«Αγάπα το κελί σου…»*

Να όμως που στις μέρες μας η προϋπόθεση αυτή γίνεται όλο και πιο σχετική. Οι πρωτοφανείς συνθήκες ανέχειας μεγάλης μερίδας συμπολιτών μας, η κοινωνική πόλωση, η οργή εναντίον των «άλλων»: «προνομιούχων», «εκείνων που τα πήραν και δεν τα φέρνουν πίσω», των «φοροφυγάδων», «εκείνων που τα έβγαλαν έξω» κλπ., η αμετροέπεια των ΜΜΕ και οι γνωστές ανεπάρκειες του συστήματος απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα

έχουν αρχίσει να αποσυνδέουν την παραβατικότητα από την επιβολή ποινής και τη στέρηση της ελευθερίας. Όπως οι πολιτικοί κρατούμενοι της εποχής του εμφυλίου, του μετεμφυλιακού κράτους της δεξιάς ή της δικτατορίας καταδικάζονταν ως εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου με διατάξεις περί εσχάτης προδοσίας, ανατροπής του πολιτεύματος, συνεργασίας με τον εχθρό κλπ στις φυλακές της Ελλάδας του 2013 βρίσκονται ως καταχραστές του δημοσίου άνθρωποι που έχουν προφυλακισθεί ή καταδικασθεί για προφανείς λόγους σκοπιμότητας.

Πριν μερικές εβδομάδες επισκέφτηκε τον χώρο κράτησης μου η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Μου δόθηκε η ευκαιρία μιας σύντομης συνομιλίας με ένα από τα στελέχη της. Αφού παραπονέθηκα για τον τρόπο με τον οποίο είχε αντιμετωπισθεί το πρόβλημα υγείας που απέκτησα μετά την κράτηση μου και άκουσα δικαιολογίες και λόγους παρηγορητικούς έκανα το επόμενο βήμα. «Γνωρίζετε κύριε… ότι είμαι αθώος; Ότι καταδικάσθηκα χωρίς να υπάρχει το παραμικρό στοιχείο σε βάρος μου; Πως όταν ανοίχτηκαν οι τραπεζικοί μου λογαριασμοί ουδέν μεμπτό ανέκυψε; Τι σόι καταχραστής του δημοσίου είμαι όταν ο τρόπος ζωής και τα περιουσιακά μου στοιχεία είναι αυτά που δικαιολογούνται από τα εισοδήματά μου και σε κάθε περίπτωση ούτε μάρτυρας ούτε συγκατηγορούμενος κατέθεσε κάτι συγκεκριμένο εναντίον μου;»

Η απάντηση μου έλαβα με άφησε άφωνο. «Μην κουράζεστε» μου είπε. «Το ξέρουμε ότι είσθε αθώος όπως αθώοι είναι και πολλοί άλλοι που βρίσκονται σήμερα στις φυλακές. Δυστυχώς η κοινωνία μας έχει επιδοθεί σε ένα κυνήγι μαγισσών και τα δικαστήρια μας δεν μπορούν να προβάλουν αντιστάσεις».

Οι όποιες αμφιβολίες μου παρέμεναν για τη συνειδητή κατάλυση του κράτους δικαίου στο όνομα του εξευμενισμού της κοινής γνώμης, τις διέλυσαν συνομιλίες μου με ανθρώπους με βιώματα φυλακής από την εποχή του αντιδικτατορικού αγώνα. Ήταν έξαλλου αυτοί, επίλεκτα στελέχη της αστικής κοινωνίας, σήμερα συνομήλικοι ή μεγαλύτεροι μου σε ηλικία, που είχαν την εμπειρία της καταδίκης και της φυλάκισης από ποινικά δικαστήρια για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Συνήγορος μου, γνωστή προσωπικότητα του Αριστερού χώρου, θυμήθηκε την τρίχρονη παραμονή του στις φυλακές της Κέρκυρας «εκείνη την επί της γης κόλαση». «Να προσέχεις να μην αρρωστήσεις, να γυμνάζεσαι, να τρως και όταν δεν πεινάς, να γράφεις, να κρατάς το μυαλό σου καθαρό. Στο τέλος θα βγεις με το κεφάλι ψηλά.»

«Μα είναι δυνατόν να μου τα λες αυτά; Εσείς είχατε ένα κόσμο ολόκληρο πίσω σας. Ήσασταν ήρωες τουλάχιστον για μια μερίδα του κόσμου. Εγώ έχω τώρα το στίγμα του απατεώνα. Δεν είναι το ίδιο!»

