Εμαθες, μίλησες, έζησες. Σειρά μας τώρα… Ποιο μεγάλο μάθημα μάς δίνεις Δημήτρη Σούρα;

Δεν θυμάμαι πότε πρωτο μπήκε στο σπίτι μου. Σίγουρα είναι χρόνια… Κάτι τραγικό είχε συμβεί και ήρθε στην οθόνη της τηλεόρασής μου για να κάνει profiling στον δράστη και στο θύμα, για να μιλήσει με ένταση για τη ψυχοπαθογένεια της κοινωνίας, για τους πρωτόγνωρους κινδύνους της εποχής που παίζουν κυνηγητό ή κρυφτό με τη ζωή μας. 

Δεν μας ήθελε θύματα -σιχαινόταν τα θύματα- δεν μας ήθελε θύτες. Μας ήθελε γενναίους και διεκδικητικούς. Μάθε, μίλα, ζήσε! Μας προσκαλούσε στην περιπέτεια, αλλά σαν άλλος στοργικός γονιός μας έβαζε όρια.  

Ο Δημήτρης Σούρας μπήκε στη ζωή μας με το «έτσι θέλω».

Οχι με αυθάδεια, αλλά με άποψη. Οχι εκβιαστικά, αλλά με πάθος. 

Αντιπροσώπευε τον καθέναν που θέλει να φωνάξει και δεν μπορεί. Εγινε το στόμα πολλών δυσκολεμένων που δεν είχαν φωνή. Ελεγε εκ μέρους μας το «αι σιχτίρ» που δεν μπορούσαμε να πούμε.

Με επιστημονικά επιχειρήματα, αλλά και με μια ενέργεια που διαπερνούσε. Δεν ήταν σε όλους συμπαθής. Ενόχλησαν η αμεσότητά του, η φωνή του.  Ή μάλλον παρεξηγήθηκαν. Τους επιστήμονες τους φανταζόμαστε χαμηλόφωνους, σοφιστικέ, λιτούς. Κι ακατανόητους.

Εκείνος όμως γινόταν κατανοητός. Και δεν φοβόταν να εκφράσει τις απόψεις του ή να τα βάλει με τα νεόφερτα καθεστώτα, τολμούσε να γίνει δυσάρεστος αποδομώντας αυτά με τα οποία διαφωνούσε.

Ο Δημήτρης Σούρας μάς μάλωνε, μάς φώναζε, ξεκαρδιζόταν στα γέλια, παθιαζόταν. Με όλα. Εμπαινε κι έβγαινε από τις ζωές μας ξαφνικά. Ετσι έκανε και τώρα. Εφυγε ξαφνικά. Αυτή τη φορά κι οριστικά.

Και σκόρπισε θλίψη ακόμη και σε ανθρώπους που δεν τον ήξεραν ή δεν τον «πήγαιναν». Ενα δάκρυ έσταξαν τα social media στο άκουσμα του χαμού του. Γιατί μία εβδομάδα πριν, τρώγαμε στον καναπέ μαζί του ακούγοντάς τον να μιλάει με πάθος σε κάποια τηλεοπτική εκπομπή για τις γυναίκες που σκοτώνουν τα παιδιά τους, για αυτά που γίνονται γύρω μας και μας τρομάζουν, για την ασχήμια τούτου του κόσμου που μάταια πάλευε να καταγγείλει. Γιατί λίγο καιρό νωρίτερα μάθαμε ότι είχε σταθεί σαν βράχος στη Μάρθα Καραγιάννη. Γιατί πολλοί αποκάλυψαν ότι βοηθούσε κόσμο που δεν είχε τη δύναμη να πορευτεί μόνος. 

Και έφερε λύπη το φευγιό του γιατί όλοι είμαστε αδύναμοι μπροστά στο απροσδόκητο, λυγίζουμε μπροστά στην ήττα της ζωής από τον αμετάκλητο θάνατο.

«Σας ευχαριστώ πολύ για την αγάπη σας!!!
Απευθύνομαι σε όλους σας που με αγαπήσατε και σας αγάπησα από άκρη σε άκρη!
Εγώ έμαθα, μίλησα και έζησα! Σειρά σας!
Θα σας ακολουθώ από ψηλά»…

Αυτό ζήτησε από την κόρη του να πει στους ανθρώπους που τον ακολουθούσαν. Ηθελε να αποχαιρετίσει, να μην χαθεί χωρίς εξηγήσεις.

Και αυτό θέλει τόλμη. Γιατί φαντάζομαι ότι το ζήτησε όταν συνάδελφοί του, τον ενημέρωναν για το μη αναστρέψιμο της κατάστασής του. Δεν γνωρίζω. Το φαντάζομαι. «Δημήτρη, κάνεις πολυοργανική ανεπάρκεια, θα σε διασωληνώσουμε». Ηταν γιατρός και ήξερε τι σήμαινε αυτό. Και γρήγορα σκαρφίστηκε ένα διαδικτυακό αντίο και βιαστικά έγινε ο εντολέας του παιδιού του, η γέφυρα ανάμεσα σε αυτόν και τον κόσμο που αγαπούσε.

Και ένα μάθημα μεγάλο άφησε πίσω του. Γνωστό, αλλά πάντα σκληρό κι ανεπιθύμητο. Πως όλα είναι μάταια. Πως «τίποτα δεν είμαστε οι άνθρωποι». Πώς ένα δευτερόλεπτο είναι αρκετό για να περάσουμε στην άγνωστη αντίπερα όχθη.

Και κάτι άλλο μάς έμαθε. Οτι όποιος μπαίνει στα σπίτια μας με την αλήθεια του, γίνεται με έναν μαγικό τρόπο κομμάτι δικό μας. Και μάς ταράζει το τέλος του, όπως θα μάς αναστάτωνε ο χαμός ενός δικού μας ανθρώπου.  

Αν στ’ αλήθεια μάς ακολουθείς από ψηλά, μη σταματήσεις να μας θυμίζεις πόσο μάταια είναι όλα….Θα μάς κάνει καλύτερους, θα εξευμενίσεις τις επιθετικότητές μας, θα μας μαλακώσεις απέναντι στον σημαντικό και ασήμαντο άλλον. Φρόντισε να καταλάβουμε εγκαίρως ότι η ζωή είναι ένα ψιθυριστό, αυτιστικό αεράκι στο στόμα και τα ρουθούνια μας. Μπαίνει, βγαίνει, μπαίνει, βγαίνει απτόητο, σταθερό, αποφασισμένο. Και μια στιγμή βγαίνει και δεν ξαναμπαίνει πια. Με σπαρακτική απολυτότητα. Ανασαίναμε, μα χάσαμε την ανάσα μας.  Έτσι. Τσαφ! Χωρίς προετοιμασία, χωρίς προειδοποίηση. Όπως έτσι έμπαινες κι εσύ στο σπίτι μας ξαφνικά, έτσι ξαφνικά μας είπαν ότι πήγες ταξίδι στον ουρανό και δεν θα ξανάρθεις.Όπως λένε οι μεγάλοι στα παιδάκια για να ξεγελάσουν τη θλίψη τους… Αναπαύσου γιατρέ. Κι όταν νιώσεις έτοιμος ακολούθησέ μας, όπως μάς υποσχέθηκες. Όπως ήξερες πάντα. Με φωνές, χαμόγελο, με τρυφερές φωτογραφίες της γυναίκας σου που λάτρευες και της όμορφης κόρης σου. Τη μικρή αθανασία την κέρδισες. Αναπαύσου τώρα Δημήτρη Σούρα… 
Keywords
Τυχαία Θέματα