Ποιος πληρώνει το τρομπόνι;

Αναμενόμενο. Το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος δρομολογεί τη διαγραφή των χρεών και των υποχρεώσεων ύψους 230 εκατ. ευρώ του υπερδανεισμένου Μεγάρου Μουσικής. Η γαλαντομία, ωστόσο, του κατά τα άλλα φειδωλού, οικονομικού επιτελείου με τη συνδρομή του άνετου, όταν πρόκειται για τα λεφτά των άλλων, υπουργείου πολιτισμού δεν είναι καινοφανής.

Υπακούει στην ίδια ασυλλόγιστη, άμυαλη και άφρονα πολιτική , τη τόσο επιζήμια για το κοινό συμφέρον, που οδήγησε τη χώρα στη πτώχευση με την αδυναμία εξυπηρέτησης των δικών

της δανείων. Και ακόμα χειρότερα επαναλαμβάνει τις παρωχημένες πρακτικές υπάκουης εξυπηρέτησης της ξιπασιάς μεγαλόσχημων ιδιωτικών καπρίτσιων εις βάρος της άδειας τσέπης των φορολογούμενων πολιτών.

Δεν είναι άγνωστο ότι το Μέγαρο Μουσικής επί δύο δεκαετίες υπό την απόλυτη εγγύηση των υπέρογκων δανείων του από το ελληνικό κράτος και την παχυλή ετήσια επιχορήγησή του από αυτό, δρούσε σαν ανεξάρτητο πριγκιπάτο εντός της επικράτειας. Σχεδίαζε, διαχειριζόταν και σπαταλούσε το δημόσιο χρήμα χωρίς να ελέγχεται και δίχως να λογοδοτεί σε κανένα και πουθενά.

Παράλληλα με τις θηριώδεις επιχορηγήσεις , τις τακτικές και έκτακτες ενισχύσεις που αποσπούσε από το υπουργείου πολιτισμού, απολάμβανε προνομιακά τις χορηγίες των μεγαλύτερων επιχειρηματικών οικογενειών της χώρας, κρατικών οργανισμών και τραπεζών, στερώντας σημαντικά κεφάλαια, κρίσιμα για την επιβίωση άλλων πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Κοινώς, καρβέλια για το μνημείο ματαιοδοξίας και ψίχουλα για τα λοιπά εργαστήρια της δημιουργικότητας.

Κατάφερε, όμως αυτός ο κατά τα άλλα αξιόλογος υψηλών προδιαγραφών, πλην αμφιλεγόμενης αισθητικής, πολιτιστικός οργανισμός , που ταυτόχρονα εγγυόταν παιχνίδια οικονομικής και πολιτικής επιρροής λόγω της συνάφειάς του με την εκάστοτε εξουσία, να φουντάρει. Παρότι χρηματοδοτείτο ποικιλοτρόπως, κατά παρέκκλιση και κατ” εξαίρεση με μυθώδη ποσά από χορηγίες, δάνεια, δωρεές, κοινοτικούς πόρους και κάθε λογής κονδύλια.

Παρότι, ακόμα, οι Έλληνες πολίτες ενίσχυαν το Μέγαρο υλικά, ορατώς ή αοράτως. Είτε αμέσως με τον οβολό τους ως επισκέπτες και καταναλωτές των υπηρεσιών του, είτε εμμέσως ως φορολογούμενοι μέσω επιχορηγήσεων του κρατικού προϋπολογισμού. Και τώρα καλούνται να καλύψουν και τη «μαύρη τρύπα» που κληροδότησε στο Δημόσιο η ηγεμονική ιδιωτική διοίκηση που θεωρούσε αυτοδικαίως κτήμα της το κρατικοδίαιτο Μέγαρο. Δυστυχώς το σπασμένο μάρμαρο δεν κολλάει με νότες.

Η αλήθεια είναι ότι με αντικειμενικά κριτήρια το Μέγαρο Μουσικής είναι πλέον ένας μη βιώσιμος οικονομικά, παθογενής και προβληματικός οργανισμός. Ωστόσο, ως η σημαντικότερη πολιτιστική παραγωγή στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, οφείλει να επιβιώσει υπό ένα νέο μικρότερο, βιώσιμο και λειτουργικό μοντέλο. Δεν είναι και το ευκολότερο μπροστά στα ανυπέρβλητα αδιέξοδά του.

Το πρόβλημα, όμως, εντοπίζεται στους χειρισμούς της κυβέρνησης η οποία προτίθεται να εκπληρώσει τα δάνειά του λαμβάνοντας ως αντιστάθμισμα το δεύτερο, μικρότερο και φτωχότερο κτίριο του Μεγάρου, αποκτώντας ταυτόχρονα και την πλειοψηφία στο διοικητικό συμβούλιο. Κινήσεις που εγείρουν μείζον ηθικό ζήτημα σε εποχή σκληρής λιτότητας και λουκέτων σε νοσοκομεία ή σχολεία. Και κυρίως σε περίοδο εξαντλητικής συρρίκνωσης επιχειρήσεων στις οποίες όχι μονό δεν χαρίζουν ορισμένα δάνεια, με το πρόσχημα ότι δεν τα έχουν εγγυηθεί, αλλά τους επιβάλουν θανατηφόρα υπερφορολόγηση.

Σίγουρα το «φέσωμα» των φορολογουμένων δεν αποτελεί στη τρέχουσα συγκυρία ακλόνητη εγγύηση για μη πλήρη απαξίωση του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού συγκροτήματος. Ειδικότερα, αν με ξοφλημένες νοοτροπίες το Μέγαρο δεν ενταχθεί στα πλαίσια μιας γενικότερης πολιτικής επί του πολιτισμού συνδεδεμένης με τις ανάγκες της κοινωνίας και τον εθνικό σχεδιασμό, ο ξεπεσμός του θα τείνει να συναντήσει αυτόν της χώρας.

Και τότε όχι μόνο θα πάνε στράφι οι πρόσθετες επιβαρύνσεις των πολιτών αλλά το Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας θα το σερβίρει τσάμπα σε κάποιο Μαικήνα ιδιώτη, επαναλαμβάνοντας μια όπερα που παίχτηκε καταστροφικά.

Keywords
Τυχαία Θέματα