Στρασβούργο: Δοκιμασία «ασφαλείας»για τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες

14:59 4/11/2020 - Πηγή: ΕΡΤ

Η τρομοκρατία επέστρεψε εδώ και λίγες εβδομάδες στην Ευρώπη. Οι πρόσφατες επιθέσεις στο Παρίσι, την Λυών και την Βιέννη το πιστοποιούν με τον πιο τραγικό τρόπο, καταδεικνύουν όμως πως επανέρχεται ως «συναισθηματικό τσουνάμι» ο φόβος, η ανησυχία και ο προβληματισμός των πολιτών σχετικά με το επίπεδο ασφάλειας και τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για την αναχαίτιση βίαιων τρομοκρατικών ενεργειών.

Στην Ευρώπη της πανδημίας του κορωναιού παραμένει τουλάχιστον ασαφής ο τρόπος που ορισμένοι μεμονωμένοι δράστες κατορθώνουν να περνούν απαρατήρητοι και να «ξεγλιστρούν» από τις υπηρεσίες ασφαλείας

της Ε.Ε παρά τον ασφυκτικό κλοιό παρακολούθησης που υφίσταται.

Σύμφωνα με τον Συντονιστή της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΕ, Ζιλ ντε Κερκοφε, «η απειλή από το ισλαμικό κράτος γα την Ευρώπη παραμένει υψηλή», ωστόσο φαίνεται ότι έχει αλλάξει ο τρόπος που οργανώνονται οι επιθέσεις. «Πρόκειται σχεδόν πάντοτε πλέον», όπως σημείωσε ο κ. Βαν Κερκόφε μιλώντας μόλις πριν από μια εβδομάδα ενώπιον της Υποεπιτροπής Άμυνας και Ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, «για μεμονωμένους μαχητές οι οποίοι μένουν στην Ευρώπη, οι οποίοι όμως δεν έχουν κάποιο επίσημο δεσμό με το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Καϊντα. Επηρεάζονται όμως από την προπαγάνδα και δη την διαδικτυακή της οργάνωσης».

Επισήμως πάντως δια στόματος κ. Βαν Κερκόβε η Ε.Ε «δεν έχει εντοπίσει άφιξη μαχητών του ισλαμικού κράτους το τελευταίο διάστημα στην Ευρώπη». Αυτό έρχεται όμως σε ευθεία αντίθεση με την αποτρόπαια ενέργεια στην Λυών και εν μέρει στην Βιέννη, καθώς οι αρχές συνεχιζόμενων των ερευνών, εντόπισαν κενά ασφάλειας στην κίνηση μελών τζιχαντιστικών ομάδων.

Ο Τζιχαντισμός και ο ρόλος της Europol

Ο στόχος των τζιχαντιστικών ομάδων παραμένει να δημιουργήσουν ένα ισλαμικό κράτος που θα διέπεται μόνο από τον ισλαμικό νόμο, τη Σαρία. Απορρίπτουν τη δημοκρατία και εκλέγουν τα κοινοβούλια, επειδή, κατά τη γνώμη τους, ο Θεός είναι ο μοναδικός νομοθέτης.

Η Europol ορίζει τον Τζιχαντισμό ως «βίαιη ιδεολογία που εκμεταλλεύεται τις παραδοσιακές ισλαμικές έννοιες. Οι τζιχαντιστές νομιμοποιούν τη χρήση βίας με αναφορά στο κλασικό ισλαμικό δόγμα για την τζιχάντ, έναν όρο που στην κυριολεξία σημαίνει «προσπάθεια» ή «άσκηση», αλλά στο ισλαμικό δίκαιο αντιμετωπίζεται ως θρησκευτικά επιβεβλημένος πόλεμος». Το δίκτυο της Αλ Κάιντα και το λεγόμενο ισλαμικό κράτος είναι σημαντικοί εκπρόσωποι τζιχαντιστικών ομάδων. Ο τζιχαντισμός είναι ένα υποσύνολο του Salafism, ένα αναβιβαστικό σουνιτικό κίνημα.

