Γιατί θεωρούμε ότι το πορνό κάνει κακό στους εφήβους;

23:30 26/11/2014 - Πηγή: iPop

Οι φόβοι για τη σχέση των παιδιών με τις τεχνολογίες είναι ένα φαινόμενο που συνοδεύει κάθε νέα τεχνολογία από το 18ο αιώνα που η παιδική ηλικία εδραιώθηκε ως μια ξεχωριστή περίοδος στην ηλικία του ανθρώπου. Στην πραγματικότητα αντανακλά το φόβο των ενηλίκων να χάσουν τον έλεγχο πάνω στα παιδιά και πρακτικά όλος ο δημόσιος και ακαδημαϊκός διάλογος γύρω από το πώς τα παιδιά μπορούν να μάθουν να μένουν ασφαλή από όποια σεξουαλική αναπαράσταση στα ΜΜΕ είναι ουσιαστικά μια προσπάθεια να ελέγξουν την παιδική ηλικία, τους μελλοντικούς ‘σωστούς’ πολίτες, και να διδάξουν μια συγκεκριμένη μορφή ‘αποδεκτής’ -συνήθως ετεροφυλοφιλικής σεξουαλικότητας.

Ειδικά η επαφή των παιδιών με τη σεξουαλικότητα, ή η γνώση των παιδιών για τη σεξουαλικότητα είναι ένα γεγονός που πρέπει να αναζητηθεί στη διαμόρφωση της ζωής της οικογένειας και της κοινωνίας από το 18ο αιώνα και μετά. Οι εξελίξεις στην ιατρική επιστήμη τοποθέτησαν στο μικροσκόπιο το ανθρώπινο σώμα και τις δραστηριότητές του σε μεγαλύτερη έκταση. Παράλληλα, η καθολική εκκλησία προσπαθεί να οριοθετήσει το σεξ ως μια αναγκαία για την αναπαραγωγή δραστηριότητα και όχι ως μια δραστηριότητα με σκοπό την απόλαυση. Για να το κάνει αυτό ορίζει ποιες σεξουαλικές δραστηριότητες είναι αμαρτία και συνεπώς αντικείμενο εξομολόγησης και αποφυγής για όλους τους ενάρετους χριστιανούς. Ο συνδυασμός της δραστηριότητας των θεσμών της καθολικής εκκλησίας στην προσπάθεια ορισμού του σεξ ως μιας δραστηριότητας για την ευνοική αναπαραγωγή του είδους και μόνο, τοποθετεί στο κέντρο της προσοχής και τα παιδιά που θεωρούνται επιρρεπή στον αυνανισμό.

Σταδιακά το παιδί και η ενδεχόμενη σεξουαλικότητά του γίνεται πρόβλημα που πρέπει να γνωστοποιηθεί σε ένα ακροατήριο ‘ειδικών’ -συνήθως γιατρών- και να αντιμετωπιστεί ως πρόβλημα. Ανάμεσα στις προτινόμενες θεραπείες ήταν το δέσιμο των παιδιών στο κρεβάτι ώστε να αποφεύγεται κατά το δυνατόν ο κίνδυνος του αυνανισμού που θεωρούνταν παθογένεια με συνέπειες για τον οργανισμό.

Επιστρέφοντας στο σήμερα, παρατηρούμε ότι οι φόβοι για την εξάρτηση των παιδιών από το πορνό ή τους κινδύνους που μπορεί να διατρέχουν από τις εμπειρίες με αυτό είναι άρρηκτα δεμένοι με έρευνα στο πεδίο της ψυχολογίας. Ψυχολόγοι, ψυχίατροι ή και παιδίατροι υποθέτουν στις έρευνές τους εκ προοιμίου ότι τα παιδιά είναι έρμαια του περιεχομένου των ΜΜΕ, εν προκειμένω του σεξ στο διαδίκτυο, παραγνωρίζοντας τους τρόπους που τα ίδια φιλτράρουν και αξιολογούν την πληροφορία αυτή. Παραγνωρίζοντας επίσης, το πώς τα παιδιά ουσιαστικά διεκδικούν το δικαίωμα συμμετοχής στον κόσμο των ενηλίκων, μέσα από τη γνώση που έχουν για το σεξ, και που την έχουν διαμορφώσει πολύ νωρίτερα από τις εμπειρίες τους με πορνογραφικό υλικό (για παράδειγμα καταλαβαίνουν ότι η τρυφερότητα και το φιλί ανάμεσα στους γονείς, ή σε σειρές ή ταινίες είναι σύμβολο ερωτικής σχέσης).

Συνήθως η ψυχολογική έρευνα από την οποία ο δημόσιος και πολιτικός διάλογος και ο διάλογος στα ΜΜΕ αντλεί κατά πλειοψηφία, προσφέρει υποθέσεις και ‘ευρήματα’ που επιβεβαιώνουν την διαμορφωμένη από το 18ο αιώνα κοινή λογική και καθησυχάζουν όσες ομάδες έχουν αυτοανακηρυχθεί προστάτες της παιδικής ηλικίας (π.χ. ρυθμιστικοί φορείς για την προστασία των παιδιών στα ΜΜΕ, γιατροί, ψυχολόγοι, δάσκαλοι). Εξαιτίας των ‘λύσεων’ που διατείνονται ότι προσφέρουν οι ερευνητές αυτού του πεδίου -και οι οποίες έχουν σαφή και σοβαρά μεθοδολογικά, επιστημολογικά και θεωρητικά προβλήματα που καταγράφονται συχνά από τους μελετητές στο πεδίο των πολιτισμικών σπουδών- η ψυχολογική έρευνα -και όχι η κοινωνιολογική ή πολιτισμική- καταφέρνει να αντλήσει ασύγκριτα περισσότερους πόρους για περισσότερη έρευνα με σκοπό να ‘βοηθήσει’ στην προσπάθεια προστασίας των παιδιών από τη σεξουαλικότητά τους.

Με όσα προηγήθηκαν επιχείρησα πολύ σύντομα -και όχι στην κλίμακα που έπρεπε- να εξηγήσω γιατί σκεφτόμαστε για την παιδική σεξουαλικότητα με τον τρόπο που το κάνουμε και πού εδράζονται οι φόβοι μας για τις εμπειρίες των παιδιών με πορνογραφικό υλικό. Προς αποφυγή λανθασμένων ερμηνειών αυτών που μόλις ανέφερα, κανείς δεν ξέρει αν και σε ποιο βαθμό η επαφή με διαφορετικές μορφές σεξουαλικού περιεχομένου κάνει ‘κακό’ στα παιδιά. Αυτό που εδώ προσπάθησα να κάνω είναι να εξηγήσω από πού απορρέουν οι απόψεις που έχουμε, πώς διαμορφώνονται και πού στοχεύουν. Αυτό που πρέπει να αναγνωρίσουμε είναι σε πρώτο βαθμό η δυνατότητα των παιδιών να αναγνωρίζουν τα χαρακτηριστικά που ορίζουν ένα είδος περιεχομένου ως σεξουαλικό, και η διεκδίκηση του δικαιώματος να θεωρηθούν ισότιμοι συνομιλητές στο δημόσιο διάλογο για παιδιά και σεξουαλικότητα.

* Γράφει η Δρ Δέσποινα Χρονάκη, η οποία διδάσκει στο Τμήμα Επικοινωνίας και Σπουδών Διαδικτύου, του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου.

The post Γιατί θεωρούμε ότι το πορνό κάνει κακό στους εφήβους; appeared first on iPop.

Keywords
Τυχαία Θέματα