Στουρνάρας: «Θα χρειαστούν πάνω από 20 χρόνια, ώστε να συγκλίνει το ΑΕΠ μας με της Ευρωζώνης»

14:17 29/7/2024 - Πηγή: Emea.gr

Στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με τα επιτόκια, στις επενδύσεις ξένων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, στις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, στα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, στις ελλείψεις στη αγορά εργασίας αλλά και στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ειδική έκδοση της Καθημερινής, «CEOs 2025».

Η οικονομία της Ελλάδας σε 5 χρόνια

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα η ελληνική οικονομία θα εξακολουθήσει, μετά από 5 χρόνια, να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς, υψηλότερους από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, εφόσον η οικονομική πολιτική συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της αποτελεσματικής χρήσης των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και της δημοσιονομικής υπευθυνότητας.

Αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει στην περαιτέρω υποχώρηση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ και θα βοηθήσει ώστε η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου να προσεγγίσει τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης. Βασικές κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη θα συνεχίσουν να είναι οι επενδύσεις, η ιδιωτική κατανάλωση και οι εξαγωγές.

Το μέλλον της πρόσβασης των επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό

Ο Γιάννης Στουρνάρας τόνισε ότι η βελτίωση της κερδοφορίας, της κεφαλαιακής επάρκειας και της ρευστότητας των τραπεζών, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία και τις θετικές μακροοικονομικές προοπτικές, διαμορφώνουν ευνοϊκές συνθήκες για την ενίσχυση της χρηματοδότησης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.

Παράλληλα, κατά το προσεχές διάστημα, η πλήρης αξιοποίηση του δανειακού σκέλους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα αυξήσει περαιτέρω τη διαθεσιμότητα επιχειρηματικών πιστώσεων με ευνοϊκούς όρους.

Τέλος, η σταδιακή χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής μέσω της μείωσης των βασικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναμένεται να οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των εγχώριων δανειακών επιτοκίων.

Γιατί να επενδύσει μια ξένη επιχείρηση στην Ελλάδα;

«Οι εισροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ) κατέγραψαν μείωση το 2023 συγκριτικά με το 2022, αλλά, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία για την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2024, οι ΞΑΕ είναι υψηλότερες συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2023, κάτι το οποίο αναμένουμε να ισχύσει και για το σύνολο του 2024», δήλωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.

«Συνεπώς, οι ξένες επιχειρήσεις συνεχίζουν να επενδύουν στη χώρα, καθώς υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες στους κλάδους της μεταποίησης, των επικοινωνιών, των ακινήτων, των μεταφορών, των logistics, του τουρισμού και των δικτύων. Προϋπόθεση για να συνεχιστεί αυτό είναι η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και τη λειτουργία του δημόσιου τομέα», συνέχισε.

Το έλλειμμα αποταμίευσης των νοικοκυριών

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, το έλλειμμα αποταμίευσης (κυρίως των νοικοκυριών), ή πιο συγκεκριμένα η ανεπάρκεια των εγχώριων αποταμιεύσεων για τη χρηματοδότηση επενδύσεων, οδηγεί στην προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό και αντανακλάται στα επίμονα υψηλά ελλείματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Αυτό ουσιαστικά υποδηλώνει ότι η χώρα εξακολουθεί να ξοδεύει πολύ περισσότερα απ’ όσα παράγει και αποτελεί σημαντική μακροοικονομική ανισορροπία. Για τον κ. Στουρνάρα ενδεικτικά μέτρα ενίσχυσης της αποταμίευσης των νοικοκυριών, ώστε αυτές να συγκλίνουν προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι τα εξής:

η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής,η ενίσχυση του ανταγωνισμού στον τραπεζικό τομέα, που θα οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων προθεσμίας,η ανάπτυξη της αγοράς κεφαλαίων, με την παροχή στοχευμένων φορολογικών κινήτρων έτσι ώστε να τονωθεί η αποταμίευση σε προϊόντα της κεφαλαιαγοράς,η ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης και του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης καιη ενίσχυση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού, ώστε τα άτομα να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν τις κατάλληλες μακροπρόθεσμες χρηματοοικονομικές αποφάσεις.Πώς επηρεάζει ο ανταγωνισμός τις τιμές για τον καταναλωτή

Σύμφωνα με όσα δήλωσε, η δομή και το επίπεδο του ανταγωνισμού επηρεάζουν οπωσδήποτε τις τιμές για τον καταναλωτή. Η συμμετοχή περισσότερων επιχειρήσεων, για παράδειγμα, σε μια αγορά αυξάνει τα επίπεδα του ανταγωνισμού, που με τη σειρά τους μπορούν να οδηγήσουν σε μειωμένες τιμές στην αγορά, αλλά και σε υψηλότερης ποιότητας προϊόντα.

Ωστόσο, σε αρκετούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας παρατηρούνται ολιγοπωλιακές συνθήκες, που μάλιστα ευνοούνται από εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων, από τη γραφειοκρατία, το αργό σύστημα απονομής δικαιοσύνης, αλλά και την ανεπαρκή εποπτεία της αγοράς.

«Για τη βελτίωση των συνθηκών ανταγωνισμού, είναι απαραίτητο να αρθούν τα πάσης φύσεως εμπόδια που υφίστανται ώστε να είναι δυνατή η είσοδος νέων επιχειρήσεων. Είναι επίσης αναγκαίο οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές να διασφαλίσουν τα επίπεδα του ανταγωνισμού, όχι απλώς εφαρμόζοντας τη νομοθεσία, αλλά ταυτόχρονα εντείνοντας και επιταχύνοντας τις διαδικασίες ελέγχου και επιβολής προστίμων σε περιπτώσεις που διαπιστώνονται παραβάσεις», σημειώνει ο Γιάννης Στουρνάρας.

Πόσο αποτελεσματικά είναι τα μέτρα της κυβέρνησης για τη φοροδιαφυγή

«Τα μέτρα που θεσμοθετήθηκαν πρόσφατα από την κυβέρνηση – όπως η πληρέστερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ επιχειρήσεων και ΑΑΔΕ σχετικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές (μεταξύ άλλων και μέσω της διασύνδεσης των ταμειακών μηχανών και POS), το ηλεκτρονικό εμπόριο και οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες, η αυτοματοποίηση της συμπλήρωσης των φορολογικών δηλώσεων και η αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών με την εισαγωγή ενός ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος – είναι πρωτοβουλίες προς τη σωστή κατεύθυνση».

Παράλληλα, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι: «Αναμένεται ότι τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν θετικά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής μέσω της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, καθώς και στην ενίσχυση της φορολογικής δικαιοσύνης. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί θα μπορούσαν να συνοδευτούν από ικανά φορολογικά κίνητρα προς τους καταναλωτές για τη μη απόκρυψη των συναλλαγών σε κλάδους με αυξημένη φοροδιαφυγή».

Οι ελλείψεις στην αγορά εργασίας

Οι κλάδοι που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ελλείψεις είναι η γεωργία, ο τουρισμός, οι κατασκευές, αλλά και η μεταποίηση. Για να καλυφθεί το καίριο κενό εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων στην εγχώρια αγορά εργασίας, είναι σημαντική η ενσωμάτωση των μεταναστών, καθώς και η θέσπιση κινήτρων για την αντιστροφή της εκροής προς το εξωτερικό εξειδικευμένων ατόμων (brain drain) και για την αύξηση της συμμετοχής των ατόμων τρίτης ηλικίας και των συνταξιούχων, των νέων, των γυναικών καθώς και των ΑμεΑ και των Ρομά στο εργατικό δυναμικό.

Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στη σύζευξη των αναγκών της αγοράς εργασίας με τις δεξιότητες των εργαζομένων έχει η εκπαίδευση, και ιδιαίτερα η τεχνική εκπαίδευση και η διά βίου μάθηση.

Τέλος, θα πρέπει να ενταθούν οι έλεγχοι για την καταπολέμηση της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας.

Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας σε τροχιά υποχώρησης ξανά

Σύμφωνα με το Γιάννη Στουρνάρα η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση τα τελευταία χρόνια. Επιδείνωση υπήρξε κυρίως ως προς τις σχετικές τιμές καταναλωτή, το 2023 και στις αρχές του 2024, η οποία οφειλόταν στην ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου. Όμως αυτή η επιδείνωση δεν υφίσταται σε σχέση με τους εμπορικούς εταίρους εντός της ζώνης του ευρώ.

Αντιθέτως, εντός της ευρωζώνης η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας εξακολούθησε να βελτιώνεται. Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη της Ελλάδας σε σύνθετους δείκτες παρουσιάζει βελτίωση το 2024, αλλά το επιχειρηματικό περιβάλλον εξακολουθεί να είναι λιγότερο ελκυστικό από ό,τι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ.

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας αποτυπώνεται και στη διαχρονική αύξηση των μεριδίων αγοράς των ελληνικών εξαγωγών. Ωστόσο, για την περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας απαιτείται η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων που αφορούν τη λειτουργία του κράτους και τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», σημείωσε.

«Θα χρειαστεί πάνω από 20 χρόνια, ώστε να συγκλίνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας με της ευρωζώνης»

«Η κρίση χρέους άφησε ένα πολύ ισχυρό αρνητικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία. Μειώθηκε το πραγματικό ΑΕΠ, υποχώρησαν οι επενδύσεις και αυξήθηκε η ανεργία και η μετανάστευση των νέων και με υψηλά προσόντα εργαζομένων.

Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή οικονομία, παρά τους κλυδωνισμούς που και η ίδια δέχθηκε από την κρίση χρέους, συνέχισε να αναπτύσσεται την προηγούμενη δεκαετία. Ως συνέπεια, την περίοδο 2010 – 2017, παρατηρήθηκε πραγματική απόκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας από τα μέσα επίπεδα της ευρωζώνης.

Παρά την έως τώρα πρόοδο και τις θετικές προοπτικές που προανέφερα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, θα χρειαστεί πάνω από 20 χρόνια, με τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης, ώστε να συγκλίνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας με το μέσο όρο της ευρωζώνης.

Προϋπόθεση όμως για να καλυφθεί το χαμένο έδαφος είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, η ταχύτερη υλοποίηση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η απορρόφηση και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ 2021 – 2027», εξήγησε κατά τη συνέντευξή του ο Γιάννης Στουρνάρας.

Keywords
Τυχαία Θέματα