Ο γάιδαρος και το πηγάδι!

Από τη ΝΟΡΑ ΡΑΛΛΗ

Τελευταία νομίζω πως βλέπω και πως ακούω πράγματα που μετά φαίνονται σαν να μην υπάρχουν. Θα έπαιρνα όρκο πως είδα κυβέρνηση να εκλέγεται και, μάλιστα, με πολλά κόμματα και χρώματα και αρώματα, αλλά ακόμη δεν την έχω δει… Πού είναι;
Θα έπαιρνα όρκο πως άκουσα τη λέξη «επαναδιαπραγμάτευση» και, μάλιστα, από όλα τα κόμματα της κυβέρνησης με τα πολλά χρώματα και αρώματα, αλλά πλέον δεν την ακούω καθόλου… Πού είναι; Εδώ την είδα, εκεί την άκουσα, πού την έχασα, εντέλει; Είναι, όμως, και αυτές δύσκολες εποχές.

Ο tempora, o mores! Χάνει ο πολίτης τον πρωθυπουργό και ο πρωθυπουργός τις λέξεις. Ξεχνάει ο κόσμος να μιλά και παίρνει τα καδρόνια. Και ο φασισμός κυριαρχεί στα μαρμαρένια αλώνια…
Και μετά από το άνωθι ομοιοκατάληκτο παραλήρημα, ας περάσουμε από τη δημοτική παράδοση (και ουχί τη δημοκρατική) στους μύθους του τόπου τούτου, που τείνει να ξεχάσει και τη μιλιά και τη λαλιά του, πόσω μάλλον τη μυθολογική του υπόσταση: Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας γάιδαρος με μεγάλα αφτιά. Και το παχνί του άρεσε και αρχοντιά ήθελε και δουλευταράς ήταν. Αλλά ήταν και άτυχος, γιατί μια μέρα εκεί που περπατούσε –δίπλα πάντα στον αφέντη του– κάνει έτσι μια, πραφ, και πέφτει μέσα σ’ ένα πηγάδι. Βάζει τις γαϊδουροφωνάρες του ο γάιδαρος, τρέχει ο αφέντης και προσπαθεί να βρει τρόπο να τον βγάλει στην επιφάνεια. Αλλά εκεί που πολλά σκεφτόταν, κατέληξε πως πιο πολύ θα του κόστιζε να βγάλει το ζωντανό απ’ το πηγάδι παρά να το αφήσει εκεί για πάντα. Μια και δυο, λοιπόν (καθώς για το έγκλημα χρειάζεσαι και συνεργούς), φωνάζει τους χωριανούς να έρθουν να τoν βοηθήσουν να θάψουν τον γάιδαρο ζωντανό. Και δώσ’ του να πετούν χώμα στο πηγάδι – φτυαριές ολόκληρες.
Ο γάιδαρος, στην αρχή, δεν καταλάβαινε τι γινόταν. Μια και δυο, όμως, πήρε στροφές και πολύ καλά το κατάλαβε πως ο αφέντης του γινόταν και ο εκτελεστής του. Αυτός που υπηρετούσε πιστά τόσα χρόνια, που τον φρόντιζε και τον τάιζε για τη δουλειά που έβγαζε, τώρα έθαβε και τον ίδιο και την ανάμνησή του (κάθε προσομοίωση με τον σημερινό Έλληνα… δεκτή!). Αρχίζει, λοιπόν, ακόμα χειρότερες γαϊδουροφωνάρες – τόσο δυνατές που τον άκουσαν ακόμη και στο γερμανικό κοινοβούλιο και σκιάχτηκαν. Μετά από λίγο, ωστόσο, ησύχασε.
Εν τω μεταξύ, ο χωρικός συνέχιζε τη δουλειά του. Έριχνε χώμα αβέρτα, αλλά του έκανε εντύπωση που τίποτε δεν άκουγε και έκανε μια έτσι, τακ, και κοίταξε μέσα στο πηγάδι να δει πώς προχωράει το έργο του. Και τι να δει;! Ο γάιδαρος κάθε που του έριχναν φτυαριά με χώμα, έκανε μια έτσι, φρρρ, το τίναζε από την πλάτη του, πατούσε πάνω του και ανέβαινε σιγά σιγά στην επιφάνεια… Μέχρι που την έφτασε. Και έζησε αυτός καλά κι εμείς;;;
… Εμείς να ’χαμε ενός γαϊδάρου γνώση και μια χαρά θα ήμασταν. Αλλά, το παίζουμε άνθρωποι, βλέπεις, και δη Ελληναράδες. Omorfandra mou, Έλληνα δουλευταρά!

Keywords
Τυχαία Θέματα