DW: Η γνώμη ενός ειδικού για το ενδεχόμενο στρατιωτικής σύρραξης Ελλάδας – Τουρκίας

H κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο επιδεινώθηκε τις τελευταίες ημέρες επικίνδυνα. Η Τουρκία επιμένει ότι το ερευνητικό πλοίο «Ορούτς Ρέις» θα πραγματοποιήσει γεωτρήσεις κοντά στο Καστελόριζο. Η ελληνική κυβέρνηση καθιστά σαφές πως δεν πρόκειται να ανεχτεί τουρκικές γεωτρήσεις σε θαλάσσιες εκτάσεις της ελληνικής επικράτειας. Ο Γκύντερ Σόιφερτ, επικεφαλής του Κέντρου Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών (CAST) που υπάγεται στο Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική (SWP) του Βερολίνου απαντά σε ερωτήσεις της Deutsche Welle.

Deutsche

Welle: Σύμφωνα με ρεπορτάζ γερμανικής εφημερίδας, χάρη στην παρέμβαση της γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ αποφεύχθηκε την Τρίτη θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο. Οι ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών παραμένουν όμως σε αυξημένη ετοιμότητα. Είναι ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν πράγματι διατεθειμένος να αναλάβει το ρίσκο ενός πολέμου με την Ελλάδα;

Γκύντερ Σοιφερτ: Το θεωρώ δεδομένο ότι ο κ. Ερντογάν θα συνεχίσει την πολιτική της στρατιωτικής «μπηχτής». Όπως δεν αναγνωρίζει την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου και έχει δώσει εντολή για γεωτρήσεις, δεν αναγνωρίζει και την ελληνική ΑΟΖ. Το πιθανότερο είναι να δώσει στο εγγύς μέλλον εντολή για γεωτρήσεις. Το ερώτημα αν αυτό οδηγήσει σε πόλεμο θα εξαρτηθεί από το πώς θα συμπεριφερθεί η Ελλάδα: θα προτείνει στην Τουρκία διαπραγματεύσεις ή όχι. Επίσης, θα εξαρτηθεί από τη στάση που θα τηρήσουν η ΕΕ και πριν απ’ όλα οι ΗΠΑ. Εξάλλου, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Οι μεγάλες χώρες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να παρέμβουν διαμεσολαβητικά.

Ωστόσο, μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ σχεδόν αποφεύγουν να εμπλακούν στη διένεξη, ενώ η ΕΕ αρκείται στο να κάνει δηλώσεις.

Η ΕΕ έχει μεν απειλήσει με περαιτέρω κυρώσεις, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί τίποτα. Ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ  προτρέπει και τις δύο πλευρές να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις. Υπάρχουν όντως πολλά ζητήματα να συζητηθούν. Προς το παρόν, τόσο η Τουρκία όσο και η Ελλάδα έχουν μαξιμαλιστικές θέσεις. Σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, η Αθήνα διεκδικεί ακόμη και για μικρά νησιά υφαλοκρηπίδα. Για παράδειγμα για το Καστελόριζο, το οποίο βρίσκεται μπροστά από τις ακτές της Τουρκίας. Κατά την ελληνική θεώρηση, η Τουρκία δικαιούται μόνο μια μικρή ΑΟΖ, παρ΄ ότι η ακτογραμμή της είναι μεγαλύτερη. Η Άγκυρα, από την άλλη πλευρά, υποστηρίζει ότι τα νησιά γενικά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και επομένως δεν μπορούν να διεκδικήσουν ΑΟΖ. Ο μόνος τρόπος για να βγουν από αυτό το αδιέξοδο είναι διαπραγματεύσεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πάλι βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Από τη μία πλευρά, έχουν αρκετά προβλήματα με την Τουρκία – απλώς σκεφτείτε την αγορά του ρωσικού πυραυλικού αμυντικού συστήματος S-400. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ προσπαθούν να περιορίσουν με τη βοήθεια της Τουρκίας την επιρροή της Ρωσίας στην Α. Μεσόγειο όπως και στη Λιβύη. Η Ουάσιγκτον δεν έχει ακόμη αποφασίσει αν θα πρέπει κατά κύριο να τοποθετηθεί εναντίον της Ρωσίας ή κυρίως να «συμμορφώσει» την Τουρκία. Ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται την αμερικανική ταλάντευση κατά κόρον, όπως επίσης και την αναποφασιστικότητα της ΕΕ.

Αυτό το εξάμηνο η Γερμανία ασκεί την προεδρία της ΕΕ. Η καγκελάριος Μέρκελ δήλωσε από την αρχή πως θα επιδιώξει να αναπτύξει η ΕΕ μια «συνεκτική στρατηγική» για την Τουρκία. Κατά πόσο εξακολουθεί να είναι εφικτός αυτός το στόχος μετά τις τελευταίες εξελίξεις;

Γίνεται όλο πιο δύσκολο. Η ΕΕ είχε στην πραγματικότητα ένα καλό πλαίσιο για μια πολιτική γραμμή έναντι της Τουρκίας: τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Δεδομένου ότι ήταν πολύ έντονα κανονιστική, δηλαδή απαιτούσε την εφαρμογή δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία, όλες οι χώρες της ΕΕ μπορούσαν να την αποδεχτούν. Η διαδικασία αυτή απέτυχε λόγω των πολιτικών της Τουρκίας και της στάσης της ΕΕ. Στο προσκήνιο βρίσκονται τώρα πολλά μεμονωμένα ζητήματα – το προσφυγικό, η ενεργειακή πολιτική, ο ρόλος της Τουρκίας στη Συρία και τη Λιβύη. Για κάθε ένα από αυτά τα θέματα η κάθε χώρα της ΕΕ έχει μια διαφορετική θέση – ανάλογα με τα συμφέροντά της. Η παγίωση της ενταξιακής διαδικασίας ανέδειξε τα εκάστοτε εθνικά συμφέροντα των κρατών-μελών της ΕΕ έναντι της Τουρκίας. Αυτό καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την αναζήτηση μιας ενιαίας πολιτικής γραμμής απέναντι στην Τουρκία. Μια κοινή στρατηγική είναι όμως πιο σημαντική από ποτέ γιατί η Τουρκία γίνεται όλο και πιο επιθετική: για παράδειγμα, χρησιμοποιεί πρόσφυγες ως όπλο και παραβιάζει την ΑΟΖ μελών της ΕΕ.

Πριν από 26 χρόνια, χάρη στον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, αποτράπηκε την τελευταία στιγμή μια ένοπλη σύγκρουση Τουρκίας-Ελλάδας, λόγω του ακατοίκητου νησιού Ίμια που έχει έκταση τεσσάρων στρεμμάτων. Την Τρίτη το απόγευμα, η Καγκελάριος Μέρκελ έπεισε τον πρόεδρο Ερντογάν να αποφύγει μια στρατιωτική κλιμάκωση. Αναλαμβάνει η Γερμανία ένα νέο ρόλο;

Ενδεχομένως, ναι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εστιάζουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον τους σε άλλες περιοχές του κόσμου, ιδίως στον Ειρηνικό και τη διένεξη με την Κίνα. Επίσης, η ΕΕ δεν είναι σε θέση να αναπτύξει κοινές θέσεις εξωτερικής πολιτικής. Αυτό ισχύει ιδίως για την Α. Μεσόγειο και τις σχέσεις με την Τουρκία. Ήταν κυρίως η Γερμανία που τελικά ανέλαβε την ευθύνη για τη σύναψη της συμφωνίας για το προσφυγικό με την Τουρκία. Σε μια διαιρεμένη ΕΕ, η Γερμανία πρέπει να ηγηθεί, αν και κατά τη γνώμη μου η γερμανική κυβέρνηση δεν θα το έκανε ευχαρίστως. Προτιμά να είναι ενταγμένη στην ΕΕ παρά να ηγηθεί. Πιστεύω όμως ότι η Γερμανία δεν έχει άλλη επιλογή από το να αναλάβει δράση.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Ορούτς Ρέις» θα εγκαταλείψει την Παρασκευή το λιμάνι της Αττάλειας για να ταξιδέψει στα ελληνικά ύδατα κοντά στο νησί Καστελόριζο, όπου πρόκειται να ξεκινήσει με τις γεωτρήσεις. Την ίδια ημέρα, θα πραγματοποιηθεί και η πρώτη μουσουλμανική θρησκευτική τελετή από τότε που μετατράπηκε η Αγία Σοφία σε τζαμί. Είναι επίσης η ημέρα της επετείου της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία υπεγράφη στις 24 Ιουλίου 1923, και καθορίζει έκτοτε τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Είναι τυχαίο ότι αυτές οι ημερομηνίες συμπίπτουν;

Δεν είναι τυχαίο. Η πολιτική του κ. Ερντογάν στοχεύει στη δημιουργία μιας μεγάλης Τουρκίας. Δεν πρόκειται για την Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ που είχε σημείο προσανατολισμού τη Δύση, αλλά για μια Τουρκία που επικαλείται την ιστορία και το αυτοκρατορικό μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: είμαστε η νέα δύναμη στην περιοχή, γεμίζουμε το κενό ισχύος που δημιουργήθηκε με την απόσυρση των ΗΠΑ και την αδυναμία της ΕΕ, και, εκπροσωπούμε τα συμφέροντα των σουνιτών μουσουλμάνων στη Μέση Ανατολή. Οι πρακτικές συνέπειες αυτής της πολιτικής είναι ο περαιτέρω εξοπλισμός του τουρκικού στρατού και η στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής στην Α. Μεσόγειο. Αυτή η πολιτική έχει επίσης μεγάλες συμβολικές διαστάσεις, όπως η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.

Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο

Keywords
Τυχαία Θέματα