Σύμφωνα με πληροφορίες από την Europol, οι τζιχαντιστικές επιθέσεις το 2018 πραγματοποιήθηκαν κυρίως από τρομοκράτες που μεγάλωσαν και ριζοσπαστικοποιήθηκαν στη χώρα τους, όχι από λεγόμενους ξένους μαχητές δηλαδή άτομα που ταξίδεψαν στο εξωτερικό για να ενταχθούν σε μια τρομοκρατική ομάδα. Το 2019, σχεδόν το 60% των τζιχαντιστών είχαν την ιθαγένεια της χώρας στην οποία έλαβε χώρα η επίθεση ή η συνωμοσία. Η ριζοσπαστικοποίηση των εγχώριων τρομοκρατών έχει επιταχυνθεί καθώς οι «μοναχικοί λύκοι» ριζοσπαστικοποιούνται από την διαδικτυακή προπαγάνδα, ενώ οι επιθέσεις τους εμπνέονται αντί να διατάσσονται από τρομοκρατικές ομάδες όπως η Αλ Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος.

Η Europol διευκρινίζει επιπλέον ότι οι τρομοκράτες μπορεί να μην διακατέχονται απαραίτητα από έντονα θρησκευτικά συναισθήματα, τουτέστιν ότι μπορεί να μην διαβάζουν το Κοράνι ή να παρακολουθούν τακτικά προσευχές σε τζαμί, ενώ συχνά έχουν μια στοιχειώδη και κατακερματισμένη γνώση του Ισλάμ.

Το 2016, ένας σημαντικός αριθμός ατόμων που αναφέρθηκαν στην Europol για τρομοκρατία ήταν εγκληματίες χαμηλού βεληνεκούς, γεγονός που υποδηλώνει ότι άτομα με ιστορικό εγκληματικότητας ή κοινωνικοποιημένα σε εγκληματικό περιβάλλον μπορεί να είναι πιο ευαίσθητα σε ριζοσπαστικοποίηση και στρατολόγηση.

Οι ευρωπαϊκές αρχές ασφαλείας καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «η θρησκεία δεν μπορεί επομένως να είναι ο αρχικός ή πρωταρχικός μοχλός της διαδικασίας ριζοσπαστικοποίησης, αλλά απλώς να προσφέρει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για να ξεπεράσουν πιθανότητα προσωπικά ζητήματα και μια απόφαση να διαπράξουν επίθεση στη χώρα που κατοικούν μπορεί να τους μετατρέψει από «μηδέν» σε «ήρωες».

Η φετινή για το 2020 έκθεση της Europol, δείχνει πάντως ότι οι περισσότεροι τρομοκράτες τζιχάντ είναι νεαροί ενήλικες. Σχεδόν το 70% είναι ή ήταν άτομα ηλικίας 20 έως 28 ετών και κατά 85% άνδρες. Οι τζιχαντιστικές επιθέσεις διαπράττονται συνήθως στην Ευρώπη από μεμονωμένους μαχητές ή ομάδες. Ως «μοναχικοί λύκοι» χρησιμοποιούν κυρίως μαχαίρια, φορτηγά και όπλα. Οι επιθέσεις τους είναι απλούστερες και μάλλον μη δομημένες. Οι ομάδες χρησιμοποιούν αυτόματα όπλα και εκρηκτικά σε πολύπλοκες και καλά συντονισμένες επιθέσεις.

Η τάση των τζιχαντιστών τρομοκράτων είναι να προτιμούν τις επιθέσεις εναντίον ανθρώπων, αντί για κτίρια ή θεσμικούς στόχους, προκειμένου να προκαλέσουν συναισθηματική ταραχή στο κοινό. Οι τρομοκράτες δεν κάνουν επίσης διάκριση μεταξύ μουσουλμάνων και μη μουσουλμάνων και οι επιθέσεις στοχεύουν στο μέγιστο των θυμάτων, όπως στο Λονδίνο, το Παρίσι, τη Νίκαια, τη Στοκχόλμη, το Μάντσεστερ, τη Βαρκελώνη και το Cambrils.

Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας

Για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας έχουν αναληφθεί δράσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για την αύξηση του επιπέδου και της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

Τα μέτρα της ΕΕ για την πρόληψη νέων επιθέσεων είναι ευρύ και διεξοδικά. Απέχουν από τη μείωση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και την ενίσχυση των συνοριακών ελέγχων έως την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης και τη βελτίωση της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας για τον εντοπισμό υπόπτων και τη δίωξη των δραστών.

