Handelsblatt: H ελληνική οικονομία ανακάμπτει

Στη μηνιαία έκθεση της Bundesbank αναφέρεται η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, σε άρθρο με τίτλο «Οι αδύναμες χώρες ανακάμπτουν», παρατηρώντας ότι «η γερμανική κεντρική τράπεζα αναγνωρίζει πρόοδο στο πεδίο της ανταγωνιστικότητας σε Ελλάδα, Ισπανία και Ιρλανδία –σε αντίθεση με τη Γερμανία».

Ειδικότερα, η Ηandelsblatt αναφέρει: «Κατά τη διάρκεια της ευρωκρίσης κάποιοι οικονομολόγοι είχαν προτείνει για χώρες, όπως η Ελλάδα,

την έξοδο από τη νομισματική ένωση. Σύμφωνα με την τελευταία μηνιαία έκθεση της Bundesbank, πολλές χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας που είχαν πληγεί ιδιαιτέρως έντονα από τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητά τους μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια έναντι άλλων χωρών της ζώνης του ευρώ».

Συγκεκριμένα, η Γερμανία, βάσει της έκθεσης, έχασε στο διάστημα 2008-2018 περίπου το 5,5% της ανταγωνιστικότητάς της έναντι των εμπορικών της εταίρων στην ευρωζώνη, σημειώνει η εφημερίδα. Παρόμοια πτωτική τάση εμφανίζουν, σύμφωνα με την Bundesbank, Λουξεμβούργο, Αυστρία, Φινλανδία και Βέλγιο.
«Απέναντί τους εμφανίζονται Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Γαλλία και Ολλανδία, οι οποίες βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητά τους εντός της ευρωζώνης μέσω των χαμηλότερων ανατιμήσεων. Αυτή η εξέλιξη είναι ευπρόσδεκτη επειδή μειώνει τις οικονομικές εντάσεις μεταξύ των ισχυρότερων και των ασθενέστερων χωρών εντός της ευρωζώνης».

Σε άλλο σημείο σημειώνει: «Σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους έχει ασφαλώς νόημα, όταν ο πληθωρισμός στη Γερμανία υπερβαίνει προσωρινά τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Αυτό διευκολύνει την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας άλλων κρατών της ευρωζώνης. Την περίοδο της ευρωκρίσης πολλές χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας υλοποίησαν μεταρρυθμίσεις στον εργασιακό τομέα. Αυτές έχουν την τάση να μειώνουν το επίπεδο των μισθών, βελτιώνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα των τιμών». Συνολικά πάντως για την ευρωζώνη η ανάλυση της Bundesbank βλέπει βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κατά την τελευταία δεκαετία. «Αυτό οφείλεται κυρίως στη σημαντική υποτίμηση του ευρώ», σημειώνει η εφημερίδα, παρατηρώντας, τέλος ότι, αυτή η βελτίωση μπορεί να επιφέρει συνολικά, και όχι μόνο στη Γερμανία, πλεονάσματα στους ισολογισμούς.

Ο Τσίπρας, το εθνικιστικό μίσος και η ιστορία

Την αποτίμηση του συλλαλητηρίου της περασμένης Κυριακής συνεχίζει να κάνει ο γερμανόφωνος τύπος. Η FrankfurterΑllgemeine Zeitung παρατηρεί ότι «η επικείμενη ψηφοφορία για τη συμφωνία για τη Βόρεια Μακεδονία διχάζει την ελληνική κοινωνία» και σημειώνει: «Για τους εξωτερικούς παρατηρητές φαντάζει παράξενο ότι το ερώτημα αν μια άλλη χώρα μπορεί να χρησιμοποιεί τη λέξη Μακεδονία στην ονομασία του κράτους της μπορεί να διχάσει ένα ολόκληρο έθνος. Ωστόσο στην Ελλάδα αυτό μπορεί να κινητοποιήσει τα πλήθη όσο κανένα άλλο πολιτικό ζήτημα», παρατηρεί ο αρθρογράφος ενώ σε άλλο σημείο σημειώνει: «Ο βασικός τόνος του συλλαλητηρίου ήταν εχθρικός, σοβινιστικός». Κλείνοντας παρατηρεί ότι ο «έμπειρος στους τακτικισμούς» Τσίπρας μάλλον θα καταφέρει να επικυρώσει τη συμφωνία, κάτι που σίγουρα θα του διασφαλίσει «μια θέση στα ελληνικά σχολικά βιβλία ιστορίας», παράλληλα όμως θα μείνει πίσω και ένα «εθνικιστικό μίσος πανελλήνιων διαστάσεων».

Η αυστριακή Wiener Zeitung εστιάζει επίσης στην ψηφοφορία στην ελληνική βουλή σημειώνοντας ότι πρόκειται για το «επόμενο μεγάλο κρας τεστ για την κυβέρνηση Τσίπρα, στην πραγματικότητα μια κυβέρνηση μειοψηφίας». Η εφημερίδα σημειώνει ακόμη ότι «ο Τσίπρας είναι προσηλωμένος στο οδικό πλάνο για το Μακεδονικό ζήτημα. Για την ψηφοφορία της Πέμπτης αναζητά μια νέα πλειοψηφία». Την απαιτούμενη πλειοψηφία θα την αποσπάσει, γράφει η εφημερίδα, εν τέλει χάρη στο «Ποτάμι».

