Εικονική πραγματικότητα και ανώμαλη προσγείωση

Τα περισσότερα -αν όχι όλα- από τα δεινά που υποφέρει η χώρα τα τελευταία χρόνια οφείλονται στην ανευθυνότητα και τον λαϊκισμό των πολιτικών μας, οι οποίοι συστηματικά κρύβουν και αλλοιώνουν την πραγματικότητα δημιουργώντας λανθασμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. Το πρόβλημα της οικονομίας είναι χρόνιο, δεν είναι χθεσινό και ήταν ορατό πολύ προτού εκδηλωθεί η κρίση, το 2009. Το είχαν περιγράψει και ξένοι και Ελληνες παρατηρητές, ενώ κάποιοι άλλοι, πιο ψύχραιμοι και οξυδερκείς, το είχαν προβλέψει από την πρώτη ημέρα που εντάχθηκε η χώρα στο ευρώ. Το Μακεδονικό είναι, επίσης, χρόνιο πρόβλημα και με αυτό στο επίκεντρο έχουν δοθεί μεγάλες πολιτικές μάχες, έχουν πέσει κυβερνήσεις και έχουν χτιστεί πολιτικές καριέρες. Και τα δύο αυτά προβλήματα, που έφτασαν στο απροχώρητο πλέον, οφείλονται στο γεγονός ότι οι πολιτικοί δεν έχουν ενημερώσει τους πολίτες για την πραγματική διάσταση των προβλημάτων.

Σχετικά με την οικονομία, η προπαγάνδα της κυβέρνησης προσφέρει σε πολύ κόσμο αισιοδοξία. Παρουσιάζουν μια ψευδή εικόνα βελτίωσης, ενώ το μόνο που έχει βελτιωθεί πραγματικά είναι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα, δηλαδή το πέρασμα από έλλειμμα σε πλεόνασμα. Αυτό το πέτυχαν κυρίως από τη ραγδαία αύξηση των φόρων. Ωστόσο οδηγηθήκαμε σε καταστροφική υποχώρηση του ΑΕΠ και του εισοδήματος, η αγορά στέγνωσε από χρήμα, το τραπεζικό σύστημα και οι επιχειρήσεις διαλύθηκαν, οι άνεργοι έφτασαν σε εξωφρενικά υψηλό αριθμό και η μετανάστευση των νέων στερεί τη χώρα από τις προοπτικές της. Κλείνοντας τον κύκλο του στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρέφει με ταχύτητα σε πολιτική προεκλογικών παροχών και θέτει σε κίνδυνο την εύθραυστη δημοσιονομική ισορροπία. Μπορεί να στοχεύει στο να αναγκάσει την επόμενη κυβέρνηση που θα βρει άδεια ταμεία να προσφύγει ξανά στους ξένους για μνημόνιο κι εκεί να χτίσει την αντιπολιτευτική του στρατηγική. Πέραν της ανηθικότητας μιας τέτοιας στρατηγικής, το επικίνδυνο είναι ότι υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ευρώπη είναι πολύ αμφίβολο, αν όχι απίθανο, οι ξένοι να μας προσφέρουν ξανά βοήθεια.

Με την άνοδο του εθνικισμού σε πολλές και ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες και την εσωτερική πίεση που έχουν από τους ψηφοφόρους τους οι Ευρωπαίοι ηγέτες, είναι πολύ δύσκολο να πείσουν τα Κοινοβούλιά τους να δεχτούν δαπάνες που θα αφορούν την Ελλάδα. Ηδη τις τελευταίες φορές που το προσπάθησαν είχαν μεγάλες αντιδράσεις και κατά πάσα πιθανότητα οι αντιδράσεις στο μέλλον να είναι πολύ μεγαλύτερες. Φαντάζεστε τον Μακρόν στη Γαλλία, που μέχρι τώρα ήταν η βασική μας σύμμαχος, να περνάει δαπάνες υπέρ της Ελλάδας στη Γαλλική Βουλή όταν η Λεπέν θα έχει ισχυροποιηθεί στις ευρωεκλογές και τα «Κίτρινα Γιλέκα» θα πολεμούν τη λιτότητα; Φαντάζεστε τους Ιταλούς που έδωσαν μάχη με τις Βρυξέλλες για να γλιτώσουν την περικοπή των δαπανών τους να εγκρίνουν κονδύλια βοήθειας για την Ελλάδα;

Οι αλλαγές που θα φέρουν οι ευρωεκλογές στο Ευρωκοινοβούλιο, στην Κομισιόν και σε όλα τα ευρωπαϊκά όργανα θα καταλήξουν σε μια αλλαγή στάσης της Ευρώπης απέναντί μας.

