Η ελληνική ανάκαμψη και οι διεθνείς θύελλες

Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι οικονομικοί δείκτες βελτιώνονται, καθώς η οικονομία αφήνει πίσω την πολύχρονη ύφεση και μπαίνει σε ανοδική τροχιά. Εντούτοις, όσοι κινούνται στην αγορά έχουν την αίσθηση ότι «όλοι χρωστούν σε όλους», οι πολίτες δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και η Εφορία (ΑΑΔΕ)... πανηγυρίζει για το ρεκόρ εισπράξεων από ρυθμίσεις και κατασχέσεις.

Είναι ενδεικτικό ότι με ειδική έκθεσή του ο Συνήγορος του Πολίτη προ ημερών επισήμανε πληθώρα προβλημάτων στο σύστημα των κατασχέσεων της Εφορίας, έκανε λόγο για υπέρμετρη εφαρμογή του μέτρου, ενώ υπογράμμισε

ότι πολλές φορές ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιούνται οι κατασχέσεις «αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης και της εμπιστοσύνης του διοικούμενου».

Από την άλλη πλευρά, οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν κάνουν λόγο για οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα 2% ετησίως για την τριετία 2018-2020. Υπολογίζει μάλιστα ότι εάν δεν περικοπούν τελικά οι συντάξεις και εφαρμοστούν κάποια από τα «αντίμετρα» (μείωση ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ.), το πρόσθετο εισόδημα που θα πέσει στην κατανάλωση θα ανεβάσει την ανάπτυξη στο 2,3% για την επόμενη χρονιά.

Αλλά και για το σύνολο της Ε.Ε., η Κομισιόν σημειώνει ότι η οικονομική ανάπτυξη στα κράτη-μέλη θα συνεχιστεί τα επόμενα τρία χρόνια, έστω και με μειούμενο ρυθμό, χάρη στην εσωτερική κατανάλωση, η οποία οφείλεται στη βελτίωση της αγοράς εργασίας, στην αύξηση των μισθών και των δημοσίων δαπανών σε ορισμένες χώρες.
Είναι μια καλοδεχούμενη «ανακάλυψη» από την πλευρά της Κομισιόν το ότι οι περικοπές φέρνουν ύφεση και ότι το εισόδημα των ανθρώπων είναι σημαντική παράμετρος για την οικονομική ανάπτυξη. Κι ας έκανε τα ακριβώς αντίθετα τα τελευταία οκτώ χρόνια, προωθώντας μνημονιακές περικοπές δαπανών, εισοδημάτων και υπερφορολόγηση για να «βγαίνουν τα νούμερα» στην Ελλάδα, παρά την τεράστια ύφεση.

Η εσωτερική αγορά είναι ένα καταφύγιο σε μια περίοδο όπου η οικονομική δραστηριότητα διεθνώς πλήττεται από την υποχώρηση του διεθνούς εμπορίου, την αύξηση της αβεβαιότητας και την άνοδο των τιμών του πετρελαίου.

Brexit, Ιταλία και εμπορικός πόλεμος εμπνέουν φόβους για νέες θύελλες, ενώ η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επαναπαύεται σε μια μέτρια ανοδική πορεία, η οποία οφείλεται κυρίως στην αύξηση του τουρισμού και σε μια υπαρκτή αύξηση των εξαγωγών, οι οποίες όμως αντιπροσωπεύουν μικρό ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ αντισταθμίζονται από την αύξηση των εισαγωγών.

Η ανάπτυξη που καταγράφεται οφείλεται σε κάποιον βαθμό στη διαδικασία επαναφοράς μετά τη μακροχρόνια ύφεση και στην άνοδο των βασικών «πελατών» μας, των άλλων Ευρωπαίων που έρχονται εδώ για διακοπές και αγοράζουν τα εξαγώγιμα προϊόντα μας.

Δεν υπήρξε βελτίωση του παραγωγικού μοντέλου, ούτε έκρηξη των εξαγωγών για να πούμε ότι μετά την κρίση η Ελλάδα «άλλαξε κατηγορία» και κερδίζει μια καλή θέση στη διεθνή αγορά, όπου πλέον η κατάσταση επιδεινώνεται.

Δεν ζούμε ένα μεταμνημονιακό οικονομικό θαύμα, ούτε, βέβαια, μια εικόνα διάλυσης, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι αντιπολιτευτικά.

Η οικονομία αρχίζει να βρίσκει μια περπατησιά, αλλά χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις για να στηριχθούν η εσωτερική αγορά και οι υπάρχοντες πυλώνες της, που καλώς ή κακώς αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της παραγωγής και της κατανάλωσης, έτσι ώστε το σύστημα να αναπνεύσει και να μπει σε έναν ενάρετο κύκλο για να αντέξει τις διεθνείς εξελίξεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα