Οταν τους αντισυστημικούς τούς λέγαν παλαβούς

Υπάρχουν μέρες που το ημερολόγιο, με αφορμή μια επέτειο, σου δίνει την ευκαιρία να θυμηθείς και να συγκρίνεις πώς προσλαμβάναμε άλλοτε κάποιες έννοιες και πώς τώρα. Συνέβη με τον Νικόλα Ασιμο που έβαλε τέλος στη ζωή του, σαν σήμερα, το 1988 σε ηλικία 39 ετών. Με τα σημερινά κριτήρια θα τον λέγαμε αντισυστημικό, αναρχικό, ασυμβίβαστο. Τη δεκαετία του 1980 τον έλεγαν όλα αυτά, αλλά, κυρίως, «παλαβό». Ωστόσο έχω την εντύπωση ότι στην εποχή μας ο Ασιμος

θα τραγουδούσε σε μεγάλους χώρους, θα τον καλούσαν σε τηλεοπτικές εκπομπές, η γνώμη και τα σχόλιά του θα γίνονταν viral, ίσως φορούσε και μεταξωτά πουκάμισα αξίας εκατοντάδων ευρώ. Ή μπορεί και τίποτα απ’ όλα αυτά. Διότι ο Ασιμος ήταν ένας ουσιαστικά περιθωριακός καλλιτέχνης (με το «ουσιαστικά» να κολλάει τόσο στο «καλλιτέχνης» όσο και στο «περιθωριακός»).

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, μεγάλωσε στην Κοζάνη, πέρασε στη Φιλοσοφική του ΑΠΘ, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και λίγο πριν από  τη Μεταπολίτευση τα εγκατέλειψε όλα (εκτός από τους δαίμονές του) και κατέβηκε στην Αθήνα. Δούλεψε σε μπουάτ της εποχής, έκανε δικές του μουσικοθεατρικές παραστάσεις, το 1975 έβγαλε ένα 45άρι δισκάκι που η λογοκρισία απαγόρεψε τη μετάδοση των τραγουδιών του από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Ηχογραφούσε τα τραγούδια του σε κασέτες που πουλούσε ο ίδιος έξω από το Πολυτεχνείο και από νυχτερινά μαγαζιά. Εστηνε κάθε τόσο περφόρμανς δρόμου στα Εξάρχεια, έμενε σε «μαγαζόσπιτα» (πάντα στα Εξάρχεια), δηλαδή σε υπόγεια μαγαζιά που τα έκανε «σπίτια» του και στα οποία η είσοδος ήταν από το… παράθυρο, κυκλοφορούσε ντυμένος αλλόκοτα και, συχνά, κρατώντας μια ταμπέλα με το αγαπημένο του σύνθημα «Ελάτε μαζί μας μια βόλτα, θα σας ανοίξουμε τα μάτια» («βόλτες» έλεγε τις υπαίθριες παραστάσεις του), κάποιες φορές φορούσε δύο γραβάτες για «να είναι δυο φορές κύριος», δήλωνε αρχικά αριστεριστής, μετά αναρχικός, μετά ούτε αυτό διότι δεν του άρεσαν οι ταμπέλες, και ήταν στο στόχαστρο της Αστυνομίας – φυλακίστηκε μάλιστα για πρόκληση επεισοδίων. Και συνέχιζε να παλεύει με τους δαίμονές του.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 κυκλοφόρησε ο ένας και μοναδικός του μεγάλος δίσκος, στον οποίο η Χάρις Αλεξίου τραγούδησε δύο τραγούδια (ένα εξ αυτών το περίφημο «Παπάκι») και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου άλλα δύο, και κάποια χρόνια αργότερα ο Παπακωνσταντίνου δισκογράφησε και άλλα δικά του τραγούδια που έγιναν επιτυχίες, όπως το «Αγαπάω και αδιαφορώ», «Ο σάλιαγκας κι ο μάλιγκας», «Καταρρέω». Κατηγορήθηκε για βιασμό, προφυλακίστηκε, αποφυλακίστηκε και, εν αναμονή της δίκης, αυτοκτόνησε.

Θυμάμαι μια συναυλία που το καλοκαίρι του 1980 (ή μήπως του 1981;) είχαμε διοργανώσει οι «Πολίτες κατά του νέφους» – ένα πρώιμο οικολογικό κίνημα με επικεφαλής τον Θεόδωρο Πάγκαλο. Μόλις ανέβηκε στην εξέδρα ο Ασιμος και ακούστηκαν οι πρώτες νότες του «Μπαγάσα» έπεσε το γήπεδο (του Πανιώνιου, αν θυμάμαι καλά). Και σκέφτομαι ότι σήμερα τον Ασιμο μπορεί να τον έλεγαν αντισυστημικό, όχι όμως παλαβό.

Εξι ώρες

Σαν σήμερα όμως, το 1932, σηκώθηκε για πρώτη φορά και η αυλαία του Εθνικού Θεάτρου με διευθυντή τον Ιωάννη Γρυπάρη. Δεν μπορώ να αποφύγω λοιπόν τον συνειρμό. Την προπερασμένη Κυριακή θα πήγαινα με μια φίλη μου να δω στο Εθνικό τη βραβευμένη «Κληρονομιά μας» του Μάθιου Λόπεζ σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου και από έναν θίασο εξαιρετικών ηθοποιών. Δεν ρώτησα αλλά φαντάστηκα ότι θα αρχίζει γύρω στις οκτώ. Στις τέσσερις μου τηλεφώνησε η φίλη για να μου πει ότι θα περνούσε να με πάρει από το σπίτι σε είκοσι λεπτά. Δεν είχε βγάλει εισιτήριο για την απογευματινή. Η παράσταση κρατάει περίπου πέντε ώρες και μαζί με τα διαλείμματα ξεπερνάει τις έξι. Δηλαδή μπαίνεις στις πέντε και βγαίνεις στις εντεκάμισι. Βεβαίως δεν πήγα αλλά σκέφτομαι γιατί οι αρχαίοι τραγικοί μας, ο Σαίξπηρ, ο Τσέχοφ, ο Ιψεν έλεγαν ό,τι είχαν να πουν σε μιάμιση ώρα και ο Λόπεζ θέλει έξι. Η απάντηση προφανής.

Keywords
Τυχαία Θέματα