Ο Κουφοντίνας και η στέρηση του αυτονόητου

07:49 9/3/2014 - Πηγή: Matrix24

Δεν πάμε καλά. Όμως αυτό είναι γνωστό. Αλλά, όπως πάμε στην Ελλάδα του 21ου αιώνα θα πρέπει να ξαναανακαλύψουμε τα αυτονόητα. Να ανανοηματοδοτήσουμε τις ατομικές ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα. Ειδάλλως, φιρί φιρί τραβάμε ντουγρού για να κατρακυλήσουμε στο μεσαιωνικό σκοταδισμό και το κυνήγι των Μαγισσών.

Ειδικά τώρα, όταν βιώνουμε μια συγκυρία κατά την οποία δοκιμάζονται οι αντοχές του δημοκρατικού μας πολιτεύματος από τη σφοδρή λιτότητα, την απειλή πλήρους χρεωκοπίας της χώρας και την ολοκληρωτική εθνική ταπείνωση

της. Και ειδικότερα όταν οι ιστορικές εμπειρίες μας έχουν δείξει ότι οι ελευθερίες και τα δικαιώματα που με κόπο κατακτήθηκαν και με μάχες εδραιώθηκαν, πολύ εύκολα μπορούν να φαλκιδευτούν, να υπονομευθούν ή να καταργηθούν

Γιατί τα λέω όλα αυτά τώρα; Μα φυσικά, για τις αντιδράσεις που προκάλεσε η έκδοση του βιβλίου του Δημήτρη Κουφοντίνα. Σαφώς και είναι δικαίωμα του καθενός να έχει αντίθετη γνώμη για την απόφασή του φυλακισμένου εκτελεστή της 17Ν να γράψει και να κυκλοφορήσει ένα βιβλίο. Είναι επίσης αποδεκτό σε οποιονδήποτε να «αναγουλιάζει», να «ντρέπεται», να « σιχαίνεται τα ματωμένα λεφτά» πριν προλάβει να διαβάσει τι γράφει το συγκεκριμένο βιβλίο.

Ακόμα, μπορούν να κριθούν ως σεβαστοί οι χαρακτηρισμοί ενός εκάστου ο οποίος αποδίδει στο «Λουκά» της 17Ν ότι παραμένει αδιόρθωτος, αμετανόητος, αμεταμέλητος. Όμως, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κανείς, το ζήτημα δεν εδράζεται σε όλα αυτά. Εξάλλου σε μια δημοκρατική κοινωνία ούτε η κατανάλωση αποτελεί πρόβλημα. Αγοράζεις ένα βιβλίο ή το αφήνεις να σκονίζεται στο ράφι.

Το πρόβλημα ξεκινάει όταν διάφορες καθεστωτικές, αγοραίες και εμμονικές πένες, έντυπες ή ηλεκτρονικές, έχουν προκαταβολικά βγάλει φιρμάνι απαγόρευσης της ελεύθερης διακίνησης κάθε άποψης, ενάντια μάλιστα στους κανόνες της Δημοκρατίας. Παραμερίζοντας καταρχήν ότι ο Κουφοντίνας έχει δίκαια δικαστεί για τις πράξεις του, ορθώς καταδικαστεί για αυτές και εκτίει σήμερα την ποινή του.

Παραβλέποντας, ακόμα, ότι το βιβλίο του συνιστά μια προσωπική μαρτυρία και όχι ένα ιστορικό τεκμήριο. Αγνοώντας επιμελημένα, τέλος ότι ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως πολιτικός κρατούμενος. Και ως τέτοιος είχε το δικαίωμα να εμφανιστεί στο δικαστήριο κατά την υπεράσπισή του.

Από πού κι ως πού , λοιπόν, ανασύρουν χάριν εντυπώσεων ένα άρθρο του Ποινικού κώδικα, για όποιον εγκωμιάζει δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο έγκλημα που διαπράχθηκε και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη; Στο κάτω κάτω γιατί δεν τον μηνύουν; Και ακόμα χειρότερα γιατί αυτοί οι ευαίσθητοι ανθρωπιστές δεν ενήγαγαν σε διεθνή δικαστήρια τον Τόνι Μπλερ και το Τζορτζ Μπους που στα βιβλία τους εγκωμίασαν με το ιδιότυπο τρόπο τα δικά τους αιματηρά μακελειά στο Ιράκ και το Αφγανιστάν;

Το επιχείρημα ότι αυτοί ήταν εκλεγμένοι ηγέτες και όχι αντάρτες πόλεων αποτελεί στάχτη στα μάτια. Προφανώς, για να αποκρύψουν δολίως ότι η ελευθερία της έκφρασης προστατεύεται ρητώς στο άρθρο 14 του ελληνικού Συντάγματος. Αν, όμως, αυτό τους φαντάζει λίγο, γιατί δεν ρίχνουν μια ματιά στην Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών που κατοχυρώνει την ελευθερία του λόγου;

Γίνεται φανερό ότι με την υπερπροβολή της υποτιθέμενης ανηθικότητας του, «βουτηγμένου στο αίμα», Κουφοντίνα να εκθέσει της δική του εκδοχή των γεγονότων, επιδιώκεται ένας ντόρος που θέλει να υπερβεί προκλητικά ότι αποτελεί ύψιστο χρέος όλων των Ελλήνων πολιτών: την προστασία του συντάγματος και του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας.

Ωστόσο, ο αποπειρόμενος σάλος στοχεύει στην αποσιώπηση ότι την ελευθερία της έκφρασης κάθε συγγραφέας την παίρνει μόνος του. Και λογαριασμό γι΄ αυτήν δίνει αποκλειστικά στη συνείδησή του. Είτε πρόκειται για το Ρενάτο Κούρτσιο και το Μάριο Μορέτι των «Ερυθρών Ταξιαρχιών», είτε για το Κρίστοφ Βάκερνάγκελ και το Γκίντερ Σόννεμπεργκ της «Φράξιας Κόκκινος Στρατός» (ομάδας Μπάαντερ Μάινχοφ) -που ως ισοβίτες έγραψαν βιβλία στις φυλακές-, αυτοί μόνο γνωρίζουν πόσο καθαρά γνήσια και ανόθευτα συναλλάχθηκαν μαζί της.

Όλη η υπόλοιπη, καλλιεργημένη, συκοφαντική σύγχυση απέναντί στην ελεύθερη έκφρασή τους δεν αποτέλεσε παρά το ελεεινό κάλυμμα για το ότι η στέρηση, ο περιορισμός και η λογοκρισία βασικών δικαιωμάτων του πολίτη, από σκοπιμότητα, άγνοια ή ανοησία, σπέρνουν το φόβο και εκτρέφουν την τρομοκρατία.

Δεν θέλω να αναφερθώ σε παραδείγματα του παρελθόντος, παρά μόνο για να υπενθυμίσω ότι η ιστορία δεν διδάσκει. Θα σταθώ μόνο σε ένα. Το 1990 όταν η τυφλή επαναστατική βία της 17 Ν βρισκόταν εν πλήρη εκτελεστική και αιματηρή δράση, απειλώντας παράλληλα τον εγχώριο Τύπο για λάσπη, συκοφαντία, κυνισμό και εξυπηρέτηση εξόφθαλμων συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, επτά διευθυντές δημοκρατικών εφημερίδων προφυλακίστηκαν.

«Αδίκημά» τους η αντίσταση στο αντισυνταγματικό, χουντικής έμπνευσης νομοθέτημα της τότε κυβέρνησης Μητσοτάκη, που απαγόρευε τη δημοσίευση προκηρύξεων τρομοκρατών και τρομοκρατικών οργανώσεων. Η γενναία αντίδραση των συγκεκριμένων δημοσιογράφων συνίστατο σε μια απλή διατύπωση: «Ο Τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται».

Σήμερα, που η 17 Ν είναι εξαρθρωμένη και ο εκτελεστικός, τουλάχιστον, βραχίονας της βρίσκεται επί 12 χρόνια στη φυλακή, υπάρχουν ακόμα υστερικές δημοσιογραφικές φωνές που θεωρούν την έκδοση και τη διάθεση του βιβλίου του Κουφοντίνα περίπου κολάσιμη η πράξη. Και επειδή μάλλον κρίνουν εξίσου καταδικαστέες και τις όποιες ιδέες δεν συντονίζονται με τις δικές τους, σχεδόν επικαλούνται την επαναφορά εκείνων των προ 25ετίας αντιδημοκρατικών διατάξεων.

Δυστυχώς, κινδυνολογώντας εναντίον ενός «ξεδοντιασμένου τέρατος» επιχειρούν να θεμελιώνουν μέσα στην ψευδοορθολογική αλλοφροσύνη τους την στέρηση του αυτονόητου. Ευτυχώς, όμως, η μειονοτική επικοινωνιακή επιρροή τους δεν ρυμουλκεί τη κοινωνία σε αντιδημοκρατικά πειράματα υποταγής σε οποιοδήποτε αυταρχισμό.

Keywords
Τυχαία Θέματα