Ο ανακριτής που έγινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας

Στα 34 του χρόνια, έγινε διεθνώς γνωστός, όταν ανέλαβε τη θέση του ανακριτή στην πολύκροτη υπόθεση της πολιτικής δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Μία υπόθεση που έφερε εις πέρας με επιτυχία, πριν ακόμα κάνει τις μεταπτυχιακές του σπουδές (1965-1967) στο Παρίσι. Στην πραγματικότητα, κέρδισε την παγκόσμια καταξίωση, λόγω της παραδειγματικής γενναιότητας με την οποία επιτέλεσε -κατά γενική ομολογία από το σύνολο του δημοκρατικού πολιτικού κόσμου της χώρας- το έργο του, παρά τις αφόρητες πιέσεις που δέχθηκε από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή τότε και την ηγεσία της Δικαιοσύνης και των Σωμάτων

Ασφαλείας της εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι η στάση του αποτυπώθηκε ως «δείγμα γενναιότητας» στην ταινία «Ζ» (από το «Ζει») του Κώστα Γαβρά, που στηρίχθηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού, με υπόθεση ακριβώς τη δολοφονία Λαμπράκη.

Ειδικότερα, στις 13 Σεπτεμβρίου 1963, ο Ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης διέταξε σε συμφωνία με τον εισαγγελέα Δελαπόρτα την προφυλάκιση των ανώτατων αξιωματκών της Χωροφυλακής, διαλύοντας την παραμικρή αμφιβολία στην κοινή γνώμη για την εμπλοκή κράτους και παρακρατικών στην δολοφονία του ειρηνηστή βουλευτή της Αριστεράς. Είχε προηγηθεί η προσπάθεια της ηγεσίας της Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες, ενώ η ανακριτική ομάδα δεχόταν απροκάλυπτες πιέσεις κυρίως από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα πρωθυπουργό της Χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια. Παρόλα αυτά κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι δεν επρόκειτο για «τροχαίο ατύχημα», όπως εμφανιζόταν από κυβέρνηση και αστυνομία, αλλά για προμελετημένο έγκλημα και να αποκαλύψει του ηθικούς αυτουργούς του. Έτσι, τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα της πανίσχυρης Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, από τον διευθυντή της αστυνομίας Ευθύμιο Καμουτσή, τον επιθεωρητή Βορείου Ελλάδος Κωνσταντίνο Μήτσου και άλλους που παραπέμφθηκαν για παράβαση καθήκοντος. Στους ηθικούς αυτουργούς, συμπεριλαμβανόταν ο επικεφαλής της παρακρατικής οργάνωσης στην οποία ανήκε ο Γκοτζαμάνης, Ξενοφών Γιοσμάς (γνωστός και ως «Φον Γιοσμάς» λόγω της προηγούμενης καταδίκης του ως δοσίλογου στην κατοχή) και ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης, διοικητής του αστυνομικού τμήματος Τριανδρίας, όχι όμως και ο υπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος «Δίωξης Κομουνιστών» που έμεινε στο απυρόβλητο, παρότι σύμφωνα με μαρτυρίες του Εμμανουηλίδη και άλλων, την ημέρα του εγκλήματος είχε υποδείξει ως στόχο της «αντισυγκέντρωσης» τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Τελικά, για τη δολοφονία καταδικάστηκαν οι Γκοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης, ενώ ο Γιοσμάς καταδικάστηκε μόνο για διατάραξη της κοινής ειρήνης.

Ο όλος χειρισμός του Χρήστου Σαρτζετάκη στην υπόθεση θεωρείται πως δεν υπήρξε καθόλου …άσχετη, με την μετέπειτα «τύχη» του, όταν το 1968, επί Χούντας, απολύθηκε από το Δικαστικό Σώμα και στη συνέχεια συνελήφθη δύο φορές, βασανίστηκε στο κολαστήριο της οδού Μπουμπουλίνας, ΕΑΤ-ΕΣΑ και φυλακίσθηκε για περίπου έναν χρόνο χωρίς να περάσει από δίκη. Ακόμα και η απόλυσή του από τις φυλακές της Χούντας, ήρθε μόνο μετά από διεθνή κατακραυγή το 1971. Η πραγματική «δικαίωσή» του όμως, ήρθε πολύ αργότερα, όταν με την κατάρρευση της Χούντας, τον Σεπτέμβριο του 1974 αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία του, αναλαμβάνοντας χρέη Εφέτη. Στα 52 του χρόνια, το 1981 γίνεται Πρόεδρος Εφετών και έναν μόλις χρόνο αργότερα Αρεοπαγίτης.

Και ενώ η ανέλιξή του στο Δικαστικό Σώμα θεωρείται ταχεία, δεν άργησε καθόλου να μπει στη ζωή του η πολιτική. Το 1985, με το ΠΑΣΟΚ ήδη στην εξουσία επί τέσσερα χρόνια, ο Ανδρέας Παπανδρέου τον προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας και η εκλογή του έρχεται στις 29 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, μέσα από την στήριξη του ΠΑΣΟΚ και των κομμάτων της Αριστεράς. Η ανάδειξή του «στιγματίστηκε» από δύο προβλήματα Συνταγματικού Δικαίου, τα «χρωματιστά ψηφοδέλτια» (ψηφοδέλτια διαφορετικού χρώματος που καταγγέλθηκαν ως απόπειρα ακύρωσης του μυστικού χαρακτήρα της εκλογής από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση της ΝΔ) και την «ψήφο Αλευρά», ήτοι το γεγονός ότι ψήφισε ο τότε Πρόεδρος της Βουλής Γιάννης Αλευράς, ως μη όφειλε, καθώς εκτελούσε χρέη Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά την πρόωρη παραίτηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης θα παραμείνει στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας μέχρι τις 5 Μαΐου 1990, μένοντας και πάλι στο μυαλό των πολιτών ως ο άνθρωπος που άσκησε τα καθήκοντά του με απόλυτη προσήλωση στο Σύνταγμα, ιδιαίτερα κατά την ταραγμένη πολιτικά περίοδο 1989-1990, με τις εκλογικές αναμετρήσεις να μη δίνουν απόλυτη πλειοψηφία σε κανένα κόμμα και την επικαιρότητα να χρωματίζεται έντονα από το Ειδικό Δικαστήριο που δίκαζε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Όσο για την φράση που «σημάδεψε» την θητεία του ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, υπήρξε η δήλωσή του «είμαστε έθνος ανάδελφον», που γνώρισε μεγάλη αποδοχή.

Δείτε εδώ όλο το ιστορικό αφιέρωμα.

Keywords
Τυχαία Θέματα