ΟΙ ΒΙΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΚΑΛΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ...

Το 1985 έγιναν εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ο τότε πρόεδρος της Ν.Δ. και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τις πολιτικοποίησε στο έπακρο. Στους τρεις μεγάλους δήμους της χώρας, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά, έχρισε υποψηφίους τρία κορυφαία

στελέχη της συντηρητικής παράταξης. Τον Μιλτιάδη Έβερτ, τον Σωτήρη Κούβελα και τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο. Η Ν.Δ. κέρδισε και τους τρεις μεγάλους δήμους και τις πολιτικές εντυπώσεις.

Ο τρόπος που αντέδρασε ο τότε πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ήταν παροιμιώδης και έμεινε στην Ιστορία. «Νίκησε η Αυτοδιοίκηση» είπε και συνέχισε να κυβερνά. Η δήλωση του Α. Παπανδρέου, ανεξαρτήτως του αν θεωρήθηκε πνευματώδης και πετυχημένη ή της πολιτικής σκοπιμότητας που περιείχε, περιέγραφε μια απλή αλήθεια. Αυτή που σήμερα αρνούνται όλοι. Και όχι μόνον την αρνούνται, αλλά και διαστρέφουν το νόημα της ψήφου. Ό,τι δηλαδή στις δημοτικές εκλογές εκλέγουμε δημάρχους, στις περιφερειακές, περιφερειάρχες και στις ευρωεκλογές, ευρωβουλευτές. Δεν εκλέγουμε κυβέρνηση. Τα μέλη του Κοινοβουλίου, από τα οποία αρύεται η δεδηλωμένη της κυβερνήσεως, εκλέγονται στις βουλευτικές εκλογές.

Ναι, αλλά σήμερα είναι διαφορετικές οι συνθήκες θα πει κάποιος. Αν τα δύο κόμματα που συγκροτούν τη κυβέρνηση λάβουν χαμηλό ποσοστό ή η αξιωματική αντιπολίτευση, εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ, λάβει μεγαλύτερο τότε υπάρχει πολιτική απονομιμοποίηση της κυβερνήσεως ή ακόμη χειρότερα θα πέσει η κυβέρνηση, όπως δήλωσε, από κατανοητή αλλά ασύγγνωστη κομματική και προσωπική ιδιοτέλεια, ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως και επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος. Σύμφωνοι, όμως αν ήταν έτσι θα έπρεπε, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, κάθε φορά που κερδίζει τις τοπικές ή τις ευρωπαϊκές εκλογές η αντιπολίτευση να έχουμε ως επακόλουθο τη διενέργεια βουλευτικών εκλογών. Και τούτο επειδή κάθε φορά «οι συνθήκες είναι διαφορετικές».

Κάθε φορά η αντιπολίτευση για λόγους κομματικής συσπείρωσης και φθοράς της κυβερνήσεως (ορισμένες φορές και η κυβέρνηση για λόγους εκβιασμού του εκλογικού σώματος) έχει λόγο να βαφτίζει τις επιμέρους εκλογικές αναμετρήσεις ως «δημοψήφισμα». Και επειδή τις βαφτίζουν θα πρέπει και να γίνεται; Όχι βέβαια και, ευτυχώς, δεν γίνεται. Ούτε στα καθ' ημάς ούτε στην αλλοδαπή. Σε διαφορετική περίπτωση θα είχαμε κάθε τρεις και λίγο εκλογές.

Αν είναι έτσι να προσθέσουμε στο Σύνταγμα και μια επιπλέον παράγραφο που να ορίζει ότι εκλογές γίνονται και στην περίπτωση που η αντιπολίτευση λάβει μεγαλύτερο ποσοστό από την κυβέρνηση στις αυτοδιοικητικές και ευρωπαϊκές εκλογές. Αν κάποιος έχει αυτή την άποψη να την καταθέσει και να τη συζητήσουμε. Και αν εγκριθεί να τη βάλουμε και στο Σύνταγμα. Καμία αντίρρηση.

