Συζήτηση μ’ έναν Έλληνα του εξωτερικού

Η εσωστρέφεια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος που μετά την ανακεφαλαιοποίησή του προσπαθεί να ολοκληρώσει την αναδιοργάνωσή του, έχει αφήσει ανοικτό πεδίο δράσης για επενδυτικά κεφάλαια από ολόκληρο τον πλανήτη που διαθέτουν άφθονη φθηνή ρευστότητα και είναι διατεθειμένα να αναλάβουν «ελληνικό κίνδυνο» για να πετύχουν υψηλές αποδόσεις.

Ο κ. Λουκάς Σπηλιωτόπουλος διευθύνει μια εταιρεία που «παντρεύει» την «όρεξη» των επενδυτικών κεφαλαίων και τη «δίψα» των ελληνικών επιχειρήσεων για ρευστότητα.

Ο κ. Σπηλιωτόπουλος
γνωρίζει καλά την Ελλάδα και την πραγματικότητά της. Ταυτόχρονα διαχειρίζεται τις προσδοκίες και τους φόβους μεγάλων επενδυτών… Η συζήτηση με τον Διευθυντή της Princelet Partners είναι εξόχως διαφωτιστική και αποκαλυπτική…

Τώρα που επισκέπτεσθε την Ελλάδα συχνότερα, έχετε εντοπίσει ποιό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις;

Η συγκυρία μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αποκάλυψε τα σοβαρότατα εσωτερικά προβλήματα της χώρας μας. Προβλήματα που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι ανήκουστα. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω σε σας πως δαιμονοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας κατηγορείται διαχρονικά, με συνέπεια να έχει πλέον ριζώσει ένα σύστημα και μια νοοτροπία που είτε διώχνει είτε «τιμωρεί» την υγιή ιδιωτική πρωτοβουλία. Το λέω αυτό για να θέσω πρώτα το θέμα της προκατάληψης κατά της επιχειρηματικότητας που σε συνδυασμό τώρα με την έλλειψη ρευστότητας διογκώνει τον αρνητικό παράγοντα του “country risk”.

Πως προσδιορίζεται λοιπόν αυτός ο «ελληνικός επενδυτικός κίνδυνος» σήμερα;

Είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτός ο παράγοντας κινδύνου διατηρείται σε υψηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να ταυτίζεται η χώρα με την αστάθεια. Αυτή είναι η ταμπέλα της χώρας στο εξωτερικό οπότε όσο πιο γρήγορα «κατέβει» αυτή η ταμπέλα τόσο το καλύτερο για τη χώρα. Άλλωστε το πρόβλημα του “country risk” εξ ορισμού δυσχεραίνει το ήδη δύσκολο έργο των ελληνικών επιχειρήσεων στην αναζήτηση ρευστότητας, πόσο μάλλον στην προσέλκυση νέων επενδύσεων.

Πάντως οι Έλληνες επιχειρηματίες και τα στελέχη τους υποστηρίζουν ότι το μεγαλύτερό τους πρόβλημα είναι ότι λειτουργούν μέσα σε αντίξοες συνθήκες ρευστότητας. Δανείζονται με 10% στην καλύτερη περίπτωση ενώ οι ανταγωνιστές τους δανείζονται με 3%-4%…

Εγώ θα ήθελα να κάνω μια διάκριση πάνω σε αυτό που λέτε, υπάρχουν ελληνικές επιχειρήσεις, – πραγματικά διαμάντια – που με όραμα, ανταγωνιστικό προϊόν, αλλά κυρίως έχοντας στελέχη ικανά να ηγηθούν, έχουν απεριόριστες δυνατότητες. Ναι, πράγματι οι συνθήκες είναι αντίξοες λόγω του υψηλότερου κόστους δανεισμού και της χρηματοδοτικής μείωσης. Αυτές οι συνθήκες επιβάλλουν οτι πρέπει να γίνεται προσεκτική επιλογή στο πού αναλώνεται χρόνος και πόροι. «Τhe survival of the fittest»

Για να διατηρηθεί αυτό το «the fittest» απαιτείται χρηματοδότηση με καλύτερους όρους από τον ανταγωνισμό ώστε να στηριχθεί η δημιουργία καινούριων προϊόντων και η ανάπτυξη με επέκταση σε νέες αγορές…

Η λύση στο πρόβλημα είναι να βρεθεί υποψήφιος χρηματοδότης ο οποίος μπορεί να είναι στρατηγικός επενδυτής, venture capital, HNWI (High Net Worth Individual/ιδιώτης επενδυτής) κτλ. Αυτός ο επενδυτής θα κληθεί να χρηματοδοτήσει την επιχείρηση ή την συγκεκριμένη επένδυση με αντάλλαγμα συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο.

Υπάρχουν τέτοιες δυνατότητες χρηματοδότησης για Ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις με λογικό κόστος χρήματος και συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο;

Φυσικά. Παράδειγμα, τα Venture Capital Funds είναι ειδικά σχεδιασμένα να επενδύουν τα κεφάλαια τους σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που διαθέτουν μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης. Τέτοιου είδους επενδύσεις χαρακτηρίζονται ως ευκαιρίες υψηλού κινδύνου / υψηλών αποδόσεων. Εμείς στην Princelet Partners κάνουμε αυτή ακριβώς την δουλειά. Με εξειδίκευση στις νέες τεχνολογίες και τις τηλεπικοινωνίες, στηρίζουμε επιχειρήσεις βρίσκοντας τον κατάλληλο επενδυτή για αυτές.

