Παναγιώτης Κορλίρας: Η Ευρώπη σε Στασιμοπληθωρισμό

Με διψήφιο μέσο ρυθμό πληθωρισμού και αναιμικές προοπτικές στον τομέα της μεγέθυνσης, η Ευρώπη, δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο,  βρίσκεται σε μια φάση σοβαρής μακροοικονομικής ανισορροπίας, που συνδυάζει τον πληθωρισμό με την οικονομική ύφεση ή στασιμότητα.

Του Παναγιώτη Κορλίρα*

Ο πληθωρισμός και η οικονομική ύφεση είναι δύο φαινόμενα αντιφατικά μεταξύ τους, καθώς ο πληθωρισμός υποδηλώνει μια υπερθέρμανση της οικονομίας ενώ η ύφεση υποδηλώνει το αντίθετο, μια υποτονική οικονομία. Η συνύπαρξη των δύο φαινομένων, και κυρίως η διάρκειά τους, αποτελούν

συμπτώματα μακροοικονομικής ανισορροπίας, που στην ορολογία της δεκαετίας του 1970 ονομάστηκε στασιμοπληθωρισμός.

Τότε υπήρξε η γνωστή ενεργειακή κρίση, λόγω του περιορισμού της προσφοράς πετρελαίου ως συνέπεια της πολιτικής του ΟΠΕΚ, η οποία αποτέλεσε το έναυσμα για σοβαρή οικονομική κρίση κι έθεσε δισεπίλυτα προβλήματα στην άσκηση οικονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Ο πληθωρισμός θεωρητικά αντιμετωπίζεται με περιοριστική οικονομική πολιτική ενώ η ύφεση με επεκτατική πολιτική. Το γεγονός ότι ο πληθωρισμός είχε ως βασική αιτία ένα εξωγενές σοκ περιέπλεκε το θέμα και ξέφευγε από τις παραδοσιακές συνταγές οικονομικής πολιτικής.  Και σήμερα, η οικονομική κρίση οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, σε ένα ενεργειακό σοκ αλλά και στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας ο οποίος, σε συνδυασμό με τις κυρώσεις που επέβαλαν οι δυτικές χώρες – ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση – στη Ρωσία, αφενός προκαλεί πληθωρισμό με τις αυξημένες τιμές στην ενέργεια και, αφετέρου, απειλεί την ομαλή λειτουργία της παραγωγικής διαδικασίας, προκαλώντας οικονομική ύφεση.

Εδώ όμως εξαντλείται η ομοιότητα της τωρινής οικονομικής κρίσης με εκείνη της δεκαετίας του ΄70. Η διαφορά τώρα είναι ότι προηγήθηκε ένα άλλο μεγάλο σοκ από πλευράς προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών, το οποίο οφείλεται στην πανδημία του Covid 19. Η πανδημία και τα μέτρα αντιμετώπισής της, αποδιοργάνωσαν την παραγωγική διαδικασία με τα διάφορα lockdowns και τους περιορισμούς στο διεθνές εμπόριο, δημιουργώντας συνθήκες οικονομικής ύφεσης, παράλληλα με τον πληθωρισμό, λόγω της ανόδου των τιμών της ενέργειας. Με τις δυσκολίες που προκάλεσε η πανδημία, όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οδηγήθηκαν σε μέτρα ανακούφισης νοικοκυριών και επιχειρήσεων για την αντιμετώπισή τους, με αποτέλεσμα να  προκύψουν δημοσιονομικά ελλείμματα πέραν των όσων προβλέπονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του οποίου οι προβλεπόμενοι περιορισμοί είχαν προσωρινά ανασταλεί. Ταυτόχρονα, οι Κεντρικές Τράπεζες υιοθέτησαν μια άκρως επεκτατική νομισματική πολιτική, μια διευκολυντική, “accommodating” στάση που, σε συνδυασμό με τα ελλείματα και την αύξηση του κρατικού χρέους, προκάλεσαν μια εκρηκτική αύξηση της ρευστότητας. Τα επεκτατικά δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα δεν ήταν εύκολο να αντιστραφούν αμέσως μόλις η πανδημία μπήκε σε φάση αποκλιμάκωσης. Οι Κεντρικές Τράπεζες διατήρησαν τα ουσιαστικά αρνητικά πραγματικά επιτόκια για μεγάλο χρονικό διάστημα, με ό,τι αυτό σημαίνει για την εμμονή του πληθωρισμού σε διψήφια ποσοστά.

Η κατάσταση περιπλέκεται λόγω του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας αλλά και εξ΄ αιτίας των κυρώσεων προς τη Ρωσία που επέβαλαν οι δυτικές Δυνάμεις, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν πάλι ενεργειακές ελλείψεις και περιορισμοί και δυσλειτουργίες στον τομέα της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών. Στην αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας, και ανεξάρτητα από τη διάρκεια ή την έκβαση της σύγκρουσης, ο μεγάλος χαμένος είναι η Ευρώπη. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να περιορίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση εκκολάπτεται ένα αναθεωρημένο ΣΣΑ, με περισσότερη ευελιξία και, ίσως σε κάποιο βαθμό, προσαρμοσμένο στις ανάγκες και δυνατότητες της κάθε χώρας-μέλους. Ταυτόχρονα, οι Κεντρικές Τράπεζες προβαίνουν σε διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων, ως το μόνο αποτελεσματικό μέτρο περιορισμού του πληθωρισμού. Ανεξάρτητα όμως από την αποτελεσματικότητα στη  μείωση του πληθωρισμού, η μετάβαση από την επεκτατική στην περιοριστική πολιτική συντείνει στην προοπτική της ύφεσης ή στασιμότητας. Οι επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων που προβλέπεται να συνεχισθούν μέχρι και τα μέσα του 2023, προκαλούν αναστάτωση στη στεγαστική πίστη και οδηγούν σε χρεωκοπία επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Είναι προφανές ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει να αφεθεί από μόνη της να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του στασιμοπληθωρισμού. Μαζί με την επιδίωξη του περιορισμού του πληθωρισμού, η αποφυγή μιας έντονης και παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης, με τον κίνδυνο κοινωνικής αντίδρασης να είναι υπαρκτός, η αντιπληθωριστική πολιτική πρέπει να συνδυαστεί με πολιτικές που αφορούν την πλευρά της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών, με εξομάλυνση των δυσκολιών που υπάρχουν στην παραγωγή και το διεθνές εμπόριο. Αυτό ίσως συνεπάγεται και την επανεξέταση αποφάσεων και μέτρων που έχουν ληφθεί εν θερμώ, σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο κ. Παναγιώτης Κορλίρας είναι Ομότιμος Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην Πρόεδρος του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Keywords
Τυχαία Θέματα