Ποια είναι η «δίκαιη» σύνταξη;

Του ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΠΑΤΣΑΚΗ

Στον κοινωνικό διάλογο, απουσιάζει σταθερά η διατύπωση προτάσεων και επιχειρημάτων αναφορικά με το ποσό που κάθε απεργόμενος της ενεργού δράσης δικαιούται να λάβει για το υπόλοιπο της ζωής του, καθώς και για το ποσοστό της αναπλήρωσης του ονομαστικού του εισοδήματος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου.
Όπως είναι γνωστό, ο υπολογισμός της σύνταξης βασίζεται ‒κυρίως‒ σε δεδομένα όπως:
1. Το μέσο ονομαστικό εισόδημα από εργασία εξαρτημένης ή ανεξάρτητης απασχόλησης.
2. Τη διάρκεια της περιόδου εισφορών, με βάση αναφοράς σήμερα τα 40 χρόνια.
3.

Την ηλικία συνταξιοδότησης.
Όπως αντιλαμβάνεστε, λείπουν παράμετροι όπως:
α. Το συνολικό ποσό εισφορών.
β. Οι αποδόσεις τους.
γ. Το προσδόκιμο ζωής.
Στοιχείο, εξάλλου, που δεν έχει μέχρι σήμερα ουδόλως θιχθεί, συνιστά και το επίπεδο διαβίωσης, σε βαθμό που να εξασφαλίζει τις βασικές κοινωνικές ανάγκες (στέγη, διατροφή, ασφάλεια και προαγωγή της υγείας, μόρφωση και ψυχαγωγία κ.ά).
Βεβαίως, σε υπερβολικό βαθμό, σε σύγκριση με άλλες κοινωνίες, στην Ελλάδα οι συνταξιούχοι συνεχίζουν να ενισχύουν τους κατιόντες, πολλές φορές σε καθοριστικό βαθμό. Χιλιάδες πολίτες απολαμβάνουν ένα επίπεδο ζωής εξαιτίας διαρκών χρηματικών καταβολών από τους ανιόντες. Μια έρευνα στα στεγαστικά ή καταναλωτικά δάνεια και τις υποχρεώσεις που αυτά δημιουργούν, σε σύγκριση με το μέσο διαθέσιμο εισόδημα, αποδεικνύει εξαιρετικά του λόγου το ασφαλές. Ποιος άλλωστε δεν έχει ανατρέξει σε γονείς προκειμένου να «τσοντάρουν» στο χαμηλό ή και ανύπαρκτο τελευταία εισόδημά του;
Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σοβαρά, όταν οι απόμαχοι εξακολουθούν να έχουν πιεστικές ανάγκες, όπως εκπαίδευση, στέγαση λόγω ενοικίου ή δόσης στεγαστικού δανείου, αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων του παρελθόντος χάριν των παιδιών τους κ.λπ.
Το ερώτημα που τίθεται, προκύπτει από τις εξής ανισότητες:
-Εισφορών μεταξύ του «ιδιωτικού» τομέα (20% στο σύνολο ονομαστικών αποδοχών κατά πλειοψηφία) και του Δημοσίου (6,67% μόνον από τους εργαζόμενους).
-Διαφορετικός τρόπος απονομής συνταξιοδοτικού δικαιώματος και υπολογισμού του ποσού της σύνταξης στους παραπάνω χώρους.
-«Αταλάντευτη» εισφορά στο σύνολο των ελεύθερων επαγγελματιών και μερικών άλλων, σχετιζόμενη μόνον από την επαγγελματική «ηλικία».
-Διατήρηση των λεγόμενων «κοινωνικών» πόρων, που επιβαρύνουν το σύνολο όσων δεν έχουν την τύχη να ανήκουν σε εξαιρετικά έως προκλητικά ευνοημένους κλάδους.
-Δικαίωμα 2ης ή και 3ης κύριας και επικουρικής σύνταξης, κυρίως λόγω «τυπικών» προϋποθέσεων.
Κατ’ αρχάς, η έννοια της «ασφάλειας» προϋποθέτει την ανεπάρκεια ή την έλλειψη ικανών πόρων για τη διατήρηση, αφενός, των απαραίτητων για αξιοπρεπή και ασφαλή διαβίωση των απομάχων της εργασίας και, αφετέρου, τη δυνατότητα των κρατικών ταμείων να καλύψουν τα ελλείμματα των ατομικών και οικογενειακών προϋπολογισμών.
Τι συμβαίνει, όμως, στην πραγματικότητα; Όλοι γνωρίζουμε περιπτώσεις συνταξιούχων μικρής σχετικά ηλικίας, σε σύγκριση με τ
Keywords
Τυχαία Θέματα