Τράπεζα Ελλάδος – Έκθεση: Ο Γ.Στουρνάρας επιμένει σε προληπτική πιστωτική γραμμή -“Συμμαχία” με ΕΚΤ, ΔΝΤ, SSM – “Κόντρα” σε κυβέρνηση – Γερμανούς, ESM

Στην ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος σήμερα 26 Φεβρουαρίου 2018 ο διοικητής της, Γιάννης Στουρνάρας, θα παρουσιάσει και την έκθεση για την πορεία της Ελληνικής οικονομίας.

Σήμερα επίσης θα ανακοινωθεί επίσημα ότι η ΤτΕ θα διανείμει μέρισμα 0,47712 ευρώ ανά μετοχή σε 19.864.886 μετοχές. Αυτό

σημαίνει ότι το ελληνικό Δημόσιο θα εισπράξει μέρισμα 928,45 εκατ ευρώ σε σύνολο κερδών 941 εκατ ευρώ. Η αποκοπή του μερίσματος έχει οριστεί 8 Μαρτίου ενώ θα αρχίσει να καταβάλλεται από τις 15 Μαρτίου.

Στην Έκθεση του διοικητή της ΤτΕ θα αποτυπώνεται η εκτίμηση ότι η ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος θα πρέπει να συνδεθεί με την ενεργοποίηση μιας προληπτικής γραμμής στήριξης από τον ESM, η οποία θα λειτουργήσει ως εγγύηση για το αξιόχρεο της οικονομίας.

Η εκτίμηση αυτή του κ.Στουρνάρα, που σημειωτέον έχει “συμμάχους” στον SSM και στο ΔΝΤ, αναμένεται να πυροδοτήσει νέο γύρο αντεγκλήσεων με την κυβέρνηση, η οποία επιμένει στην “καθαρή έξοδο”, έχοντας “συμμάχους” στον ESM που “ελέγχεται” από τη Γερμανία, αλλά και στην ίδια τη Γερμανία, που επιθυμεί να …ξεμπερδεύει τον Αύγουστο με την “υπόθεση Ελλάδα”.

«Το 2018 θα πρέπει να σηματοδοτήσει το τέλος της περιόδου των ”μνημονίων”, την επαναφορά στην ομαλότητα, την έξοδο από την κρίση και την ανάπτυξη. Η κατάσταση της οικονομίας σήμερα επιτρέπει να προβλέψουμε ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι εφικτή. Οι προκλήσεις όμως που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι πολλές», θα αναφέρει ο κ.Στουρνάρας.

Οπως άλλωστε ανέφερε πρόσφατα σε άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα, «κυρίαρχο ζήτημα τους επόμενους μήνες είναι η διεύρυνση και εμπέδωση της εμπιστοσύνης και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, που θα επιτρέψει την επάνοδο στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με διατηρήσιμους όρους, μετά τη λήξη του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018».

Σύμφωνα με τον Γ.Στουρνάρα, τα βήματα που θα συμβάλλουν αποτελεσματικά προς την κατεύθυνση αυτή είναι:

Πρώτον, η αδιατάρακτη συνέχιση και ολοκλήρωση του προγράμματος.

Είναι επιτακτική ανάγκη να υλοποιηθούν ομαλά και σύμφωνα με το προκαθορισμένο χρονοδιάγραμμα οι μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις, να νομοθετηθούν εγκαίρως και να εφαρμοστούν τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στην τρίτη αξιολόγηση και να γίνει επαρκής προετοιμασία για την έγκαιρη ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης, που θα σηματοδοτήσει το τέλος του προγράμματος.

Δεύτερον, η εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων αναδιάρθρωσης του χρέους.

Αυτό θα καταστήσει δυνατή την πρόσβαση της χώρας στις αγορές ομολόγων με βιώσιμους όρους και, δευτερευόντως, θα διευκολύνει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Τρίτον, η πλήρης άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, σε συνάρτηση με τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών.
«Αυτά θα συμβάλουν οπωσδήποτε στην ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης.

Βαρύνουσα σημασία θα έχει, ωστόσο, να περιγραφεί με σχετική ακρίβεια το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα κινηθεί η ελληνική οικονομία.

Ειδικότερα, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν, πρώτον, η μορφή της εποπτείας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής και, δεύτερον, αν θα υπάρξει και με ποιους όρους χρηματοδοτική στήριξη των εταίρων μετά την ολοκλήρωση του παρόντος προγράμματος»

Όσον αφορά το πρώτο, είναι ήδη γνωστό ότι, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που ισχύει για τη ζώνη του ευρώ, η Ελλάδα θα βρίσκεται σε καθεστώς εποπτείας, το οποίο θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι να αποπληρώσει πλήρως το 75% των επισήμων δανείων που έχει λάβει από χώρες της ευρωζώνης, τον ΕΤΧΣ (EFSF) και τον ΕΜΣ (ESM).

Δεν είναι ακόμα γνωστή η μορφή της χρηματοδοτικής στήριξης που ενδεχομένως θα αποφασιστεί.

Εκτιμάται πάντως ότι, για να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει να εγγυάται την πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου σε χρηματοδότηση από τον ΕΜΣ (ESM), εάν και εφόσον χρειαστεί, μετά τη λήξη του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018.
Αυτό παρέχει πρόσθετη ασφάλεια, που θα τονώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας και θα διευκολύνει την έξοδο στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.

«Όλα τα παραπάνω είναι αναντικατάστατες (sine qua non) προϋποθέσεις, που απαιτούνται για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης.
Σημαντικότερο, όμως, απ’ όλα είναι να διαμορφώσουμε σήμερα ένα δικό μας σχέδιο για το μέλλον.

Ένα σχέδιο για την ανάπτυξη, το οποίο θα τηρεί την αιρεσιμότητα που θα υπάρχει, σε συνάρτηση με τις ρυθμίσεις για το χρέος, την εποπτεία και τη χρηματοδοτική στήριξη, αλλά δεν θα περιορίζεται μόνο σε αυτό».

ΤΟ ΑΕΠ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Η Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ θα προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 1,6% το 2017 και 2,4% και 2,5% για τα έτη 2018 και 2019, αντίστοιχα, με την επισήμανση ότι προκειμένου να ενισχυθεί ο μεσομακροπρόθεσμος δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν προκλήσεις όπως η υψηλή μακροχρόνια ανεργία, η υστέρηση των επενδύσεων, το υψηλό δημόσιο χρέος, η υψηλή φοροδιαφυγή και το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ο κ. Στουρνάρας θα καλέσει τις τράπεζες ιδανικά να ξεπεράσουν τους στόχους για μείωση των NPLs, λαμβάνοντας πιο δραστικές αποφάσεις, ιδίως όσον αφορά τις ενέργειες αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα