Γνήσιο Ελληνάκι – Ο συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος γράφει για τη «Φανέλα με το 9»

Ο Μένης μού έχει αφιερώσει τη «Φανέλα με το εννιά». Για την ακρίβεια, πριν από την πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος είναι τυπωμένη η φράση: «Στον Βαγγέλη Ραπτόπουλο, και όχι στον Ring Lardner».

Στο εκτενές «Ημερολόγιο της “Φανέλας με το εννιά”», που δημοσιεύτηκε σ’ ένα άλλο βιβλίο του, στη συλλογή με εξομολογητικά δοκίμια υπό τον γενικό τίτλο «Πλανόδιος σαλπιγκτής», ο Κουμανταρέας εξηγεί το πώς και το γιατί αυτής της αφιέρωσης.

Ο Μένης εμπνεύστηκε τη διαδρομή του ήρωά του, του ποδοσφαιριστή Μπιλ Σερέτη, «από την αφάνεια στη δόξα,

και αντίστροφα στην ανωνυμία» διαβάζοντας την ανάλογη διαδρομή ενός πυγμάχου στη νουβέλα «Champion» του μάλλον άγνωστου στη χώρα μας Αμερικανού συγγραφέα Ρινγκ Λάρντνερ («το μικρό του όνομα θυμίζει τον χώρο της πυγμαχίας»).

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η υπόθεση του «Πρωταθλητή», όπως τη συνοψίζει ο Μένης στο περί ου ο λόγος «Ημερολόγιο», επειδή ακριβώς

θυμίζει τόσο έντονα τη «Φανέλα»: «Ενας νεαρός απροσάρμοστος μαλώνει με τον ανάπηρο αδελφό του και τη μάνα του, κλέβει χρήματα και φεύγει για να γίνει πυγμάχος. Αλωνίζει από πόλη σε πόλη και από γυναίκα σε γυναίκα. Αλλάζει φίλους, προπονητές, κερδίζει σε αγώνες και γίνεται αστέρι».

Ιδού, όμως, και οι λόγοι για τους οποίους η «Φανέλα με το εννιά» είναι αφιερωμένη και στην αφεντιά μου. Ο μέντοράς μου αρχικά, και επιστήθιος φίλος μου στη συνέχεια, είχε την όχι και τόσο συνηθισμένη συνήθεια να διδάσκεται από τους μαθητές του. Από το 1978 που γνωριστήκαμε ο Κουμανταρέας ζητούσε τη γνώμη μου για τα γραπτά του. Και ειδικά στη «Φανέλα» εμπιστεύτηκε την κρίση μου για τους άφθονους διαλόγους του μυθιστορήματος.

Σχεδόν αναπόφευκτα ο Μένης έκανε το προξενιό, συστήνοντάς με στον Παντελή Βούλγαρη ως σεναριογράφο της ομώνυμης ταινίας του («Το προξενιό της Αννας» ήταν ο τίτλος της ταινίας του Βούλγαρη για την οποία ο Κουμανταρέας έγραψε το σενάριο). Ο Παντελής είχε εκδηλώσει την επιθυμία να μεταφέρει το βιβλίο του Μένη στον κινηματογράφο από την εποχή που δημοσιευόταν σε συνέχειες στο περιοδικό «Τέταρτο» του Μάνου Χατζιδάκι.

Από την πολύμηνη συνεργασία μου με τον Βούλγαρη, εκτός από τον μόχθο της συγγραφής τεσσάρων εκδοχών του σεναρίου, κρατώ και τον ανεκδοτολογικό διάλογο που ανταλλάξαμε μόλις συναντηθήκαμε. «Δεν έχω ιδέα από ποδόσφαιρο» του είπα. Κι εκείνος μου απάντησε: «Ξέρω εγώ αρκετά και για τους δυο μας».

Οπως κρατώ κι ένα διήμερο που περάσαμε με τον Παντελή στον Ιππόδρομο του Φαλήρου συναναστρεφόμενοι «ιπποδρομιάκηδες» (ή «αλογομούρηδες»), προκειμένου να γράψω μερικές σκηνές όπου ο Μπιλ θα σύχναζε εκεί, σκηνές που δεν υπάρχουν στο βιβλίο και τελικά δεν γυρίστηκαν ποτέ, απ’ όσο θυμάμαι.

Αν κρίνουμε από το λιτό ύφος, την ασθματική δράση και τους ανεξάντλητους ρεαλιστικούς διαλόγους, η «Φανέλα» είναι όντως εντυπωσιακά κινηματογραφική. Οσο για το εξόφθαλμα λαϊκό θέμα, το ποδόσφαιρο, κάνει το συγκεκριμένο έργο να ξεχωρίζει από την υπόλοιπη βιβλιογραφία του Μένη. Και γι’ αυτό, ίσως, παραμένει ένα από τα πιο δημοφιλή γραπτά του.

Ισχύει αυτό που σημείωσαν για τη «Φανέλα», ότι «σχολιάζει εμμέσως τον σοσιαλισμό αλά ελληνικά και τη ροπή της κοινωνίας προς την αρπαχτή»; Και ναι και όχι. Ο Κουμανταρέας είχε το αλάνθαστο ένστικτο ώστε να συλλάβει τον κυρίαρχο τύπο και τα κρατούντα ήθη στη νεολαία. Ο Μπιλ Σερέτης τυγχάνει ποδοσφαιριστής, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να κάνει κι ένα σωρό άλλα επαγγέλματα.

Κλειδί θεωρώ τις ακόλουθες αποκαλυπτικές φράσεις του Μένη στο «Ημερολόγιο της “Φανέλας με το εννιά”»: «Ο Μπιλ κράμα παιδιών της ηλικίας του, που κατά καιρούς έχω γνωρίσει. “Παιδιά της ζωής”, όπως θα ’λεγε κι ο Παζολίνι. Κι ας πίνουν κόκα κόλα, κι ας καπνίζουν Μάλμπορο, είναι γνήσια Ελληνάκια».

Info

Το βιβλίο «Η φανέλα με το εννιά» του Μένη Κουμανταρέα επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη

Keywords
Τυχαία Θέματα