Ο μελετητής των δημοτικών και του Ρομαντισμού

Υπήρξε – και θα συνεχίσει να είναι – ένα όνομα αναφοράς στη μελέτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας και του δημοτικού τραγουδιού. Οχι μόνο επειδή μετέφερε τη «θεσμική μνήμη» της έρευνας (εγγονός γαρ του Νικόλαου Πολίτη), αλλά επειδή ο ίδιος συνέβαλε στο να φωτιστούν συγκεκριμένα σημεία σε αυτή τη μεγάλη περιοχή της φιλολογίας. Ο Αλέξης Πολίτης, που έφυγε από τη ζωή την περασμένη Παρασκευή, είχε γεννηθεί το 1945 στην Αθήνα. Σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

και στο Université Paris IV (Sorbonne). Από το 1976 έως το 1989 εργάσθηκε στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και από το 1989 έως το 2012 στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, από όπου ανακηρύχθηκε ομότιμος καθηγητής.

Στα ειδικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονταν η Ιστορία των ιδεών και των νοοτροπιών και της λογοτεχνίας (18ος-19ος αιώνες), η ιστορία του βιβλίου, των βιβλιοθηκών και της ανάγνωσης (18ος-19ος αιώνες), η διαμάχη δημοτικιστών και καθαρεύουσας και βέβαια το δημοτικό τραγούδι. Σε αυτό εστίασε μεγάλο τμήμα της έρευνάς του παραδίδοντας τις αυτοτελείς εργασίες «Το δημοτικό τραγούδι. Κλέφτικα» (Αθήνα 1973), «Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών» (Αθήνα 1984), «Claude Fauriel, Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, Α΄-Β΄» (Ηράκλειο 1999), «Το δημοτικό τραγούδι» (Ηράκλειο 2010). Παράλληλα, ασχολήθηκε με την ανάδειξη των ρομαντικών χρόνων της νεοελληνικής λογοτεχνίας: «Ρομαντικά χρόνια – ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880» (Αθήνα 1993), «Η ρομαντική λογοτεχνία στο εθνικό κράτος 1830-1880» (ΠΕΚ, 2017). Μέλος της Εταιρείας Μελέτης Νέου Ελληνισμού (ΕΜΝΕ), έγραφε άρθρα για την Ιστορία και βιβλιοκρισίες στο επιστημονικό περιοδικό «Μνήμων» συνδεόμενος με φιλία με τους Βασίλη Παναγιωτόπουλο, Σπύρο Ασδραχά κ.ά.

Η Μεγάλη Ιδέα

Ο Α. Πολίτης είχε αναπτύξει την περιφερειακή όραση του ερευνητή που αναλύει τον ιστορικό περίγυρο, διαβάζοντας μέσα από τις πηγές ό,τι διαμόρφωνε τις συνθήκες για τη δημιουργία νέων λογοτεχνικών ρευμάτων, κατά το υπόδειγμα του Αλέξανδρου Αργυρίου. Στη συνέντευξή του στο «Books’ s Journal», τον Ιανουάριο του 2019, για τη «Ρομαντική λογοτεχνία στο εθνικό κράτος» εξηγούσε για τη Μεγάλη Ιδέα που επηρέασε αναπόφευκτα και τη λογοτεχνία: «Το ελληνικό κράτος είχε άλυτα ουσιαστικά προβλήματα. Και το ουσιαστικότερο άλυτο πρόβλημα ήταν ότι τα τρία τέταρτα των ελληνόφωνων ή των Ελλήνων κάθε είδους, όσων αισθάνονταν Ελληνες, τέλος πάντων, δεν μπορούσαν να ενταχθούν σε ένα μελλοντικό ελληνικό κράτος αν έμεναν στον τόπο τους. Ποιος θα μπορούσε να πει στους Καππαδόκες ότι ο ελληνικός στρατός δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει στην Καισάρεια… Στη Φιλιππούπολη, αξιοσημείωτη πόλη στην ευρεία περιοχή της Μακεδονίας, που τότε δεν τη λέγανε Μακεδονία αλλά Ρούμελη, δεν υπήρχε όνομα: Μακεδόνας, Μακεδονόπουλος, Μακεδονίδης. Υπήρχε Ρουμελιώτης, Ρουμελιωτάκης, αλλά και Βούλγαρης, Βουλγαράκης, Βουλγαρίδης. Ετσι τη λέγανε τότε, ή Βουλγαριά ή Ρούμελη. Και πώς μπορούσες να πεις ότι η Φιλιππούπολη έχει ελληνικό πληθυσμό όταν όλα τα γύρω χωριά ήσαν βουλγαρικά. Τι θα γινόταν δηλαδή, μόνο η Φιλιππούπολη θα έμπαινε στο ελληνικό κράτος;… Οταν δεν μπορείς να πεις αυτά τα πράγματα, απαντάς με ένα ονειρικό σχήμα που λέγεται Μεγάλη Ιδέα».

Η αλλοίωση

Με την ίδια οπτική τοποθέτησε τη σύνθεση των δημοτικών τραγουδιών στον κοινωνικό αγροτικό τους περίγυρο διαβάζοντας προσεκτικά το περιεχόμενό τους. Ανέδειξε επίσης το πέρασμά τους από την προφορική στη γραπτή παράδοση και πώς τα τραγούδια αλλοιώνονται από τη στιγμή που καταγράφονται. «Στον αγροτικό κόσμο οι άνθρωποι δεν εκφράζουν με τρόπο αναλυτικό τις σκέψεις, τις ιδέες και τα συναισθήματά τους, όπως εμείς· αντίθετα, επιλέγουν έναν λόγο δραστικό, συναισθηματικά φορτισμένο, γεμάτον παραστατικές εικόνες, αντί για τους περιγραφικούς και κυριολεκτικούς προσδιορισμούς της δικής μας επικοινωνίας. Ετσι, λόγου χάρη, ένα χαμηλό σκαμνί προσαγορεύεται “θρονί”, το άσπρο ύφασμα “χιονάτο”, το ντουφεκίδι “φωτιά”… Η συχνότερη χρήση των ποιητικών εκφραστικών τρόπων στην αγροτική κοινωνία δηλώνουν ότι η σκέψη τους είναι πιο στενά δεμένη με την παράσταση παρά με την ανάλυση» επισημαίνει στο έργο του «Το δημοτικό τραγούδι» (πρώτη έκδοση 2010, τρέχουσα έκδοση από Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2023). Το 2011, εξάλλου, επιμελήθηκε την επανέκδοση και μεταγραφή των τρίτομων «Απομνημονευμάτων» του Μακρυγιάννη για την Εστία (σε συνεργασία με τη Γεωργία Παπαγεωργίου). Αλλα έργα του που μένουν στο σώμα της φιλολογικής έρευνας είναι: «Το μυθολογικό κενό» (Αθήνα 2000), το «Εγχειρίδιο του Νεοελληνιστή. Βιβλιογραφίες, λεξικά, εγχειρίδια, κατάλογοι, ευρετήρια, χρονολόγια» (με τη συνεργασία του Τριαντάφυλλου Σκλαβενίτη και της Μαρίας Μαθιoυδάκη), Ηράκλειο 2002 και τα «Αποτυπώματα του χρόνου», Αθήνα 2006.

Keywords
Τυχαία Θέματα