Η οπισθοφυλακή των πανεπιστημίων

«Είχα τελειώσει την προφορική εξέταση μιας φοιτήτριας στο γραφείο μου, όταν άνοιξε βίαια η πόρτα και εμφανίστηκε ομάδα 10-15 μαυροφορεμένων κουκουλοφόρων. […] “Γιατί φέρνεις τους μπάτσους στο πανεπιστήμιο και κυνηγάς εργαζόμενους” μου είπε ένας. Και αμέσως άρχισε η επίθεση. Ενας κρατούσε ένα δοχείο με κόκκινη μπογιά, άλλοι είχαν αβγά στα χέρια. Εκείνος με την μπογιά την εκσφενδόνισε σε όλον τον χώρο. Οι άλλοι πετούσαν αβγά. Η φοιτήτρια ήταν έντρομη. Οταν τελείωσαν τα “πυρομαχικά”, άρχισαν να διαλύουν το γραφείο. Εσπασαν υπολογιστές, οθόνες, πέταξαν τα χαρτιά κάτω. Στο τέλος, μια κοπέλα της ομάδας

μού είπε: “Εάν ξανακάνεις οτιδήποτε, θα σε σκοτώσουμε”».

Η αφήγηση είναι του καθηγητή Αριθμητικής Ανάλυσης και προέδρου στο Τμήμα Μαθηματικών της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σωτήρη Νοτάρη, που υπέστη την επίθεση. Γιατί αυτόν; Επειδή επιδίωξε να αφαιρέσει από αναρχικές κινήσεις την επικαρπία μικρών κατειλημμένων χώρων μέσα στο Πανεπιστήμιο. Το περιστατικό συνέβη πριν από μερικές ημέρες, στις 14 Φεβρουαρίου, και ορθώς ο καθηγητής που υπέστη την απειλή δεν το έκρυψε. Η προκαταρκτική εξέταση που ήταν αυτονόητο ότι θα διέτασσε ο εισαγγελέας, όμως, ουδείς αυταπατάται ότι θα οδηγήσει οπουδήποτε. Οι κουκούλες δεν επιτρέπουν την ταυτοπροσωπία και, όπως και σε παρελθούσες ανάλογες περιπτώσεις, ουδείς θα τιμωρηθεί. Υπενθυμίζω, π.χ., ότι από τους οκτώ παραπεμφθέντες στην υπόθεση της κράτησης του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου και του εξαναγκασμού του να φωτογραφηθεί με κρεμασμένη πλακέτα στο στήθος οι πέντε απαλλάχθηκαν και τρεις παραπέμφθηκαν με πλημμεληματική κατηγορία. Εν προκειμένω, τα πράγματα είναι πιο σκοτεινά, αφού δύσκολα θα βρεθεί ο οποιοσδήποτε για να παραπεμφθεί. Η απειλή θα συνεχίσει να είναι ενεργή.

Πώς αντέδρασε το Πανεπιστήμιο στο νέο κρούσμα βίας εναντίον καθηγητή; Χλιαρά. Ο πρύτανης, Γεράσιμος Σιάσος, ζήτησε να διενεργηθεί ΕΔΕ. Και οι καθηγητές του Τμήματος έκαναν, ασφαλώς «συμβολικά», διήμερη αποχή από τα μαθήματα: επέλεξαν δηλαδή την αντιπαράθεση με το κράτος, ενώ όπως έχουν τα πράγματα απαιτείται η βούληση και του Πανεπιστημίου και των καθηγητών για να εξουδετερωθούν οι διάφορες ομάδες με βίαιη συμπεριφορά. Στο Πολυτεχνείο, π.χ., ο πρύτανης Ιωάννης Χατζηγεωργίου συγκρούστηκε ουσιαστικά, καταφέρνοντας να απελευθερώσει όλους τους κατειλημμένους χώρους στο Ιδρυμα. Αν υπάρχει βούληση, υπάρχουν και αποτελέσματα.