«Ξεροκέφαλος ελληνικός εθνικισμός»

Η Βerliner Zeitung αφιερώνει εκτενές σχόλιο στο Μακεδονικό ζήτημα με αναφορές στο πολυπολιτισμικό παρελθόν της Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης. Η εφημερίδα σημειώνει μεταξύ άλλων: «Από τη στιγμή που η Μακεδονία αναδείχθηκε ως κράτος μετά την πτώση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, η Ελλάδα την ταλαιπωρεί και τη μποϋκοτάρει. Ο λόγος: Μόνο η βορειοελλαδίτικη επαρχία Μακεδονία με την πρωτεύουσά της τη Θεσσαλονίκη μπορεί να χρησιμοποιεί αυτό το ιστορικό όνομα. Μετά από μακρά ευρωπαϊκή διαμεσολάβηση επήλθε πέρυσι συμβιβασμός: Η Μακεδονία μετονομάστηκε Βόρεια Μακεδονία. Αλλά δεν αρκεί αυτό για τα δύο τρίτα των Ελλήνων, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις. Θεωρούν ότι ο γεωγραφικός προσδιορισμός και συνεπώς η αναγωγή στον κατακτητή Μακεδόνα Βασιλιά Μέγα Αλέξανδρο (356-323 π.Χ) ανήκει μόνο σε αυτούς. Αλλά υπάρχουν κάποια στοιχεία που αντικρούουν όλο αυτό. Πρώτον το σύγχρονο ελληνικό κράτος έχει τόση σχέση με την αρχαία Μακεδονία όσο η σημερινή Γερμανία με την Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου. Το δεύτερο επιχείρημα είναι κάπως πιο βαρύ: η σημερινή ελληνική επαρχία της Μακεδονίας ήταν για αιώνες τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ελλάδα προσάρτησε την περιοχή αυτή το 1912. Στην Αθήνα έκαναν λόγο για τη 'Νέα Ελλάδα'. Δεδομένου ότι οι Ελληνόφωνοι κάτοικοι της περιοχής ήταν μειοψηφία που αποτελούσε το 25%, από την αρχή υπήρχε η πρόθεση να 'εξελληνισθεί' η περιοχή με εξαιρετικά αμφισβητούμενα μέσα (…)». Ο σχολιαστής τέλος σημειώνει: «Ένα πράγμα φαίνεται σαφές: Μονοπώλιο για το όνομα Μακεδονία δεν υπάρχει, υπάρχουν όμως ελληνιστικού τύπου φαντασιώσεις».

Μια προσπάθεια εξήγησης των λόγων που ώθησαν δεκάδες χιλιάδες να διαδηλώσουν στην Αθήνα επιχειρεί η επίσης αυστριακή Kleine Zeitung σε άρθρο με τίτλο «Γιατί επαναστατούν οι Έλληνες κατά της 'Βόρειας Μακεδονίας';». Το εκτενές άρθρο μεταξύ άλλων αναφέρει: «Εκτός από τους ίδιους τους Έλληνες είναι δύσκολο για πολλούς στην Ευρώπη να καταλάβουν τι συμβαίνει. Στην Αυστρία αποκαλούν τη βαλκανική χώρα απλώς Μακεδονία. Διεθνώς λέγεται ΠΓΔΜ γιατί η Αθήνα, 30 χρόνια μετά την πτώση της Γιουγκοσλαβίας αρνείται να την αναγνωρίσει(…)» και παρατηρεί: «Στην πραγματικότητα η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας περιλαμβάνει τόσο την ΠΓΔΜ όσο και την περιοχή της Μακεδονίας στη βόρεια Ελλάδα. Ωστόσο, οι Έλληνες δεν θέλουν να αποκηρύξουν την πολιτιστική κληρονομιά της ιστορικής Μακεδονίας υπό τον Μεγάλο Αλέξανδρο, ο οποίος, σύμφωνα με τους ιστορικούς, έδρασε κυρίως στη σημερινή βόρεια Ελλάδα. Και βέβαια η γειτονική χώρα δεν είχε επιδείξει συμβιβαστική διάθεση τις τελευταίες δεκαετίες». Πολλοί Έλληνες, σημειώνει η εφημερίδα, εξαιτίας αναφορών στα παλαιότερα σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ και επειδή το πρώτο Σύνταγμα της χώρας έκανε μνεία σε ενδεχόμενες μεταβολές συνόρων και «δικαιώματα όλων όσων ανήκουν στον μακεδονικό λαό, φοβούνται ακόμη ότι η χώρα αυτή θα εγείρει εδαφικές αξιώσεις. Ωστόσο, όπως παρατηρεί η εφημερίδα, οι πατριωτικές ανησυχίες των δύο χωρών στέκονται σήμερα απέναντι στα κοινά οικονομικά και πολιτικά τους συμφέροντα, ενώ η ΕΕ επιδιώκει σταθερότητα στην περιοχή. Παρατηρεί επίσης ότι η γειτονική χώρα είναι σημαντικός οικονομικός εταίρος για την Ελλάδα, ενώ και μεταξύ των κατοίκων υπάρχει έντονη κινητικότητα.

Keywords
Τυχαία Θέματα