Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ, ΤΗΝ ΤΡΟΪΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΓΚΑΘΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ

Είναι απορίας άξιον γιατί έχει ξεσπάσει τόση μεγάλη επικοινωνιακή τρικυμία σχετικά με τις διαφωνίες της τρόικας. Ολημερίς κι ολονυχτίς, την τελευταία εβδομάδα, ακούμε για αδιέξοδο στις συζητήσεις. Συσκέπτονται, συσκέπτονται και λευκός καπνός δεν βγαίνει. Υπάρχει περίπτωση να έχει αυτό καμία επίπτωση στο πρόγραμμα δανειοδότησης ή να δημιουργήσει μείζονα κρίση στις σχέσεις με τους δανειστές μας; Όχι.

Αν υπήρχε, δεν θα έβγαινε ο Στουρνάρας να δηλώνει, τελευταία στον Γκάρντιαν, ότι η Ελλάδα

είναι ένα βήμα πριν την ανάκαμψη, ότι το Grexit έχει κλείσει οριστικά. Δεν θα ζητούσε μετ’ επιτάσεως ο Βενιζέλος ανασχηματισμό. Δεν θα δήλωνε, με απόλυτο τρόπο, ο Κουβέλης ότι δεν πρόκειται να δεχθεί απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και διατήρηση του «χαρατσιού» της ΔΕΗ. Δεν θα διαβεβαίωνε με κατηγορηματικό τρόπο ο Σαμαράς ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν νέα μέτρα και πως από τον Ιούνιο και μετά τα πράγματα θα καλυτερέψουν.

Δεν μπορεί να υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα και το κουαρτέτο της διακυβέρνησης, δηλαδή ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών και οι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ να εκπέμπουν σε άλλη συχνότητα. Δεν μπορεί να είναι τόσον ανεύθυνοι και άσχετοι που να ομιλούν για το μέλλον και να μην έχουν διασφαλίσει το παρόν. Αν οι διαφωνίες στα τρία ουσιαστικά θέματα (απολύσεις στο δημόσιο, «χαράτσι» της ΔΕΗ, ρυθμίσεις για ληξιπρόθεσμες οφειλές) ήταν αγεφύρωτες τότε κανείς δεν θα μιλούσε για την επόμενη μέρα. Εάν επρόκειτο η κυβέρνηση να ηττηθεί στα τρία αυτά θέματα ο κυβερνητικός συνεταιρισμός θα εδιαλύετο. Άρα, όσα δηλώνονται θα ήταν λόγια του αέρα και οι προαναφερθέντες πολιτικοί θα έπρεπε να ψάξουν να βρουν λαγούμι για να κρυφτούν.

Το πιθανότερο λοιπόν που μπορεί να συμβεί είναι να υπάρξει οριστική συμφωνία για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, μια κατ’ αρχήν συμφωνία για τη διαδικασία και το χρόνο επίλυσης του δημοσιοϋπαλληλικού και μια συσχέτιση του «χαρατσιού» με το εν αναμονή φορολογικό. Με τρόπο που ούτε η μία πλευρά να θεωρείται χαμένη από τη διαπραγμάτευση ούτε και η άλλη κερδισμένη. Δεν θα ‘ναι η πρώτη φορά που θα συμβεί κάτι τέτοιο, και πάντως δεν μπορεί ο Έλληνας πρωθυπουργός να πάει αύριο στις Βρυξέλλες και να απασχολήσει τη Σύνοδο Κορυφής ξανά με το «ελληνικό πρόβλημα». Ούτε τον Αντώνη Σαμαρά συμφέρει ούτε τους πολιτικούς προϊσταμένους του κλιμακίου της τρόικας.

