ΚΑΛΑ ΔΕ ΝΤΡΕΠΟΝΤΑΙ, ΤΟΣΗ ΞΕΦΤΙΛΑ ΠΙΑ, ΤΟΣΗ…

«Καλά, δε ντρέπονται». Αυτή ήταν η αντίδραση άμα και απορία του μικρού μου γιού, όταν άκουσε πως μαθητές στοιβάζονται σε καρότσες αγροτικών για να πάνε στο σχολείο. Κάθε μέρα διανύουν μέχρι και 40 χιλιόμετρα για να πάνε από τα χωριά τους, τα χωριά του Σουλίου, στην Παραμυθιά. Για να μάθουν γράμματα.

Νομίζω πως ο Βασίλης κατάφερε σε τρεις λέξεις να συμπυκνώσει όλη την ξεφτίλα του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Όσα λόγια κι αν πουν τα ραδιόφωνα και οι εφημερίδες, όσες λέξεις κι αν γράψουν οι εφημερίδες, πιο βραχύλογη και περιεκτική και συνάμα καταλυτική περιγραφή για την χρεωκοπία

μας, ως κοινωνία, δεν θα καταφέρουν να δώσουν.

Μετά τις τρεις λέξεις, και μάλιστα από ένα παιδί, ένα συμμαθητή τους από την Αθήνα, όλα τα άλλα είναι περιττά. Τι περισσότερο να πεις; Πόσο πιο ισχυρά επιχειρήματα μπορεί να περιέχει μια αποδοκιμασία και καταγγελία από το «καλά, δε ντρέπονται»;

Όταν μικρά παιδιά, μαθητές, στοιβάζονται σε καρότσες αγροτικών και σε κλούβες ημιφορτηγών, τι αξία έχει να μάθουμε πως η μεταφορά τους σταμάτησε επειδή το κράτος δεν ήταν εντάξει στις οικονομικές του υποχρεώσεις απέναντι στο τοπικό ΚΤΕΛ; Πόσο ενδιαφέρον έχει να πληροφορηθούμε αν για το γεγονός ευθύνεται το υπουργείο Παιδείας ή το υπουργείο Εσωτερικών; Όποιος και να ευθύνεται ξεφτιλισμένος είναι. Και να αναγκαστεί να το διορθώσει, πάλι ξεφτιλισμένος θα ‘ναι.

Σημασία έχει πως τα Σουλιωτόπουλα και οι Σουλιωτοπούλες αντιμετωπίζονται σαν σακιά με πατάτες, σαν αμνοερίφια, σαν εμπορικό, κτηνοτροφικό ή άχρηστο προς διακίνηση υλικό. Μικρή δε αξία έχει αν αυτό γίνεται στο ηρωικό Σούλι ή στον ένδοξο Μυστρά. Γιατί το ίδιο ακριβώς πράγμα γίνεται και σε περιοχή της πρωτευούσης του Δεσποτάτου του Μωρέως -μιας άλλης ιστορικής κοιτίδας του ελληνισμού. Και σίγουρα θα γίνεται ή θα γίνει οσονούπω και αλλού.

Το θέμα δεν είναι που γίνεται, αλλά τι γίνεται. Κι αυτό που γίνεται δεν είναι απλώς αντιπαιδαγωγικό, είναι αντικοινωνικό, απαράδεκτο, απάνθρωπο, βάρβαρο, αισχρό και κατάπτυστο. Είναι μαχαιριά και βόλι στην όποια, ελάχιστη, αξιοπρέπεια μάς έχει απομείνει. Είναι φτύσιμο στα μούτρα. Εμετός για τον εκπεσμό μας.

Και ελπίζω -Θεός φυλάξοι και κούφια να ‘ναι η ώρα- τώρα που και ο καιρός αρχίζει και χαλάει μη γίνει και κάνα ατύχημα και βάψουμε τα χέρια μας και με το αίμα των παιδιών μας. Γιατί παιδιά όλων μας είναι οι μαθητές του Σουλίου και του Μυστρά, της κάθε περιοχής που δοκιμάζεται, τούτες τις παράξενες και βάναυσες μέρες του μνημονίου που ζούμε.

Ξέρω ανθρώπους που τη δεκαετία του ’50 και του ’60, του περασμένου αιώνα, περπατούσαν τρεις ώρες για να πάνε από το χωριό τους στο σχολείο και άλλες τόσες για να γυρίσουν στο σπίτι τους. Όμως αυτό γίνονταν πριν από 50 και 60 χρόνια. Εκεί θα γυρίσουμε; Εντάξει γυρίζουμε, οικονομικά, 30 χρόνια πίσω. Αλλά και κοινωνικά μισό αιώνα; Αυτό καταφέραμε; Αυτό θέλουμε; Σ’ αυτό αποσκοπούν όλες οι θυσίες που γίνονται;

Αν είναι έτσι, το επόμενο στάδιο είναι η Κατοχή, μετά ο Μεσοπόλεμος και ύστερα η Τουρκοκρατία. Αντί για μπρος, ό

Keywords
Τυχαία Θέματα