Μέχρι να γίνει αυτό η Βουλή διαλύεται (δηλαδή λήγει πρόωρα η βουλευτική περίοδος) και προκηρύσσονται εκλογές εφόσον δεν είναι δυνατός ο σχηματισμός Κυβέρνησης που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Αυτό λέει το Σύνταγμα. Επίσης, σύμφωνα πάντα με το Σύνταγμα, εκλογές μπορεί να προκαλέσει η ίδια η κυβέρνηση, μέσω της διάλυσης της Βουλής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προκειμένου να υπάρξει ανανέωση της λαϊκής εντολής προς την Κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει κάποιο εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Ακόμη, σύμφωνα πάλι με το Σύνταγμα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές νωρίτερα από το τέλος της τετραετίας, αν έχουν παραιτηθεί ή καταψηφιστεί από τη Βουλή δύο Κυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα. Τέλος, η Βουλή διαλύεται και προκηρύσσονται εκλογές αν μετά από τρεις ψηφοφορίες αδυνατεί να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Αυτά λέει το Σύνταγμα. Για αποτέλεσμα δημοτικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών εκλογών, ως λόγο διάλυσης της Βουλής, δεν λέει τίποτε. Μπορούμε φυσικά αν θέλουμε να το προσθέσουμε. Μέχρι όμως να το προσθέσουμε δε πα' να λέει ο Τσίπρας, δε πα' να λέει ο Βενιζέλος, δε πα' να λέει ο Καμμένος, δε πα' να λέμε εγώ και σεις, ισχύει ότι λέει το Σύνταγμα. Αν φυσικά η κυβέρνηση -προσοχή η κυβέρνηση και μόνο αυτή και όχι η αντιπολίτευση- ερμηνεύσει το αποτέλεσμα ως "εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας" πάω πάσο. Το ίδιο ισχύει και αν παραιτηθούν ή καταψηφιστούν από την παρούσα Βουλή δύο κυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα. Εκεί δεν έχουμε πάει ακόμη. Τουλάχιστον ακόμη. Αν πάμε, καλώς.

Ξέρω, θα μου πείτε ότι αυτά είναι θεσμικά και τυπικά θέματα και αυτό που προέχει είναι η πολιτική συγκυρία. Κατανοητό, αλλά το πρόβλημα σε τούτη τη χώρα είναι ότι έχουμε μάθει να γράφουμε στα παλαιότερα των υποδημάτων μας τα θεσμικά και συνταγματικά προβλεπόμενα και να υποτάσσουμε τα πάντα στην πολιτική συγκυρία και τις κομματικές προτεραιότητες. Γι' αυτό, ή το ορθότερη και γι' αυτό, πάμε κατά διαόλου.

Με όλα αυτά δεν θέλω να υποστηρίξω ότι δεν ισχύει η «δημοψηφισματική διάλυση της Βουλής» ως απάντηση σε περίπτωση προφανούς δυσαρμονίας της κυβέρνησης με το λαϊκό αίσθημα. Ισχύει, ως συνταγματικοπολιτική ερμηνεία όμως και όχι ως συνταγματική πρόνοια. Ως τέτοια υπήρχε στο Σύνταγμα του 1975 που καταργήθηκε στην αναθεώρηση του 1986. Σε κάθε πάντως περίπτωση πρέπει να διαπιστωθεί στη Βουλή και όχι να τίθεται ως κριτήριο διακρίβωσής της η αυτοδιοικητική και ευρωπαϊκή κάλπη. Έπεται αυτής και δεν προηγείται. Καλό θα ήταν λοιπόν να περιμένουμε το αποτέλεσμα, να κινηθούν οι προβλεπόμενες από το Σύνταγμα κοινοβουλευτικές διαδικασίες και βλέπουμε.

Όσοι λοιπόν το θέτουν πριν αποφανθούν ο λαός και η Βουλή το κάνουν είτε για λόγους κομματικής τακτικής είτε για δημιουργία πολιτικών εντυπώσεων είτε για να εκβιάσουν το εκλογικό σώμα. Θεμιτά όλα, αλλά και θεσμικά απαράδεκτα, ενώ σε κάθε περίπτωση υπάρχει και η κοινωνία και η οικονομία που δεν μπορούν να είναι διαρκώς όμηροι των πολιτικών παιγνίων και σκοπιμοτήτων της συγκυρίας.

Ναι, να συμφωνήσω να φύγει η παρούσα κυβέρνηση. Να φύγει όμως με θεσμικό τρόπο και όχι με βάση τι θέλει ο Τσίπρας, τι δεν θέλει ο Βενιζέλος ή τι σχεδιάζει ο Σαμαράς. Και λέω ότι πρέπει να γίνει έτσι γιατί διαφορετικά θα το βρει μπροστά της και η επόμενη. Κάποτε αυτή τη χώρα πρέπει να μάθουμε να διοικείται με θεσμούς και κανόνες και όχι με το έτσι θέλω ορισμένων.

Προέχει λοιπόν να εκλέξουμε δημάρχους και περιφερειάρχες στις 18 Μαΐου, ευρωβουλευτές στις 25 και από τις 26 συζητάμε και για το πότε θα εκλέξουμε βουλευτές και νέα κυβέρνηση. Μπορεί τον Ιούνιο, μπορεί το Νοέμβριο, μπορεί και αργότερα. Εξαρτάται ποιός θα νικήσει: η αυτοδιοίκηση ή τα κόμματα. Μπορεί το αποτέλεσμα να 'ναι τόσο εκκωφαντικό που, οι κυβερνώντες, όχι να μην μπορούν, αλλά να μην θέλουν να μείνουν. Όπως μπορεί και να είναι τέτοιο που και να θέλουν να μην μπορούν να φύγουν. Υπομονή λοιπόν λίγες μέρες. Και ψυχραιμία. Άπαντες...

Keywords
Τυχαία Θέματα