Ο μεν Σαμαράς επειδή δεν θα ήθελε να αμαυρωθεί η καλή εικόνα αξιοπιστίας που έχει φιλοτεχνήσει, οι δε Ευρωπαίοι ηγέτες επειδή θα έπρεπε να παραδεχτούν ότι τα καλά λόγια που όλο το προηγούμενο διάστημα έλεγαν για τη χώρα μας δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Επιπροσθέτως, η καγκελάριος Μέρκελ και η λουθηρανή παρέα της έχουν τώρα να αντιμετωπίσουν το «ιταλικό πρόβλημα» και δεν θα ήθελαν η αντιμετώπιση αφενός να πάρει χαρακτήρα αντιπαράθεσης Βορρά-Νότου ή να θέσει σε αμφισβήτηση τη δημοσιονομική «συνταγή» της λιτότητας που εκτός των άλλων θα ήγειρε εκ νέου θέμα για το ευρώ.

Και φυσικά, διευκολύνει τους δανειστές μας να μας έχουν υπό διαρκή και δημόσια αμφισβήτηση, κάθε φορά που έρχεται για έλεγχο η τρόικα, αξιοποιώντας οπωσδήποτε και τις δικές μας υστερήσεις, αβελτηρίες και ανεπάρκειες, ώστε να προωθούν στο παρασκήνιο, όπου γίνονται και οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, με μεγαλύτερη ευκολία και χωρίς αντιστάσεις τα συμφέροντά τους.

Ο ως άνω συλλογισμός εάν έπρεπε να διανθιστεί και με κάποια επιμέρους στοιχεία αυτά θα ήταν: Πρώτον, ο Τόμσεν και η παρέα του με το να εμφανίζονται σαν «σκληρά καρύδια» δικαιολογούν το ρόλο και την αμοιβή τους, χωρίς να αποκλείεται και η προώθηση άλλων, ιδιοτελών και ξένων προς την αποστολή τους, συμφερόντων. Δεύτερον, τα Μέσα Ενημέρωσης συχνά δραματοποιούν τα γεγονότα για λόγους τηλεθέασης, ακροαματικότητας και κυκλοφορίας ή γιατί ενίοτε «στρατεύονται» σε πολιτικά ακόμη και επιχειρηματικά συμφέροντα. Τρίτον, η κυβέρνηση θέλει να δίνει την εντύπωση ότι είναι η μαχητική της στάση αυτή που παράγει αποτελέσματα και άρα είναι άδικη η κατηγορία περί υποτέλειας στους δανειστές που της απευθύνει η αντιπολίτευση.

Βέβαια, και όλα τα ανωτέρω να συμβαίνουν, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό δεν έχει σημασία, η αλήθεια είναι μία: το μνημόνιο δεν εκτελείται με τον τρόπο που έχει συμφωνηθεί, εξ ου και οι διαφωνίες με το κλιμάκιο της τρόικας κάθε φορά που έρχεται για έλεγχο. Και η αιτία δεν είναι μόνον η ανεπάρκεια της πολιτικής τάξης -της κυβερνώσας κατά μείζονα λόγο, αλλά και της αντιπολιτευομένης. Ούτε οι χρόνιες αγκυλώσεις του δημοσίου, οι δυσπλασίες του οικονομικού συστήματος και οι κοινωνικές αντιδράσεις. Η κυριότερη αιτία είναι ότι η «συνταγή» είναι λάθος. Δεν είναι ότι δεν θέλουμε ή δεν προσπαθούμε, δεν μπορούμε πλέον να αντέξουμε έκτο χρόνο ύφεσης. Με -25% του ΑΕΠ και 30% ανεργία δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή ούτε οικονομία ούτε καν Δημοκρατία.

Και είναι λάθος τα προβλήματα να παραπέμπονται για αργότερα είτε για να μην διαταραχτούν ισορροπίες είτε επειδή πιστεύουμε ότι θα καλυτερέψουν οι συνθήκες είτε επειδή θα μας «κουρέψει», μετά τις εκλογές στη Γερμανία, η Μέρκελ. Εχθές ο χρόνος ήταν σύμμαχος. Σήμερα είναι εχθρός. Ο κόμπος έφτασε στο χτένι. Ό,τι δεν λύνεται, κόβεται…

Keywords
Τυχαία Θέματα