Για ποιους λόγους υποχωρεί η παραγωγικότητα

Τις δύο πρώτες δεκαετίες της νομισματικής ένωσης, η παραγωγικότητα της εργασίας (παραγωγή ανά εργαζόμενο) στη ζώνη του ευρώ ήταν ασθενής, τουλάχιστον σε σύγκριση με άλλες προηγμένες οικονομίες. Το 2023 η παραγωγικότητα στην ευρωζώνη μειώθηκε σχεδόν κατά 1% ενώ αυξήθηκε κατά 0,5%. Τι ενισχύει όμως τις μεταβολές της παραγωγικότητας;

Πρώτον, η αύξηση των περιθωρίων κέρδους το 2022/23 επέτρεψε στις επιχειρήσεις να διατηρήσουν τους εργαζομένους τους παρά τη μείωση των εσόδων για περισσότερο από το συνηθισμένο. Με άλλα λόγια, τα υψηλά περιθώρια κέρδους δημιούργησαν οικονομικό χώρο για τις επιχειρήσεις

να συσσωρεύουν εργατικό δυναμικό.

Δεύτερον, η πρόσληψη εργαζομένων έγινε λιγότερο δαπανηρή το 2022/23, καθώς οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν σημαντικά. Οταν οι ρυθμοί πληθωρισμού κορυφώθηκαν το 2022, οι αυξήσεις των μισθών δεν συμβάδιζαν με τα αυξανόμενα επίπεδα τιμών.

Τρίτον, η ασυνήθιστα ισχυρή αύξηση του εργατικού δυναμικού στη μετά την πανδημία περίοδο βοήθησε τις επιχειρήσεις να προσελκύσουν νέους εργαζομένους για να αντιμετωπίσουν τις πραγματικές ή αναμενόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού.

Τέταρτον, ο χαμηλότερος μέσος όρος ωρών εργασίας ανά άτομο οδήγησε τις εταιρείες να προσλάβουν ορισμένους επιπλέον εργαζομένους για να διατηρήσουν αμετάβλητη τη συνολική εργασία. Ενας μέσος εργαζόμενος στη ζώνη του ευρώ εργαζόταν πέντε ώρες λιγότερες ανά τρίμηνο στα τέλη του 2023 σε σύγκριση με πριν από την πανδημία.

Οι παράγοντες που περιγράφονται παραπάνω έχουν υποστηρίξει την έντονη δημιουργία θέσεων εργασίας από τα τέλη του 2022. Πρώτον, τα περιθώρια κέρδους ήδη προσαρμόζονται και αναμένεται να μειωθούν περαιτέρω με τις επιχειρήσεις να απορροφούν την αύξηση των ονομαστικών μισθών. Αυτό θα μειώσει τον οικονομικό χώρο των επιχειρήσεων για τη συσσώρευση θέσεων εργασίας. Δεύτερον, καθώς οι πραγματικοί μισθοί συνεχίζουν να ανακάμπτουν, το χάσμα μεταξύ της παραγωγικότητας και της αύξησης των μισθών κλείνει. Κατά συνέπεια, η απασχόληση γίνεται σχετικά πιο ακριβή και αυτό θα μειώσει τις νέες κενευρωζ’ωνης θέσεις. Τρίτον, οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού έχουν μειωθεί πρόσφατα, μειώνοντας την πίεση για εύρεση περισσότερων εργαζομένων. Τέταρτον, ενώ ορισμένοι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης θέλουν να εργάζονται λιγότερες ώρες, αυτό αντισταθμίζεται σε κάποιον βαθμό από τους εργαζομένους μερικής απασχόλησης που στοχεύουν να εργάζονται περισσότερο. Για όλους αυτούς τους λόγους, η παραγωγικότητα της εργασίας είναι πιθανό να ωθηθεί προς τα πάνω, επιπλέον της συνήθους κυκλικής ώθησης από την προβλεπόμενη οικονομική ανάκαμψη.

Η ανάκαμψη της παραγωγικότητας δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως άνευ όρων πρόβλεψη. Αν μη τι άλλο γιατί κάποιες δυνάμεις από τους μεγάλους κλυδωνισμούς των τελευταίων τεσσάρων ετών μπορεί να αλλάξουν ακόμα την πορεία της με τρόπους που δεν είναι ακόμη αναγνωρίσιμοι.

Το παρόν αποτελεί μέρος από δημοσίευση στο Blog της ΕΚΤ Ο Οσκαρ Αρκέ είναι γενικός διευθυντής τμήματος Οικονομικών της ΕΚΤ και ο Ντέιβιντ Σόντερμαν υποδιευθυντής τμήματος Οικονομικών της ΕΚΤ
Keywords
Τυχαία Θέματα