Το παρασκήνιο του γερμανικού βέτο στην Τουρκία για τα Eurofighter

Βαθιές επιπτώσεις ενδέχεται να έχει η είδηση για τις σχέσεις Γερμανίας – Τουρκίας, αλλά και για την υπό διαμόρφωση αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Handelsblatt», της κορυφαίας οικονομικής εφημερίδας της Γερμανίας, η υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς άσκησε βέτο στην πώληση περίπου τριάντα μαχητικών αεροσκαφών τύπου Eurofighter προς την Τουρκία.

Η εφημερίδα, η οποία σε κύρος και αξιοπιστία συγκρίνεται με τους «Financial Times» ή τη «Wall Street Journal», επικαλείται «πολλαπλές πηγές που είναι ενήμερες

για τις εσωτερικές κυβερνητικές διαβουλεύσεις».

Οπως συμβαίνει συχνά σε διεθνείς εξαγωγές οπλικών συστημάτων, οι πληροφοριοδότες επιμένουν στην ανωνυμία – γεγονός που μειώνει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Επιπλέον, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι πολιτικοί δρώντες επιλέγουν συχνά να αφήσουν να διαρρεύσουν πληροφορίες που εξυπηρετούν τις δικές τους στρατηγικές στοχεύσεις. Συνεπώς, απαιτείται προσοχή και στην περίπτωση του γερμανικού βέτο για τα Eurofighter.

Ιδιαίτερα προβληματικός είναι και ο χρόνος δημοσιοποίησης. Επισήμως, καγκελάριος παραμένει ο Ολαφ Σολτς. Ωστόσο, μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές πριν από δύο μήνες, λειτουργεί – όπως λένε οι Αμερικανοί – ως «κουτσή πάπια». Σε δεκατέσσερις ημέρες παραδίδει την καγκελαρία στον νικητή των εκλογών Φρίντριχ Μερτς.

Οι τελευταίες λεπτομέρειες της κυβερνητικής μετάβασης βρίσκονται σε εξέλιξη στο Βερολίνο.

Σύμφωνα με τη συνήθη πολιτική πρακτική, η απερχόμενη κυβέρνηση αποφεύγει αποφάσεις που θα δεσμεύσουν την επόμενη. Είναι γνωστό ότι Σολτς και Μερτς συντονίζονται σε σημαντικά ζητήματα – ιδίως στην εξωτερική πολιτική.

Αυτό υποδηλώνει ότι η απόφαση κατά της Τουρκίας φέρει και τη σφραγίδα του επερχόμενου καγκελαρίου.

Αιτία η σύλληψη Ιμάμογλου

Σύμφωνα με τη «Handelsblatt», αιτία της απόφασης είναι η σύλληψη του επικεφαλής της τουρκικής αντιπολίτευσης Εκρέμ Ιμάμογλου. Η γερμανική κυβέρνηση φέρεται να κάνει λόγο για «πλήγμα κατά της τουρκικής δημοκρατίας». Ο ίδιος ο Σολτς καταδίκασε το γεγονός πιο έντονα από άλλους δυτικούς ηγέτες, ενώ επικριτικές φωνές ακούστηκαν και από το CDU – το κόμμα που πρόκειται να αναλάβει τη διακυβέρνηση.

Η είδηση προκαλεί εντύπωση, καθώς το προηγούμενο διάστημα υπήρχαν ενδείξεις ότι ο Σολτς είχε υπαναχωρήσει από τις επιφυλάξεις του σχετικά με τη συμφωνία. Τον περασμένο Οκτώβριο, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν δήλωσε ότι η Γερμανία είχε ανάψει το πράσινο φως για την έναρξη τεχνικών διαπραγματεύσεων με το βιομηχανικό κονσόρτσιουμ που κατασκευάζει τα Eurofighter, με τη συμμετοχή εταιρειών από Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Γερμανία.

Ο ρόλος του Ισραήλ

Στον τουρκικό Τύπο, η είδηση του βέτο προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις. Κυκλοφορεί η άποψη ότι η απόφαση του Βερολίνου δεν σχετίζεται τόσο με τη δημοκρατία, αλλά υπαγορεύτηκε από πιέσεις του Ισραήλ, που επιδιώκει με κάθε τρόπο να αποτρέψει την αναβάθμιση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας. Η σύλληψη του Ιμάμογλου, κατ’ αυτή την άποψη, αποτελεί απλώς πρόσχημα.

Αν αυτή η εκδοχή ευσταθεί – κάτι που δύσκολα θα επιβεβαιωθεί –, τότε τα σχέδια του Ερντογάν για τον εκσυγχρονισμό της αεροπορίας με δυτικά συστήματα φαίνονται δύσκολα υλοποιήσιμα. Η ισραηλινή επιρροή στην Ουάσιγκτον είναι εξίσου ισχυρή με τη γερμανική ευαισθησία απέναντι στην ασφάλεια του εβραϊκού κράτους. Η ελληνική κυβέρνηση, από την πλευρά της, μπορεί να δει με ικανοποίηση τις σχετικές αναφορές. Το γιατί το Βερολίνο αντιτάσσεται στην Αγκυρα στο συγκεκριμένο στρατηγικό ζήτημα έχει τελικά δευτερεύουσα σημασία.

Ο δρ Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ

Keywords
Τυχαία Θέματα