«Όλοι γνωρίζουν ότι για να διατηρηθεί η κοινωνική ισορροπία χρειάζονται ανθρωποθυσίες. Πάντοτε συνέβαινε αυτό. Κανείς από όσους σε ξέρουν δεν πιστεύουν ότι είσαι ένοχος αλλά και κανείς δεν πρόκειται να διαμαρτυρηθεί δημόσια γιατί η εποχή δεν το σηκώνει. Πρέπει να το αντέξεις. Κάποτε θα δικαιωθείς».

Την απόφαση μου να γράψω αυτές τις γραμμές εδραίωσε τηλεφωνική μου συνομιλία με έναν άνθρωπο προχωρημένης ηλικίας, κάποτε το δεξί χέρι του ενός από τις δύο μεγαλύτερες πολιτικές προσωπικότητες της μεταπολίτευσης. Μίλησα και σε αυτόν για τον αφόρητο πόνο που αισθάνεται στη φυλακή ένας αθώος και τον αγώνα του να διατηρήσει την ψυχική και σωματική του υγεία.

«Να θυμάσαι τα λόγια του Ζαχαριάδη “αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαί σου και διάβαζε πολύ”. Να περπατάς, να γυμνάζεσαι, να θυμάσαι ότι και οι πολιτικοί κρατούμενοι της δικής μου εποχής δεν θεωρούνταν τότε πολιτικοί κρατούμενοι αλλά κοινοί εγκληματίες. Θα έρθει εποχή που οι άνθρωποι θα διαβάζουν για τα δικαστικά πεπραγμένα της Ελλάδας των μνημονίων και θα γελούν με συγκατάβαση. Ο χαρακτηρισμός «πολιτικός κρατούμενος» δίνεται από την ιστορία όχι από τους συγχρόνους. Συνέχισε με διαβεβαιώσεις για την πίστη του στην αθωότητά μου, ότι δεν διστάζει να το λέει κάθε φορά που το φέρνει ή συζήτηση, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο συνομιλητής του καθώς και να μου δίνει συμβουλές επιβίωσης στις φυλακές,

Η κοινωνική πίεση, για να μετατρέψει τις πολιτικές σκοπιμότητες σε ποινικά αδικήματα χρειάζεται τη σύμπραξη της δικαστικής εξουσίας. Το ένστικτο αυτοσυντήρησης των δικαστών, ατομικό και συλλογικό, και η εδραίωση του κοινωνικού ρόλου και της εξουσίας τους, δημιουργεί με την πάροδο του χρόνου φίλτρα ποινικοποίησης συμπεριφορών που λειτουργούν λίγο πολύ αυτόματα. Οι συνθήκες απονομής ποινικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα ευνοούν αυτόν τον αυτοματισμό. Η αυθαίρετη καταδικαστική κρίση του δικαστή είναι εύκολη υπόθεση επειδή δεν έχει να φοβηθεί ούτε κυρώσεις ούτε κριτική. Όπως είναι γνωστό στην Ελλάδα (και σε ορισμένες χώρες της υπό τη Σαχάρα Αφρικής) δεν μαγνητοφωνούνται τα πρακτικά της ποινικής δίκης. Μάλιστα την τελική ευθύνη για το περιεχόμενο τους δεν έχει ο Γραμματέας της έδρας αλλά ο Πρόεδρος του δικαστηρίου που θα εκδώσει την απόφαση, δηλαδή, Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει. Αμφισβήτηση του περιεχομένου των πρακτικών είναι προσπάθεια ατελέσφορη, ανήκει μάλιστα στις διαδικασίες εκείνες που οι δικηγόροι (για λόγους δικής τους αυτοπροστασίας) αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι.

Η ερμηνεία των αποδείξεων επαφίεται και πάλι στη κρίση του δικαστή. Η συναδελφική αλληλεγγύη σπάνια οδηγεί στην πλήρη ανατροπή πολύκροτων πρωτόδικων αποφάσεων που αφορούν καταχρήσεις κατά του δημοσίου. Όσον αφορά τις αγωγές κακοδικίας η δικαστική ιστορία των τελευταίων δεκαετιών δείχνει ότι έχουν τελεσφορήσει μόλις τρεις. Ο δικαστής γνωρίζει ότι ουδείς θα τον επικρίνει εάν είναι υπέρμετρα αυστηρός, ακόμη και σε βαθμό πλήρους αυθαιρεσίας. Όταν μάλιστα τα ΜΜΕ έχουν επενδύσει σε μια υπόθεση και έχουν δημιουργήσει στη κοινή γνώμη βεβαιότητες περί της ενοχής των εμπλεκομένων και προσδοκίες ότι ο κατηγορούμενος/θήραμα θα εξοντωθεί, οι πιθανότητες ότι θα βρεθεί δικαστής που θα αγνοήσει το λεγόμενο «κλίμα» ή/και θα παραβλέψει τον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί μέλος κάποιου παραδικαστικού κυκλώματος είναι πραγματικά ελάχιστες.

Ο σημαντικότερος όμως παράγοντας για την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σκοπιμότητας είναι η αδιαφορία της κοινής γνώμης για τους κατηγορούμενους, τις εξωφρενικές ποινές που τους υποβάλλονται και τα όσα συμβαίνουν στις φυλακές. Όλα αυτά αφορούν πάντα «τους άλλους», τους «εγκληματίες» και τους «κακούργους» στους οποίους και ο κάθε πολίτης δικαιολογημένα πιστευτεί ότι δεν ανήκει. Όταν και εάν έρθει κάποτε έρθει η δική του σειρά θα είναι οι άλλοι που θα αδιαφορήσουν για την τύχη του. Την κριτική εναντίον αυθαίρετων αποφάσεων δικαστηρίων αποφεύγουν στις ημέρες μας ακόμη και ειδικοί που δεν έχουν άμεσες εξαρτήσεις από τους μηχανισμούς απονομής ποινικής δικαιοσύνης όπως καθηγητές των Νομικών Σχολών της χώρας, έγκριτοι δημοσιογράφοι, δικηγορικοί σύλλογοι κλπ.

Θα πρέπει τέλος να παραδεχτεί κανείς ότι σε μια χώρα όπου το πολιτικό σύστημα και οι συναφείς θεσμοί έχουν απαξιωθεί η αμφισβήτηση της δικαιοσύνης που για τον πολύ κόσμο αποτελεί χώρο υπεράνω κριτικής θεωρείται στις μέρες μας μεγάλη και ανεπίτρεπτη πολυτέλεια.

Ο γνώστης των Ευρωπαϊκών θεσμών και διαδικασιών ίσως αναρωτηθεί γιατί δεν αναφερθήκαμε στις εγγυήσεις δίκαιης δίκης που προσφέρουν η Ευρωπαϊκή Σύμβαση και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Όσοι είναι εξοικειωμένοι με τα συμβαίνοντα στο χώρο της Ελληνικής ποινικής δικαιοσύνης γνωρίζουν καλά δύο πράγματα. Πρώτον, η χώρα μας έχει μία από τις χειρότερες επιδόσεις μεταξά των 45 χωρών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα αυτών των θεσμών. Οι σχετικές Ευρωπαϊκές καταδικαστικές αποφάσεις στοιχίζουν κάθε χρόνο στον Έλληνα φορολογούμενο (και όχι στους δικαστές που τις εξέδωσαν) αποζημιώσεις πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Δεύτερον, οι δικηγόροι στις ποινικές δίκες αποφεύγουν να μνημονεύσουν τις διατάξεις της Σύμβασης ή τη νομολογία του Δικαστηρίου επειδή φοβούνται τον επαρχιωτισμό των Ελλήνων δικαστών και τις συνέπειες για τον πελάτη τους. Επίσης για να φθάσει ένας κατηγορούμενος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πρέπει να εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούνται ενώπιον του Άρειου Πάγου. Έτσι πριν την τυχόν δικαίωση του, όταν και εάν έρθει, θα έχει ήδη εκτίσει μεγάλο μέρος ή και ολόκληρη την ποινή που αδίκως του επιβλήθηκε.

Συμπέρασμα. Όποιος εμπλέκεται με τα δημόσια πράγματα σε αυτή τη χώρα πρέπει να γνωρίζει ότι διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να βρεθεί κατηγορούμενος και να καταδικασθεί. Οι πιθανότητες να του συμβεί κάτι τέτοιο ακόμη και εάν είναι αθώος και τα εις βάρος του στοιχεία είναι ανύπαρκτα έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Το μόνο που χρειάζεται είναι δύο-τρείς εμπαθείς και μεθοδικοί εχθροί, με προσβάσεις στον κίτρινο και κυρίως στον λεγόμενο σοβαρό τύπο καθώς και ένα δυο τρία «πιασιάρικα» ευρήματα . Φυσικά τυχόν υπόγειες διαδρομές με την ηγεσία της δικαιοσύνης ποτέ δεν έβλαψαν. Εάν μάλιστα το θήραμα είναι επώνυμος οι πιθανότητες επιτυχίας πολλαπλασιάζονται.

Υπάρχει διέξοδος; Απάντηση γενικής ισχύος δεν υπάρχει. Όπως μου είπε στην αρχή της δικαστικής μου περιπέτειας σοφός και πολύπειρος φίλος «αυτό που θα τρέξεις δεν είναι αγώνας ταχύτητας αλλά μαραθώνιος, κράτα δυνάμεις για το τα τέλος και να θυμάσαι ότι εσύ είσαι ο καλύτερος δικηγόρος του εαυτού σου». Αυτό και κάνω.

*Ο συγγραφέας είναι κρατούμενος στις Ελληνικές Φυλακές.

.

Keywords
Τυχαία Θέματα