Για παράδειγμα, οι ευρωβουλευτές υιοθέτησαν νέους κανόνες ώστε να καταστήσουν τη χρήση όπλων και τη κατασκευή αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών πιο δύσκολη για τους τρομοκράτες.

Παράλληλα δόθηκαν στην Europol, την αστυνομική υπηρεσία της ΕΕ, πρόσθετες εξουσίες με στόχο να συγκροτεί πιο εύκολα εξειδικευμένες μονάδες, όπως το Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας που δημιουργήθηκε τον Ιανουάριο του 2016. Μπορεί επίσης να ανταλλάξει πληροφορίες με ιδιωτικές εταιρείες σε ορισμένες περιπτώσεις και να ζητήσει από τα κοινωνικά μέσα να καταργήσουν τις σελίδες που λειτουργούν από το Ισλαμικό Κράτος.

Για να αποτραπεί η ελεύθερη κυκλοφορία τρομοκρατών εντός της ΕΕ, αρκετές χώρες έχουν εισαγάγει προσωρινά ελέγχους στα σύνορά τους. Το Κοινοβούλιο χαρακτηρίζει αυτούς τους ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα ως αδικαιολόγητους και ως κίνδυνο για τον χώρο Σένγκεν και θέλει να τους επιτρέψει μόνο ως έσχατη λύση.

Η Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή από την άλλη θα πρέπει να έχει μόνιμο σώμα 10.000 συνοριοφυλάκων έως το 2027 για να εξασφαλίσει την αποτελεσματική φύλαξη 13.000 χιλιόμετρων εξωτερικών χερσαίων συνόρων της Ευρώπης και σχεδόν 66.000 χιλιόμετρων στη θάλασσα. Το νέο μόνιμο σώμα θα μπορούσε, κατόπιν αιτήματος μιας χώρας της ΕΕ, να διενεργήσει έλεγχο στα σύνορα και διαχείριση της μετανάστευσης, καθώς και να καταπολεμήσει το διασυνοριακό έγκλημα.

Από το 2015, έχει σημειωθεί αύξηση της θρησκευτικής έμπνευσης τρομοκρατίας στην ΕΕ. Μέχρι το 2017 περίπου 5.000 άτομα από την ΕΕ πιστεύεται ότι είχαν ταξιδέψει σε περιοχές συγκρούσεων στη Συρία και το Ιράκ για να ενταχθούν σε τρομοκρατικές ομάδες τζιχάντ, αλλά από τότε ο αριθμός έχει μειωθεί σημαντικά. Το 2019, λίγοι από αυτούς τους ξένους μαχητές αναφέρθηκαν ότι επέστρεψαν, ωστόσο εκατοντάδες Ευρωπαίοι με δεσμούς με το ισλαμικό κράτος παραμένουν στο Ιράκ και τη Συρία.

Οι αεροπορικές εταιρείες που εκτελούν πτήσεις από και προς την ΕΕ υποχρεούνται να παρέχουν στις εθνικές αρχές τα δεδομένα των επιβατών τους, όπως ονόματα, ημερομηνίες ταξιδιού, δρομολόγιο και μέθοδο πληρωμής.

Οι εγκληματίες και οι τρομοκράτες χρησιμοποιούν συχνά πολλές ψευδείς ταυτότητες για να αποφύγουν τους συνοριοφύλακες και την αστυνομία. Αυτό τονίζει τη σημασία της αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών – επιβολής του νόμου, δικαστικών, πληροφοριών – στα κράτη μέλη.

Το 2018 συμφωνήθηκαν νέοι κανόνες για την ενίσχυση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν (SIS), εισάγοντας νέους τύπους ειδοποιήσεων για υποθέσεις που σχετίζονται με τρομοκρατικές δραστηριότητες. Η βάση δεδομένων επιτρέπει στην αστυνομία και τους συνοριοφύλακες να εισέρχονται και να συμβουλεύονται ειδοποιήσεις για καταζητούμενα ή αγνοούμενα άτομα και απώλεια ή κλοπή περιουσίας.

Στρασβούργο-Ανταπόκριση: Κώστας Δαβάνης

www.ert.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα