Παραμύθι για έναν δεκάχρονο έλληνα μιγά

Ο Ηριδανός είναι το κρυφό ποτάμι της Αθήνας που φανερώνεται μόνο όταν φθάνει στην περιοχή του Κεραμεικού. Πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο γιο του Ωκεανού, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία. Ο παππούς Αχιλλέας πάλι τον εγγονό του τον αποκαλεί χαϊδευτικά «Ηρίδο μου».
Ο Ηριδανός είναι ένα δεκάχρονο «όμορφο αγόρι – είναι μιγαδάκι». Ο πατέρας του είναι Αφρικανός, κατάγεται από την Μπουρκίνα Φάσο. Έφυγε από την πατρίδα του για να σπουδάσει στην Ευρώπη και να γνωρίσει τον κόσμο. «Τίποτα απ’ αυτά δεν έγινε∙ έφτασε στην

Ελλάδα, γνώρισε την κόρη του παππού Αχιλλέα και να ο Ηριδανός!» που λέγεται και Νάμπα.
Ο παππούς λατρεύει τον εγγονό του ο οποίος έχει «μια σοβαρότητα μεγάλου, που πολλές φορές περιόριζε την παιδικότητά του». Μένουν στην ίδια πολυκατοικία κι όποτε ο μικρός έχει απορίες τηλεφωνεί στον παππού για να ρυθμίσουν τις ώρες των «συνεδριάσεών» τους στο διαμέρισμα του τελευταίου. Ο Ηριδανός κάθεται στον καναπέ, ερωτά κι ο παππούς «που ήταν δάσκαλος πάνω από σαράντα χρόνια» του απαντά με μελετημένη προσοχή και στοργική προθυμία.
«Ήξερε ότι στα παιδιά πρέπει να απαντάς∙ δεν πρέπει να τα αφήνεις με μπερδεμένες σκέψεις στο μυαλό τους, γιατί μπορεί όταν μεγαλώσουν να θεωρούν ότι δεν είναι και σπουδαίο να μπερδεύεις τα πράγματα, τις έννοιες» γράφει για τον παππού Αχιλλέα ο Βασίλης Κρεμμυδάς (στη φωτογραφία αριστερά) στην αρχή αυτού του αναπάντεχου «Παραμυθιού για τον μετανάστη» που έγραψε με τίτλο «Ο θείος από την Αμερική» (Τυπωθήτω, 2012).
Ο Ηριδανός είχε προβλήματα στο παλιό του σχολείο, οι ντόπιοι συμμαθητές του τον έλεγαν «αράπη». Στο καινούργιο πολυφυλετικό δημοτικό του σχολείο, αυτής της «νέας καθημερινότητας», τα πράγματα είναι κάπως πιο ανεκτά.
Τα μεγάλα ερωτήματα ωστόσο, οι προβληματισμοί που ορίζουν αυτή την ιστορία, ξεκινούν από τη στιγμή που «η δασκάλα μου είπε πως είμαι μετανάστης» κι ότι ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο θα έπρεπε να προσπαθεί περισσότερο – μαζί με κάποια άλλα παιδιά μεταναστών – στην ορθογραφία και γενικότερα στα μαθήματά του.
Ο παππούς Αχιλλέας σκέφτεται τότε ότι πρέπει να αναλάβει ενεργό δράση. Αρχικά εξηγεί στον μικρό γιατί δεν είναι μετανάστης όπως του είπε η δασκάλα του. «Μετανάστης είναι αυτός που γεννήθηκε και έζησε κάποια χρόνια της ζωής του σε μια χώρα και μετά έφυγε από κει και ζει σε μια άλλη χώρα» του λέει, εκθέτοντας σταδιακά τους λόγους (φτώχεια, αναζήτηση εργασίας, πόλεμοι κτλ).
Ο Ηριδανός όμως γεννήθηκε και μεγαλώνει στην Ελλάδα. «Άρα δεν είμαι μετανάστης!» αναφωνεί ικανοποιημένος. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα παρακολουθούμε τον παππού σε μια συγκινητική προσπάθεια να βρει έναν «τρόπο» (συνεχώς αμφιβάλλει αν κάνει αυτό που είναι το σωστό κι αν το κάνει καλά) ώστε ο εγγονός του «να μαθαίνει και να απελευθερώνεται∙ να μαθαίνει για όσα έγιναν κάποτε∙ να μαθαίνει ότι ο κόσμος δε γεννήθηκε όταν γεννήθηκε εκείνος».

Ο Ηριδανός ταξιδεύει, με τη βοήθεια του παππού, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και αρχίζει σιγά σιγά να καταλαβαίνει τις αιτίες της μετανάστευσης. «Πριν από 1

Keywords
Τυχαία Θέματα