Φιλαρέτη Κομνηνού: «Οι δαίμονές μας κυνηγούν τη ζωή μας…»

Συνέντευξη στη Φωτεινή Παπαδάκη

«Ποιος τη ζωή μας, ποιος την κυνηγά», τη ρωτήσαμε και μας απάντησε ευθύβολα και ειλικρινά «οι δαίμονές μας και αυτά που τόσο καιρό τα βλέπουμε, αλλά δεν τα κυνηγάμε εμείς».

Η Φιλαρέτη Κομνηνού, η γνωστή πρωταγωνίστρια του θεάτρου και της τηλεόρασης, μιλά για τον ρόλο της στη μουσική παράσταση, που είναι αφιερωμένη στον Μίκη Θεοδωράκη. Θυμάται μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές της καριέρας της και μιλά για τον κινηματογράφο που, όπως αποκαλύπτει, είναι το απωθημένο

της. Αναφερόμενη στην Ελλάδα δηλώνει πως «είναι ο Κρόνος που τρώει τα παιδιά του» και μιλώντας για τη μετανάστευση των νέων τονίζει πως «οι προηγούμενες γενιές θα έπρεπε να ντρέπονται που μετέτρεψαν τα παιδιά σε οικονομικούς μετανάστες»…

«Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά»… μια παράσταση αφιερωμένη στον Μίκη Θεοδωράκη. Πώς κρίνετε το ανέβασμά της αυτήν τη συγκεκριμένη οικονομική-πολιτική-κοινωνική περίοδο;

Βλέπω ότι τα δυο τελευταία χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης στο θέατρο ο κόσμος έχει ανάγκη και από μεγάλο θέαμα και από παραστάσεις που έχουν θετικό μήνυμα. Στη συγκεκριμένη παράσταση, φαίνεται πως θέλουν να κάνουν μια βουτιά στο παρελθόν, βλέποντας ότι δύσκολες εποχές υπήρχαν και παλαιότερα, αλλά καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ταυτόχρονα, στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει και μια ανάγκη για εκτόνωση μέσα από τη μουσική. Γιατί τελικά οι πολιτικές – κομματικές αξίες μπορεί να εκφυλίζονται, αλλά αυτό που έχει διαχρονική αξία είναι η μουσική και η τέχνη γενικότερα.

Τι θέση έχει στη ζωή σας το έργο του μεγάλου αυτού μουσικοσυνθέτη; Υπάρχουν εμπειρίες σας που είναι ταυτισμένες με τα τραγούδια του;

Εγώ ανήκω σε μια γενιά που μεγάλωσε με τα τραγούδια του Μίκη. Τα τραγουδούσαμε ως φοιτητές στις πορείες, γιατί ήμασταν ακριβώς μετά τη Μεταπολίτευση, τότε που το φοιτητικό κίνημα ήταν σε έξαρση. Με αυτά τα τραγούδια κάναμε τις πορείες μας στα Στάδια. Θυμάμαι ακόμα τον εαυτό μου στις κερκίδες του Παλαί Ντε Σπορ να τραγουδάω με πολύ πάθος, με πολλή ελπίδα και ανάγκη να ονειρευτώ. Η γενιά η δική μου έχει ταυτίσει τα τραγούδια του με τα χρόνια της νιότης της.

Υποδύεστε τη μητέρα του Μίκη Θεοδωράκη στο έργο. Πώς βιώνετε τον ρόλο αυτόν;

Δίνεται ιδιαίτερη σημασία και έκταση στα παιδικά χρόνια του Μίκη. Ο ίδιος αναφέρεται πολύ συχνά στους γονείς του και λέει πως, χωρίς αυτούς, ίσως να μην κατάφερνε να γίνει αυτό που έγινε. Οι άνθρωποι αυτοί πούλησαν ένα κτηματάκι που είχαν για να του αγοράσουν ένα κοστούμι και ένα ζευγάρι παπούτσια, προκειμένου να τον στείλουν στην Αθήνα να σπουδάσει. Δυο σκηνές, μάλιστα, από όλη την παράσταση τις έγραψε ο ίδιος και αφορούν τη μητέρα του. Η μία είναι εκείνη κατά την οποία η μητέρα του συναντιόταν κρυφά μαζί του και του έδινε τα ρούχα πλυμένα, όταν ήταν κυνηγημένος, και η άλλη είναι η τελευταία σκηνή που συνάντησε τη μητέρα του στην κλινική όταν εκείνη είχε πάθει ένα είδος Αλτσχάιμερ και δεν τον αναγνώριζε πια. Επομένως, καταλαβαίνετε τη συγκίνηση που νιώθω.

Υπάρχει κάποιο τραγούδι από αυτά που έχει γράψει ο Μίκης Θεοδωράκης, το οποίο έχετε ξεχωρίσει;

Ανακάλυψα το «Αξιον Εστί» και ιδιαίτερα το τραγούδι «Με το λύχνο του άστρου». Τη στιγμή που ο Κώστας Μακεδόνας το τραγουδάει είμαι πάνω στη σκηνή και αυτή η εμπειρία είναι, πιστέψτε με, πολύ δυνατή για εμένα.

Τελικά, ποιος τη ζωή μας… ποιος την κυνηγά;

Οι δαίμονές μας και αυτά που τόσα χρόνια τα ξέρουμε, τα λέμε, αλλά δεν τα βάζουμε απέναντι να τα κυνηγήσουμε εμείς και μας κυνηγάνε αυτά. Είναι αυτά τα ελαττώματα της φυλής μας που μας πληγώνουν. Τα σκάνδαλα υπήρχαν εδώ και δεκαετίες, αλλά υπήρχε μια συνενοχή. Επιτρέπαμε να συμβαίνουν, γιατί μας βόλευε αυτή η κατάσταση. Δεν υπήρχε συλλογική συνείδηση. Αδιαφορούσαμε για αυτό που λέγεται κράτος.

Είστε απόφοιτη του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Το βιογραφικό σας είναι πλούσιο από θεατρικές, αλλά και τηλεοπτικές εμφανίσεις. Ποιες έχουν αποτυπωθεί έντονα στη μνήμη σας;

Εχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από τις «Μάγισσες της Σμύρνης». Αγάπησα πολύ τον ρόλο της Αττάρτης…

Μια εξίσου σημαντική στιγμή της καριέρας σας θα λέγαμε πως είναι η εμφάνισή σας στη σειρά «Εκτέλεση», στην οποία ερμηνεύσατε μια από τις πιο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες: Τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Θέλω να μου περιγράψετε αυτή την εμπειρία σας.

Ήταν αρχές του ’90. Είχα μάθει πολλά πράγματα για τη ζωή της Κοτοπούλη, η οποία βέβαια ήταν ένα «ιερό τέρας». Πρόκειται για την πρώτη μου συνεργασία με τον Κουτσομύτη και ήταν μια υπερπαραγωγή: Ταξιδέψαμε στην Αλεξάνδρεια, στη Βιέννη, στην Κωνσταντινούπολη και ήταν η πρώτη μου επαφή με την τηλεόραση. Ηταν αρχή και είχα εντυπωσιαστεί που στην τηλεόραση γίνονταν σπουδαία πράγματα και με κινηματογραφικές προδιαγραφές.

Εξακολουθείτε να έχετε την ίδια άποψη για την τηλεόραση;

Απλώς τώρα έχω γειωθεί. Η αλήθεια είναι ότι ήμουν πολύ προσεκτική στις τηλεοπτικές δουλειές μου. Δεν ήταν ποτέ πρόχειρες και πάντα φρόντιζα να είναι με μονοκάμερο, για να είναι πιο κινηματογραφικές οι λήψεις. Φρόντιζα να κάνω δουλειές που μου δίνουν την ψευδαίσθηση ότι κάνω σινεμά.

Αγαπάτε πολύ τον κινηματογράφο, λοιπόν. Ωστόσο, δεν έχετε συμμετάσχει σε πολλές ταινίες. Είναι το απωθημένο σας αυτό;

Τον αγαπώ πολύ τον κινηματογράφο και, ναι, μπορεί να είναι το απωθημένο μου. Μερικές φορές τα σενάρια που μου έδιναν δεν μου άρεσαν ιδιαίτερα. Είμαι πολύ φαν του κινηματογράφου όμως και παρακολουθώ συχνά. Ωστόσο, εκτός από αυτόν με ενδιαφέρουν πολύ και τα ταξίδια. Ταξιδεύω αρκετά στην Ευρώπη για να βλέπω θέατρο και ξένους ηθοποιούς.

Ερχεστε, λοιπόν, σε επαφή με ανθρώπους του εξωτερικού. Πώς αντιμετωπίζουν την Ελλάδα και αυτό που βιώνει;

Στην Ευρώπη μάς λυπούνται και κάποιοι νομίζουν ότι δεν έχουμε καν Ιντερνετ… Στο Μεξικό, που ταξίδεψα πρόσφατα, μας θαυμάζουν… μάλλον λόγω της ιστορίας μας.

Εσείς πώς θα χαρακτηρίζατε τον Ελληνα;

Θέλετε να σας πω τα συμπεράσματα για τον χαρακτηρισμό του λαού μας από μια αμερικανική έρευνα; Κατά κάποιον τρόπο, συμφωνώ κι εγώ. Λοιπόν, τα συμπεράσματα είναι τα εξής: Ο Ελληνας είναι ευφυής, αλλά και γεμάτος προλήψεις. Θερμόαιμος, δραστήριος, αλλά και ανοργάνωτος. Φιλότιμος, αλλά και εγωιστής. Και καταλήγει η έρευνα: Παράξενο πλάσμα. Λυπηθείτε τον, θαυμάστε τον και, αν μπορείτε προσπαθήστε, να τον ταξινομήσετε.

Εχετε πει ότι αισθάνεστε ντροπή που είστε Ελληνίδα. Ποιοι είναι οι λόγοι που σας γέννησαν αυτό το αίσθημα;

Μερικές φορές νιώθεις ότι η λαμογιά έγινε το εθνικό μας σπορ. Οταν διαπιστώνεις ότι πάρα πολύς κόσμος είχε διοχετεύσει όλη του τη φαιά ουσία στο να βρει τρόπους να κάνει την απατεωνιά του, λογικό είναι κάποια στιγμή να πεις «ντρέπομαι». Δυστυχώς, οι άνθρωποι που είναι στην εξουσία είναι οι πρώτοι στην απατεωνιά και, μάλιστα, ορισμένοι από αυτούς ελάχιστα έχουν τιμωρηθεί. Αισθάνομαι, τελικά, ότι πρέπει να καθαρίσει αυτός ο τόπος και να ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή.

Αυτό το «οικονομικό τσουνάμι», όπως το έχετε χαρακτηρίσει, σας έχει παρασύρει και εσάς;

Καμιά φορά, λόγω της δουλειάς μου, δεν έχω απόλυτη επαφή με την πραγματικότητα. Η οικονομική κατάσταση όμως με επαναφέρει, γιατί αυτήν τη στιγμή ζω από τη δουλειά μου, δεν έχω ούτε περιουσίες ούτε οικονομικό απόθεμα. Πέρυσι ειδικά, δεν είχα την πολυτέλεια να ασχοληθώ με τα θέματα της Τέχνης και έπρεπε να δω τη ζωή μου πιο πρακτικά. Είχα αγοράσει ένα σπίτι και είχα μπλέξει με διάφορα γραφειοκρατικά θέματα. Ευτυχώς, τα πράγματα έχουν καλυτερεύσει λίγο.

Πώς αντιλαμβάνεστε, ως μητέρα, την έξοδο των νέων στο εξωτερικό;

Η Ελλάδα έχει γίνει ο Κρόνος που τρώει τα παιδιά του. Οπότε, γιατί να μη φύγουν στο εξωτερικό; Οι γενιές που έχουν προηγηθεί θα πρέπει να ντρέπονται που έχουν οδηγήσει αυτά τα παιδιά σε μια τέτοια οικονομική εξορία.

«Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας. Δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει». Το πιστεύετε πραγματικά;

Ιδεολογικά θα ήθελα να το πιστεύω, στην πραγματικότητα, όμως, όταν γνωρίζω ότι τεράστιες εκτάσεις στα νησιά και τη Χαλκιδική αγοράζονται από ξένους μεγιστάνες, αυτό με προσγειώνει δυσάρεστα.

Keywords
Τυχαία Θέματα