Χαμηλώνουν οι προσδοκίες για ρύθμιση του χρέους

Τoυ Γιώργου Πετρίδη

Χαμηλά έχει τοποθετηθεί ο πήχης για τη νέα ελάφρυνση του χρέους, καθώς η συζήτηση φαίνεται να άνοιξε, αλλά η Ευρωζώνη δεν μοιάζει διατεθειμένη να προχωρήσει σε ουσιαστικά μέτρα - τουλάχιστον σε πρώτη φάση.

Κλειδί για την ερμηνεία όσων μέχρι στιγμής συζητούνται στα παρασκήνια της Ευρωζώνης είναι η δήλωση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε την περασμένη εβδομάδα ότι δεν

έχει επιχειρήματα απέναντι στους βουλευτές και την κοινή γνώμη της χώρας του για να υποστηρίξει νέα ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ότι δεν υπάρχει πραγματικό πρόβλημα πριν από το 2025 και ότι πρόκειται κυρίως ζήτημα «γοήτρου».

Από την άλλη πλευρά, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ φρόντισε να φέρει το ζήτημα του χρέους στην ατζέντα σε συνέντευξη Τύπου μετά το Eurogroup, η Γαλλία τάχθηκε υπέρ της ρύθμισης του χρέους, ενώ ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί δήλωσε ότι ελπίζει η λύση να έχει βρεθεί πριν από την Πρωτομαγιά.

Το ΔΝΤ από την πλευρά του απαιτεί ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους ή διαφορετικά δραστικές περικοπές στις συντάξεις και το Δημόσιο, προκειμένου να παραμείνει στο πρόγραμμα. Πίσω από αυτή την μπερδεμένη εικόνα διαφαίνεται ένας συμβιβασμός ανάμεσα στους δανειστές, ο οποίος καταλήγει στο να ανοίξει μεν το θέμα του χρέους, ώστε το ΔΝΤ να μπορεί να παραμείνει στο παιχνίδι, αλλά με τον κ. Σόιμπλε να έχει εκ των προτέρων περιορίσει την εμβέλεια των αποφάσεων.

Είναι γεγονός, άλλωστε, ότι το ελληνικό χρέος δεν δημιουργεί πρόβλημα πριν από το 2023, οπότε αρχίζει η εξυπηρέτηση των χρεών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ήτοι τον EFSF που χορήγησε το δεύτερο πακέτο στήριξης το 2012, ο οποίος μετεξελίχθηκε σε ESM και ανέλαβε τη χρηματοδότηση που αποφασίστηκε πέρσι το καλοκαίρι. Μέχρι τότε οι πληρωμές αφορούν στο ΔΝΤ και τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, ενώ στην περίοδο αυτή «τρέχει» το τρίτο πρόγραμμα χρηματοδότησης από τον ESM (βλέπε και σχετικό διάγραμμα).

Επομένως, η όποια λύση στο χρέος δεν θα έχει άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα στην οικονομία για τα επόμενα κρίσιμα χρόνια, παρά μόνο σε ό,τι αφορά τις εντυπώσεις και την εικόνα της Ελλάδας διεθνώς.

Κυβερνητικοί παράγοντες παραδέχονται ότι το άμεσο όφελος από μια συμφωνία για το χρέος θα είναι περισσότερο στο επίπεδο της λεγόμενης «ψυχολογίας», καθώς η αίσθηση ότι το ελληνικό χρέος έχει διευθετηθεί θα άρει τον φόβο και την αβεβαιότητα τόσο στο εσωτερικό, οπότε η κατανάλωση θα αρχίσει να κινείται, όσο και στο εξωτερικό από όπου αναμένεται αύξηση επενδυτικών κεφαλαίων. Επιπλέον, στα παρασκήνια της Ευρωζώνης το θέμα του χρέους έχει ήδη συζητηθεί και η θέση που κερδίζει έδαφος, σύμφωνα με πηγές της ΕΚΤ, είναι ότι η όποια διευθέτηση θα είναι σταδιακή και θα συναρτάται με προϋποθέσεις (το λεγόμενο conditionality) οι οποίες θα συνδέονται με την υλοποίηση διαρθρωτικών μέτρων και, κυρίως, των ιδιωτικοποιήσεων.

Με απλά λόγια, συζητείται παρασκηνιακά να διευθετείται ένα τμήμα του χρέους, με λήξη μέχρι μια ημερομηνία για παράδειγμα, ανάλογα με την πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις, και σε δεύτερη φάση να αξιολογείται το χρέος που λήγει μεταγενέστερα κ.ο.κ. Ή, ακόμη, να συνδέεται η διευθέτηση ενός τμήματος του χρέους με την υλοποίηση ενός συγκεκριμένου ποσού ιδιωτικοποιήσεων. Προφανής στόχος των δανειστών είναι να διατηρήσουν ένα μέσο πίεσης και ελέγχου απέναντι στις ελληνικές κυβερνήσεις για να προωθήσουν το πρόγραμμα των λεγόμενων μεταρρυθμίσεων και να αποτρέψουν τη διολίσθηση σε ελλειμματικές πολιτικές.

Ένα τέτοιο πλαίσιο, για το οποίο φαίνεται να υπάρχει ήδη κάποιος βαθμός αποδοχής από τους Ευρωπαίους πλην Σόιμπλε, θα φέρει σε δύσκολη θέση το ΔΝΤ, το οποίο προτίθεται να συμφωνήσει μόνο εφόσον υπάρξει οριστική λύση. Για τον λόγο αυτό το πιθανότερο είναι ότι ο διεθνής οργανισμός θα παραμείνει μεν στην Ελλάδα, αλλά με περιορισμένο ρόλο και χωρίς να συμμετέχει με ουσιαστικό τρόπο στη χρηματοδότηση παρά μόνο επικουρικά, ενδεχομένως με προληπτική πίστωση.

Ο βαθμός στον οποίο ο προωθούμενος συμβιβασμός θα καρποφορήσει θα φανεί ήδη από τον τρόπο με τον οποίο θα εξελιχθεί η πρώτη αξιολόγηση, καθώς φάνηκε ότι το κλείσιμό της θα γίνει μόνο κατά ένα μέρος της, κάτι που σημαίνει ότι ορισμένα δύσκολα θέματα θα συζητηθούν αργότερα σε συνάρτηση με τις συζητήσεις και για το χρέος.

Η τακτική αυτή εξυπηρετεί τόσο το ΔΝΤ, το οποίο δεν μπορεί να δώσει το οριστικό ΟΚ, όσο δεν έχει ρυθμιστεί το θέμα του χρέους, ενώ ταυτόχρονα καλύπτει και τη βούληση των δανειστών να μη δημιουργηθούν νέα προβλήματα στην Ελλάδα, τη στιγμή που η χώρα αποτελεί μαζί με την Τουρκία ένα από τα δύο «κλειδιά» για την αντιμετώπιση του Προσφυγικού.

Keywords
Τυχαία Θέματα