζουν τα απαραίτητα. Ρύζι, γάλα, μακαρόνια, είδη προσωπικής υγιεινής.

Οι γείτονες είναι φιλικοί μαζί τους και κορίτσια, όπως δικαιούται κάθε παιδί, χαίρονται τις βόλτες και το παιχνίδι. Ο πατέρας τους άλλωστε κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να καλύψει το κενό από την απουσία της μητέρας τους. Το βράδυ ανταλλάσει μηνύματα με τη γυναίκα του, ελπίζοντας σε γρήγορη αντάμωση. Του λείπει πολύ και τα κορίτσια συνεχώς τον ρωτούν για τη μητέρα τους. Όμως, ο χρόνος κυλάει αργά… Ο Νιντχάλ θα έχει την πρώτη του συνέντευξη για αίτηση ασύλου στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2017. Μετά, θα πρέπει να περιμένει την ένταξή του στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης, αναμένοντας τη στιγμή που θα αντικρύσει ξανά τη γυναίκα του και επιτέλους τα παιδιά του θα «χαθούν» στην αγκαλιά της μητέρα τους.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα