Είμαστε όλοι Βοστωνέζοι;

Το μιούζικαλ «Ένας Αμερικανός στο Παρίσι» θεωρείται από τα καλύτερα του είδους. Αλλ’ «Ο Ταμερλάνος στη Βοστώνη»; Μεταξύ πολιτικής φαντασίας και τηλεοπτικής κυριαρχίας, εξελίσσεται ως θρίλερ αστυνομικό από τη μικρή, μα παγκόσμιας εμβέλειας, οθόνη του CNN. Θα χρειαζόταν, σ’ άλλες περιπτώσεις, να διανύσει έξι ολόκληρους αιώνες και τεράστια απόσταση, ώστε ο Μογγόλος στρατηλάτης ν’ αποβιβαστεί στη Νέα Αγγλία. Χάρη στη συνωνυμία, οποιοδήποτε εμπόδιο καταργείται. Κι αν με τους στρατηλάτες

ασχολούνται οι ιστορικοί, για τους τρομοκράτες η ταυτοποίηση είν’ αρκετή. Πρόκειται για δύο μετανάστες, τους Ταμερλάν και Ντζοκάρ Τσερνάεφ απ’ τον Καύκασο, που διαδέχονται τους αδερφούς Καραμαζώφ στη ρώσικη πινακοθήκη των Αμερικανών. Ανθρωποκυνηγητό σ’ απευθείας μετάδοση, ύμνος στις δυνάμεις καταστολής, θρίαμβος του νόμου και της τάξης, ταφόπλακα στις οποιεσδήποτε προθέσεις της Κάθριν Μπίνγκελο για μεταφορά του επεισοδίου στο σινεμά. Αρκετά με τον Μπιν Λάντεν νεκροζώντανο, κάπου στην Κεντρική Ασία. Εδώ βρικολακιάζουν οι Δίδυμοι Πύργοι και οι τραγωδίες των σχολείων.

Τις λίγες τελευταίες μέρες, δηλαδή, είμαστε όλοι Βοστωνέζοι; Κάτι τέτοιο αφήνει να εννοηθεί ο πρόεδρος των ΗΠΑ, μιλώντας στην πρωτεύουσα της Μασαχουσέτης. Η Βοστώνη δηλώνει με τον πλέον επίσημο τρόπο, αποτελεί την καρδιά της Αμερικής. Ούτε το Σικάγο, ούτε η Νέα Υόρκη ή το Σαν Φρανσίσκο. Ούτε η Ουάσινγκτον, όπου ο Λευκός Οίκος. Η γενέτειρά του, η μικρή πατρίδα του, το σπίτι του εντέλει είναι η Βοστώνη.

Επομένως, αφού στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, ο προκάτοχός του μας έπεισε ότι όλοι είμαστε Αμερικανοί, ύστερα από όσα συμβαίνουν, μεταδίδονται και λέγονται, δεν μπορεί παρά να είμαστε όλοι Βοστωνέζοι. Σαν ν’ ακούω, ωστόσο, το ανυπότακτο πνεύμα της αντιλογίας να μη συμμορφώνεται απολύτως προς τας υποδείξεις.
Μάλιστα, παρατηρώντας τις τηλεοπτικές ανταποκρίσεις που όσο πλησιάζουν στην αλήθεια τόσο καταφέρνουν να την συσκοτίζουν, δεν διστάζει ν’ αναρωτηθεί με μιαν ορισμένη δόση κυνισμού. Θα ήμασταν, αλήθεια, όλοι Τεξανοί, αν τα ίδια ακριβώς ή παρόμοια είχαν συμβεί στο Χιούστον, για παράδειγμα, στο Γκάλβεστον, το ορμητήριο του πειρατή Λαφίτ ή στο Ντάλας;

Στο άκουσμα και μόνον της παραπάνω πόλης, απότομη σιωπή. Εκεί δεν είχε δολοφονηθεί ένας πρόεδρος μισόν αιώνα πριν; Κανένας μαραθώνιος δρόμος, καμιά κούρσα ταχύτητας, δεν είχαν προλάβει να εφευρεθούν οι τρομοκράτες καν. Μια απλή υποδοχή, στα πεζοδρόμια πολίτες να χειροκροτούν, ο Τζον κι η Τζάκι να τους χαιρετούν. Πυροβολισμοί, κραυγές, πανικός. Μια δολοφονία να στοιχειώνει την υπερδύναμη και τον κόσμο, έκτοτε. Όπως και τώρα, έτσι και τότε ανέλαβε το FBI, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών. Κάποιος δολοφόνησε τον δολοφόνο, όσοι γνώριζαν το παραμικρό θαρρείς τους «ρούφηξε» μια μαύρη τρύπα, κάθε νέα εκδοχή αμφισβητεί τις περασμένες. Ακόμη και στο «J.F.K.» του Όλιβερ Στόουν, η μισή αφήγηση, γυρισμένη ασπρόμαυρη, αμφισβητεί την υπόλοιπη μισή ταινία, μ’ έγχρωμη φωτογραφία.

Ζήτημα αποχρώσεων ή κάτι ελαφρώς πιο σκοτεινό;

Ταυτισμένο με το σοκ, το Ντάλας εξαφανίζεται σχεδόν απ’ την οθόνη. Σ’ ένα σινεμά όπου πρωταγωνιστούν η Καλιφόρνια γενικώς και το Λος Άντζελες ειδικώς, μικρό περιθώριο υπήρχε ανέκαθεν για τον «Στραγγαλιστή της Βοστώνης», για την «Ετυμηγορία», τον «Μάλκολμ Χ» ή το ερωτικό δράμα εποχής «Οι Βοστωνέζοι». Σπεύδουν πολλοί, μ’ αφορμή τον μαραθώνιο δρόμο που σκόρπισε τον τρόμο, ν’ αναγνωρίσουν τον ιστορικό ρόλο μιας πόλης-συμβόλου της επανάστασης εναντίον των Άγγλων, γνωστής για την πολιτική και πνευματική παράδοση, επικεφαλής της γυναικείας απελευθέρωσης, της επιστημονικής έρευνας, των κάθε λογής δικαιωμάτων, έδρα ιδρυμάτων, μουσείων, των «Celtics» του μπάσκετ, προπύργιο των Δημοκρατικών κι αφετηρία των ιρλανδικής καταγωγής Κένεντι.

Το φάντασμα του Τζον Κένεντι δεν λέει ν’ αποσυρθεί. Επανέρχεται στην επικαιρότητα, όχι γυρεύοντας να φωτιστεί επιτέλους η συνωμοσία, αλλά κάθε φορά που είτε το βαθύ κράτος, είτε το κτηνώδες πρόσωπο της Αμερικής δείχνουν τα δόντια τους. Αν ο Τζορτζ Μπους, για να μας «πείσει» ότι είμαστε Αμερικανοί, κατέφυγε στο εκβιαστικό δίλημμα «μ’ εμάς ή εναντίον μας» προετοιμάζοντας την Αμερικανική Σταυροφορία στο Ιράκ, δέκα χρόνια ύστερα από το τέλος εκείνου του πολέμου, πάλι χρειάζεται να συνταχθούμε, μ’ άλλον τρόπο κι άλλην αφορμή.

Ναι, είμαστε όλοι Βοστωνέζοι επειδή δεν πρέπει να νικήσουν ο φόβος, το έγκλημα, η παράνοια, η τυφλή βία κι η πανίσχυρη επιχείρηση όπλων, στην οποία ο Μπαράκ Ομπάμα αντεπιτίθεται. Όμως, πρόκειται για την μία Αμερική εναντίον της άλλης. Δεν παρεμβαίνουμε, ώστε να μην παρεμβαίνουν.

Keywords
Τυχαία Θέματα