Γιόρ Μάτζεστι, κάναμε δημοψήφισμα το ’74 και τον διώξαμε!

«Κάνανε συσκέψεις», λέει το ρεπορτάζ. Ο Μητσοτάκης με τον «αυλάρχη» Γεραπετρίτη και με τον υπουργό επί των Εσωτερικών Ζητημάτων, Βορίδη, για το ζήτημα της ταφής του τέως. Παράλληλα, στα τηλεοπτικά πάνελς έρεαν σαν γαλάζια ποτάμια δακρύων, απόψεις του στυλ «θα έρθουν για την κηδεία τόσοι επίσημοι», τόσα γαλαζοαίματα παράσιτα δηλαδή, «κι εμείς τι θα πούμε;».

Εντάξει, ζούμε στη χώρα όπου παραδοσιακά… αξία έχει το «τι θα πει ο κόσμος;», αλλά αυτό είναι ένα άλλο

ζήτημα. Εν προκειμένω πάντως «ο κόσμος» αυτός για τον οποίο γίνεται λόγος, δεν είναι ούτε η… κυρα-Λίτσα απέναντι «με το ψιλικατζίδικο», ούτε ο κυρ-Στέλιος «που μένει από πάνω».

Ο «κόσμος» για τον οποίον ποταμοπνίγονταν στα δάκρυα το πρωί στα πετσωμένα κανάλια, είναι αυτός ο κόσμος που ουδέποτε θα ‘χει σχέση με εμάς – με τον κανονικό κόσμο δηλαδή. «Ο κόσμος» αυτός είναι η κρεμ ντε λα κρεμ του κόσμου που φαντασιώνεται ως «κόσμο», η κυβέρνηση του Μητσοτάκη – και κυρίως οι δουλικότεροι των αυλικών της.

Και το νοιάξιμό τους (αυτό των δουλοπρεπών αυλικών) είναι γνήσιο, καθάριο, η έγνοια τους ντόμπρα: «Κι εμείς τι θα πούμε;», αναρωτιούνται. Είναι δυνατόν να πεις στον Κάρολο, στο πριγκιπόπουλο που ‘γινε βασιλιάς στα γεράματα, «γιόρ μάτζεστι κάναμε δημοψήφισμα και το 69,2% του λαού ψήφισε αβασίλευτη δημοκρατία»;

Άπαπααα! Δεν λέγονται αυτά τα πράγματα!

Βγήκανε στην τηλε-γύρα οι «λαγοί», οι «μπροστινοί» από κάθε μετερίζι, να κόψουνε αντιδράσεις. Είδανε όμως πως «δεν μασάει η κατσίκα ταραμά» και τελικώς, «κόψανε λάσπη».

«Κηδεία ιδιωτική λοιπόν και να ‘χετε ζωή να τον θυμάστε – με δικά σας λεφτά». Έτσι έπρεπε λοιπόν – από την αρχή και δίχως… εκπτώσεις – να γίνουν τα πράγματα. Έτσι γίνονται στις αβασίλευτες δημοκρατίες. Χωρίς σούξου, μούξου.

Όλα αυτά όμως συμβαίνουν στις αβασίλευτες δημοκρατίες, αλλά και σε συνθήκες ομαλότητας. Ναι, ομαλότητας! Γιατί σε μια κανονική χώρα – της οποίας ο Πρωθυπουργός θα είχε ήδη παραιτηθεί για πολύ λιγότερα, πριν καν ξεσπάσει το τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο των υποκλοπών – ουδείς θα τολμούσε έστω και να μπει στη διαδικασία συζήτησης, για το ενδεχόμενο να τελεστεί «δημοσία δαπάνη» η κηδεία του έκπτωτου Κοκού.

Σε μια κανονική χώρα, όπου το Σύνταγμα, το άλφα και το ωμέγα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, δεν γίνεται κουρελόχαρτο για τις παρακρατικές δουλειές του άριστου γόνου, δεν θα τολμούσαν να παίξουν κανένα κρυφτούλι πίσω από το «σε ανθρώπινο επίπεδο», τα κάθε λογής ταχαμουφιλελεύθερα κρυφοβασιλικά ανεμομαζώματα, παρέα με τα φιλοχουντικά διαολοσκορπίσματα που συμμάζεψε στην αυλή του ο Κολάμπια.

Είναι οι ίδιοι άνθρωποι, που καθημερινά εν – μιντιακό – χορώ, φλερτάρουν με την εκτροπή και το βλέπεις, αλλά ταυτόχρονα σου τσαμπουνάνε «θεσμικότητα» και «έννομη τάξη» για το ξεκάρφωμα. Σε μια κηδεία θα κώλωναν;

Αντιδράσεις μέτρησαν – εν μέσω σκανδάλων. Εν μέσω εκτροπής. Την ώρα που διά του Ντογιάκου επιχειρούν τα αδιανότητα. Ξανά. Ναι, ξανά, γιατί ιστορικά το έχουν ξανακάνει. Είναι «μανούλες» σε αυτά στην Δεξιά.

Το ζήτημα της κηδείας του τέως, δεν είναι απλώς, πολιτικό. Είναι πολιτειακό. Όπως και το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν είναι πια (απλώς) ζήτημα πολιτικό. Είναι βαθύτατα πολιτειακό.

Για να τελειώνουμε λοιπόν: Το πολιτειακό το λύσαμε το 1974. Και στις επερχόμενες εκλογές θα το ξαναλύσουμε. Οριστικά.

Keywords
Τυχαία Θέματα