Μπορεί οι Ευρωπαίοι τώρα να χτυπάνε τον Τσίπρα φιλικά στην πλάτη και να τον συγχαίρουν, μπορεί να λένε ότι η Ελλάδα πηγαίνει καλά, αλλά αυτή η συμπεριφορά θα αλλάξει μετά τις ευρωεκλογές. Τα λένε αυτά τώρα οι απερχόμενοι για να αποδείξουν ότι τα έκαναν όλα σωστά και ότι έσωσαν την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οι επόμενοι, όμως, που θα τους διαδεχτούν θα λένε τα ακριβώς αντίθετα και θα αυξάνουν τις πιέσεις προς εμάς. Θα πούνε δηλαδή κατευθείαν ότι δεν έχουμε ολοκληρώσει τα προαπαιτούμενα και ότι πρέπει να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις και θα ανακαλύψουν όλα τα «κόλπα» της κυβέρνησης που οι σημερινοί Ευρωπαίοι ηγέτες κάνουν ότι δεν βλέπουν.

Υπό αυτές τις συνθήκες, αν ο μη γένοιτο χρειαστεί να ζητήσουμε νέες οικονομικές ενισχύσεις, δεν θα μας τις δώσουν. Και οι αγορές θα κλείσουν ξανά ερμητικά και δεν θα μας δανείζουν. Η κατάσταση λοιπόν δεν είναι όπως την περιγράφει η κυβέρνηση, ούτε καν όπως αφελώς την οραματίζεται η αντιπολίτευση. Είναι άλλη και είναι πολύ επίφοβη. Την αλήθεια αυτή, όμως, οι πολίτες δεν την ξέρουν και δεν την ξέρουν επειδή εγκλωβίζονται μεταξύ ψεμάτων και υποκρισίας του πολιτικού κόσμου. Τα τελευταία χρόνια αποδείχθηκε -και πλέον το αντιλαμβάνονται σχεδόν όλοι- ότι η Ελλάδα δεν είχε τη δυνατότητα ούτε να σκίσει τα μνημόνια, όπως έλεγε ο Σαμαράς, ούτε να χτυπάει τα νταούλια και να χορεύουν οι αγορές, όπως έλεγε ο Τσίπρας. Αποδείχθηκε ότι δεν είχε τη δυνατότητα καν να σχεδιάσει ένα δικό της πρόγραμμα εξόδου από την κρίση και τελικά δεν είχε τη δυνατότητα να αρνηθεί στους Αμερικανούς και στους Γερμανούς την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι οι πολέμιοι της συμφωνίας και όσοι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση δεν ενδιαφέρονταν πραγματικά να αποτρέψουν τη συμφωνία διότι, αν δεν ήθελαν να ψηφιστεί, έπρεπε να ρίξουν την κυβέρνηση στην ψήφο εμπιστοσύνης για να μη φέρει τη συμφωνία στη Βουλή. Ολη αυτή η περίοδος θα μείνει στα χρονικά ως μία από τις χειρότερες κοινοβουλευτικά περιόδους της χώρας, με πολιτικούς χαμηλότατου επιπέδου, με συμπεριφορές τρισάθλιες και με ανήθικες σκοπιμότητες.

Το ζητούμενο πλέον είναι να μπορέσει ο πολίτης, έστω και εκ των υστέρων, αφού υφίσταται αυτές τις φοβερές διαψεύσεις στις προσδοκίες του, αφού βλέπει με βεβαιότητα ότι τον κοροϊδεύουν, να καταλάβει πού πραγματικά βρίσκεται η χώρα και τι μπορεί να περιμένει από το μέλλον. Αν δεν το αντιληφθεί τώρα, θα έρθει μια πολύ σκληρότερη πραγματικότητα την οποία πλέον δεν θα μπορεί να αγνοήσει.

Keywords
Τυχαία Θέματα