Μετακόμιση τώρα

Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή στη ζωή ενός φοιτητή; Όταν κόβεται στο μάθημα που διάβαζε νυχθημερόν 2 βδομάδες; Όταν βλέπει την προθεσμία παράδοσης της μισοτελειωμένης πτυχιακής του να λήγει; Όταν πρέπει να τη βγάλει 1 βδομάδα με μακαρόνια λόγω αφραγκίας; Μπούρδες! Η πιο δύσκολη στιγμή είναι αυτή που πρέπει να αδειάσεις το σπίτι που έζησες για πρώτη φορά ανεξάρτητος. Να πακετάρεις μαζί με τα πράγματά σου και τις αναμνήσεις των τελευταίων χρόνων που - κακά τα ψέματα - θα θυμάσαι για το υπόλοιπο της ζωής σου.
Ξέρω,
ίσως ακούγεται τετριμμένο, αλλά το φοιτητικό σου σπίτι υπήρξε το καταφύγιό σου για 3, 4, 5 ή όσα χρόνια τέλος πάντων. Ήταν αυτό που μόλις έκλεινες την πόρτα πίσω σου, βρισκόσουν στο δικό σου κόσμο, στον κόσμο που εσύ είχες δημιουργήσει. Και όταν έφευγες, ήξερες πως όταν επιστρέψεις θα είναι εκεί και θα σε περιμένει. Ήταν αυτό που ακόμα κι όταν πήγαινες στο πατρικό σου, όσο καλά και να περνούσες, πάντα ένιωθες ότι σου λείπει και ανυπομονούσες να ξαναγυρίσεις σε αυτό. Πάντα σκεφτόμουν ότι τη στιγμή που θα αρχίζω να μαζεύω τα πράγματά μου θα με πάρουν τα ζουμιά. Εε όπως και να το κάνουμε, 5 χρόνια είναι αυτά. Κάποιος μου είπε να μη δένομαι με τα ντουβάρια. Αν κρίνω από τη στεναχώρια αυτών των ημερών στη σκέψη της μετακόμισης, δίκιο έχει. Για μένα όμως αυτά τα ντουβάρια είναι συνδεδεμένα με τόσες αναμνήσεις. Μέσα σε αυτά πέρασα όμορφες στιγμές με τους φίλους μου, γέλασα, έκλαψα, ερωτεύτηκα, απογοητεύτηκα, ξενύχτησα (μεταξύ μας, όχι τόσο για διάβασμα), πέρασα το πρώτο μου μεθυσμένο βράδυ αγκαλιά με μια σφουγγαρίστρα (ναι είναι από τα highlights), ξυπνούσα κάθε πρωί ευχάριστα από τον κύριο που, κάνει βόλτες στα στενάκια της περιοχής με το ακορντεόν του. Όλα αυτά που τότε φαίνονταν μικρά και ασήμαντα, τώρα θα έδινα τα πάντα να γυρνούσα το χρόνο πίσω να τα ξαναζούσα. (Γιατί δεν κοβόμουν σε κανένα μάθημα να μείνω λίγο πιο πίσω;;) Κοιτάζω γύρω μου και βλέπω έναν άδειο χώρο. 5-6 κούτες έχουν μείνει πίσω από την πόρτα. Όλες μου οι αναμνήσεις από αυτά τα 5 χρόνια, κλεισμένες και σφραγισμένες σε 6 κούτες. Κλείνω τα μάτια και χάνομαι στο μικρό μου καταφύγιο για τελευταία φορά. Νομίζω ότι ακούω τους φίλους μου να χτυπάνε το κουδούνι, να γελάνε και να με παρακαλούν να τους φτιάξω οινόμελα. Ναι, κι αυτοί θα φύγουν. Το μυαλό μου αρνείται να δεχτεί ότι μια παρέα 4 χρόνων θα σκορπίσει. Ανοίγω τα μάτια. Όντως το κουδούνι χτυπάει. Δεν είναι όμως οι φίλοι μου. Είναι οι μεταφορείς που με βγάζουν από το όνειρό μου. Σφίγγω τα δόντια και κλείνω την πόρτα πίσω μου.
Ταμβάκη Χρύσα
Keywords
Τυχαία Θέματα