«Σπάσ’ τα κι όλα ας γίνουνε ανάστα»

Τρεις ημέρες μετά το περιστατικό, το «ντου» του βουλευτή της Νίκης Νίκου Παπαδόπουλου στην Εθνική Πινακοθήκη, η καταστροφή των έργων του Χριστόφορου Κατσαδιώτη εξακολουθεί να παίζει στην πρώτη σειρά της ειδησεογραφίας. Το τι έχω διαβάσει περί αυτού, δεν λέγεται. Τα πάντα περί αγιογραφιών, τα άπαντα περί της κυνόμορφης απεικόνισης του Αγίου Χριστόφορου, τις αναφορές στον Γκόγια και όλα αυτά που έχουν γραφτεί από επαγγελματίες δημοσιογράφους και σχολιαστές στα σόσιαλ μίντια. Και αναλύσεις της σημειολογίας της έκθεσης (αμφιβάλλω αν έστω και ένας στους δέκα από αυτούς που σημειολογούν είχαν δει

την έκθεση πριν από τα γεγονότα) που είχε τίτλο «Η σαγήνη του αλλόκοτου» άρα εξ ορισμού έχει να κάνει με το αλλόκοτο και το «πειραγμένο» και τα λοιπά και τα λοιπά.

Μπούρδες. Ολα αυτά είναι μπούρδες. Διότι, στην πραγματικότητα, ανοίγουν μία συζήτηση περί των ορίων του τραμπουκισμού. Δηλαδή αν η έκθεση είχε τίτλο «Τρία πουλάκια κάθονταν στου Διάκου το ταμπούρι», οι πίνακες δεν συνδέονταν με το έργο του Γκόγια και δεν υπήρχε «Ο κυνόμορφος άγιος» θα δικαιολογούνταν η επίθεση; Θα μπορούσαν να μπουκάρουν όσοι, για τους δικούς τους λόγους, δεν έβρισκαν του γούστου τους τα έργα και να τα κάνουν γυαλιά καρφιά; Μια πράξη ή είναι νόμιμη ή είναι έκνομη. Ή είναι ανεκτή ή είναι απαράδεκτη. Και όταν είναι έκνομη ή απαράδεκτη δεν χρειάζεται περαιτέρω «περιφρούρηση», περισσότερα στοιχεία για να τεκμηριωθεί η πέρα των ορίων συμπεριφορά. Δεν χρειάζεται να ανοίξει καμία συζήτηση προς ανάδειξη του αυτονόητου. Και το αυτονόητο είναι η ανοχή στην ελευθερία της έκφρασης του καλλιτέχνη. Μπορείς να κάνεις ό,τι σχόλιο θέλεις, μπορείς να διατυπώσεις την κριτική σου αλλά ως εκεί.

Το ξέρω, είμαι σίγουρη ότι αυτό, στις περισσότερες τουλάχιστον περιπτώσεις, γίνεται με καλές προθέσεις, ωστόσο ανοίγει «παραθυράκια» πιθανολογούμενων δικαιολογιών για τέτοιες πρακτικές. Διότι μετά το «Σπάσ’ τα κι όλα ας γίνουνε ανάστα», οι στίχοι των Γιαννακόπουλου – Σακελλάριου στο τραγούδι του Σουγιούλ λένε «και μπαρντόν αν μπουμπουνίσει και καμία τουφεκιά» (βλέπε «Charlie Hebdo»).

Βέβαια, η πράξη του Νίκου Παπαδόπουλου δεν διαφέρει σε τίποτα απολύτως από τους «ακτιβιστές» που πετάνε σάλτσες, ψαρόσουπες και φασολάδες σε κορυφαία έργα Τέχνης όπως η «Τζοκόντα» για να διαμαρτυρηθούν για την κλιματική αλλαγή (είναι άλλωστε γνωστό σε όλους ότι ο Ντα Βίντσι έπαιξε μεγάλο ρόλο στην καταστροφή του πλανήτη, με σπρέι που μεγαλώνουν την τρύπα του όζοντος την μπογιάτισε τη Μόνα Λίζα του) ή τα κακώς κείμενα του κόσμου τούτου. Οσοι λοιπόν βρίσκουν νεανικές χαριτωμενιές τις σούπες και τις σος μπερνέζ σε κορυφαία έργα Τέχνης, ας καταπιούν αμάσητο τον βουλευτή της Νίκης. Διότι στην εποχή μας, οι δημόσιες πράξεις αποτιμώνται ανάλογα με την πρόσληψή τους από το κοινό.

Μας τα ‘παν κι άλλοι

Η πράξη του θερμόαιμου βουλευτή Παπαδόπουλου δεν έχει ουσιαστικές διαφορές και από την «επέμβαση» πριν από λίγο καιρό κάποιων κυριών (μη φαντασθείτε, τρεις-τέσσερις ήταν), κωμικών ηθοποιών που κατήγγειλαν μια παράσταση που επρόκειτο να ανεβεί και στην πρώτη φάση της (επρόκειτο για θεατρικό κόνσεπτ που στην πορεία του θα άλλαζε μορφές) συμμετείχαν μόνο άνδρες.

Και άρχισαν οι μπηχτές για τα «τι» και τα «πώς», οι μπηχτές έγιναν «ανέμελες» καταγγελίες και, τελικά, οι συντελεστές της παράστασης, πιεζόμενοι από μία στημένη διαδικτυακή αντίδραση, αναγκάστηκαν να ακυρώσουν την προγραμματισμένη παράσταση. Ναι, ξέρω. Η περίπτωση του Νίκου Παπαδόπουλου είχε εισβολή, βία, είναι, σου λέει, και «πατέρας του έθνους». Η άλλη περίπτωση αφορούσε τις «θηλυκότητες» και τον αποκλεισμό τους από την πατριαρχία και όλα αυτά που απευθύνονται σε ευήκοα ώτα. Οταν όμως τραβάς από τα μαλλιά κάτι για να αποκτήσει με το ζόρι ιδεολογική ταμπέλα, η ιδεολογία γίνεται ιδεοληψία και η βάρκα αρχίζει να γέρνει. Διότι μια μορφή βίας και μάλιστα άγριας είναι να χάνουν κάποιοι άνθρωποι τη δουλειά τους.

Keywords
Τυχαία Θέματα