Υπάρχει, βεβαίως, η μόνιμη γκρίνια, ότι η κυβέρνηση δεν εφάρμοσε τον νόμο για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Απ’ όσο καταλαβαίνω, η κυβέρνηση υπαναχωρώντας από την προηγούμενη βούλησή της επιλέγει την αποφυγή της ευθείας σύγκρουσης, επιδιώκει τη βαθμιαία αποδυνάμωση των αυτοαποκαλούμενων αντιεξουσιαστών μέσα στα πανεπιστήμια – της οπισθοφυλακής των κινημάτων στο όνομα της επανάστασης. Σε περίοδο μεγάλων εντάσεων, όπως η σημερινή, είναι μια εύλογη επιλογή. Μπορεί όμως να έχει επιτυχία μόνο αν προσχωρήσουν στη λογική ενός πανεπιστημίου φορέα εξειδικευμένης γνώσης που έχει σχέση με την παραγωγή και τις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας – κάτι που σήμερα αμφισβητείται εμπράκτως από το λεγόμενο φοιτητικό κίνημα, όπως και από πολλούς καθηγητές και τα συνδικαλιστικά τους όργανα.

Γι’ αυτό, άλλωστε, η κυβέρνηση συνεχίζει να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην προσπάθεια αποσυμφόρησης των σχολών από τους λεγόμενους αιώνιους φοιτητές, ενώ βάλλεται και για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Αν κυριαρχήσει η μητέρα των μαχών, η νέα Αγανάκτηση που χτίστηκε μεθοδικά πάνω στο δυστύχημα των Τεμπών και συνεχίζει να δομεί ένα συγκρουσιακό κλίμα, θα σταματήσουν οι όποιες μεταρρυθμίσεις και στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Ο στόχος άλλωστε είναι γενικώς ένας, και θα τον περιγράψω με τη φράση του μακαρίτη αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου: «Να γυρίσουμε πίσω».

Ποιοι είναι οι διχαστικοί

Στα κοινωνικά δίκτυα έχει ξεσπάσει μια φοβερή σύγκρουση εναντίον εκείνων που γράφουν (και παρακινούν και τους φίλους τους) να μην πάνε στα συλλαλητήρια της 28ης Φεβρουαρίου. Δεν είναι αντιδραστικοί ούτε συγκρουσιακοί ούτε τίποτα. Περιφρουρούν την πολιτική ομαλότητα, τη λογική και τη θεσμική λειτουργία του κράτους, αφού κατανοούν ότι στο όνομα του δυστυχήματος των Τεμπών μεθοδεύεται μια σύγκρουση ανάλογη εκείνης του 2011-15, στόχος της οποίας είναι, τελικά, η δημοκρατία.

Κατηγορούνται, όσοι δηλώνουν ότι δεν θα πάνε στη συγκέντρωση, ως διχαστικοί. Διχαστικοί απέναντι σε ποιον; Απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΚΚΕ, στη Ζωή Κωνσταντοπούλου, στον Βελόπουλο, στον Νατσιό, στους «Σπαρτιάτες», στον Κασσελάκη, στον Βαρουφάκη, στον ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ακόμα και στους πουτινιστές της ΝΔ. Λείπει μόνο η Χρυσή Αυγή, κι αυτό επειδή η κυβέρνηση της ΝΔ επέσπευσε τη δίκη (την οποία είχαν κωλυσιεργήσει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) ώστε υπήρξε καταδικαστική απόφαση.

Ολοι δηλαδή, πλην της κυβέρνησης και πολλών πολιτών, βρίσκονται επί ποδός πολέμου, όλοι ετοιμάζονται για τα συλλαλητήρια (τα οποία προφανώς δεν είναι συλλαλητήρια «οικογενειών με τα καροτσάκια τους» όπως αυταπατώνται ορισμένοι αφελείς), όλοι παπαγαλίζουν τους αφορισμούς «Εγκλημα», «Απόκρυψη», «Μπάζωμα», «Ξυλόλιο» (ακόμα και τώρα που οι αφορισμοί δεν προκύπτουν από τα δεδομένα) – αλλά είναι διχαστικοί εκείνοι που λένε ότι δεν θα πάνε στη διαδήλωση. Εχουμε καταλάβει καλά τι παίζεται.

Keywords
Τυχαία Θέματα