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για τέτοιου είδους χρηματοδότηση;

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι οι νέοι επενδυτές να πιστέψουν στην ικανότητα της διοίκησης να φέρει εις πέρας το επιχειρηματικό της σχέδιο έτσι ώστε η επένδυση να οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Δηλαδή ανοίγουμε τις πόρτες σε επιχειρήσεις και επιχειρηματίες με καινοτόμες και σύγχρονες ιδέες για προϊόντα τα οποία για να αναπτυχθούν και να διεισδύσουν στις αγορές θα πρέπει να είναι πλήρως ανταγωνιστικά. Αυτό μας οδηγεί στην ανάγκη χρηματοδότησης με χαμηλό κόστος άρα στην εξεύρεση ενός χρηματοδότη επενδυτή. Γι’ αυτό το λόγο οι πελάτες μας αντιμετωπίζουν και μας συμπεριφέρονται σαν συνέταιρους και μακροχρόνιους συνεργάτες, το οποίο από μόνο του μας οδηγεί στην επόμενη συνεργασία διότι μαζί και οι δύο πετυχαίνουμε το λεγόμενο «win-win» στη διεθνοποίηση και την καθιέρωσή τους στις ανα τον κόσμο αγορές.

Με ποιά κριτήρια γίνεται η επιλογή και η προσέγγιση του επενδυτή;

Κατά κύριο λόγο επιλέγουμε τα funds που ειδικεύονται στα προϊόντα και στις παρεχόμενες υπηρεσίες του εκάστοτε πελάτη. Από την πρώτη προσέγγιση διαφαίνεται σε ποιο βαθμό υπάρχει διάθεση για περαιτέρω εξέταση της επένδυσης. Στη συνέχεια, αφού λάβουμε τις απαραίτητες ρήτρες εμπιστευτικότητας, με βάση το μέγεθος και τον χρονικό ορίζοντα της επένδυσης προετοιμάζουμε τις παρουσιάσεις των business plans των πελατών που στόχο έχουν να προσελκύσουν, αλλά το κυριότερο να πείσουν τους επενδυτές οτι η επένδυση είναι πραγματοποιήσιμη βάση συγκεκριμένου προϋπολογισμού και χρονοδιαγράμματος.

Ποιο είναι όμως το καθοριστικό κριτήριο επιλογής;

Στην τελική απόφαση του επενδυτή σημαντικότατο ρόλο διαμορφώνει η ποιότητα της διοικητικής ομάδας της επιχείρησης που αναζητά τη χρηματοδότηση ή τη συνεργασία διότι ο ρόλος της είναι πάντοτε καταλυτικός. Αυτά που ανέφερα προηγουμένως είναι τα γενικά χαρακτηριστικά για μια επενδυτική επιλογή, διότι τελικά κάθε μία υποψήφια προς χρηματοδότηση επιχείρηση με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αποτελεί και ένα ξεχωριστό case study.

Οι μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις με ελκυστικό business story, αντιμετωπίζονται αρνητικά επειδή λειτουργούν στο ελληνικό οικονομικό περιβάλλον;

Κοιτάξτε, οι επενδυτές ανά τον κόσμο ψάχνουν διαρκώς να βρουν την επόμενη μεγάλη ευκαιρία. Αποζητούν δηλαδή να συνεργαστούν με τους καλύτερους γιατί μόνο σε αυτούς θα εμπιστευθούν, άρα θα επενδύσουν, τα κεφάλαια τους. Δεν υπάρχουν γεωγραφικά σύνορα στα στελέχη και στις επιχειρηματικές ικανότητες, πόσο μάλλον στις καινοτόμες ιδέες. Δεν υπάρχουν ταμπού, μια Ελληνική επιχείρηση που έχει το «proof of concept» της – έχει δηλαδή την απόδειξη της εμπορικής λειτουργίας του προϊόντος της στην πράξη – έχει τα κατάλληλα στελέχη να τρέξουν το Project, και θέλει να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της είναι μία άκρως ενδιαφέρουσα περίπτωση η οποία σίγουρα θα εξετασθεί.

Πιστεύετε δηλαδή ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να ανταγωνιστούν ισάξια τις ομοειδείς τους ή ακόμα και να ξεπεράσουν τους ανταγωνιστές τους εκμεταλλευόμενες τα συγκριτικά πλεονεκτηματα που έχουν δημιουργηθεί και θα συνεχίσουν να αυξάνονται εκ της οικονομικής κρίσης;

Φυσικά. Δεν πρέπει να ολιγωρήσουν αλλά να αντιδράσουν με δυναμικές κινήσεις και να επωφεληθούν των συγκριτικών πλεονεκτημάτων όπως είναι το υψηλό μορφωτικό επίπεδο στελεχών, το χαμηλότερο κόστος εργασίας, η βελτίωση της παραγωγικότητας, η ανάπτυξη των τεχνολογιών, η μείωση του ενεργειακού κόστους, η γεωγραφική στρατηγική θέση καθώς ακόμα και η ανάπτυξη των Ευρωπαϊκων μεταφορικών υποδομών.

Σας διαβεβαιώνω οτι η δημιουργικότητα του Έλληνα στελέχους ή επιχειρηματία είναι το πιο αξιόλογο κεφάλαιο της χώρας και στο εξωτερικό εκτιμάται και αναγνωρίζεται.

Συμβουλή μου: Αυτοπεποίθηση, Πρωτοβουλία, Δράση.

Keywords
Τυχαία Θέματα