Η τρόικα ξανάρχεται, βιομηχανία πού πάει;

Η παράταση του μνημονίου και οι νέες συμφωνίες με την τρόικα, πέραν της πολιτικής σημασίας, έχουν και τεράστιο ειδικό βάρος από οικονομικής πλευράς σε ζητήματα ενέργειας και βιομηχανικής παραγωγής, όπου άλλα πλασάρονται και άλλα ισχύουν στην πράξη.

Σε εκκρεμότητα βρίσκεται εδώ και μήνες το πλαίσιο των δημοπρασιών για τη διαμόρφωση των τιμών πώλησης της

υδροηλεκτρικής και λιγνιτικής ενέργειας της ΔΕΗ. Πρόκειται για αποφασιστικό βήμα ουσιαστικής απελευθέρωσης της αγοράς, καθώς η ΔΕΗ με τα σημερινά δεδομένα διαθέτει, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το συντριπτικό μερίδιο 97% της προμήθειας των τελικών καταναλωτών της ενεργοβόρου βιομηχανίας.

Ωστόσο, η συνθήκη που ζητά η τρόικα να ισχύσει για τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) σχετικά με τη μείωσή τους θα προκαλέσει σημαντικές απώλειες στη ΔΕΗ, ενώ θα δημιουργήσει όρους που θα ακυρώνουν τη συμμετοχή των ιδιωτών στη διαδικασία μεταπώλησης. Τα ΑΔΙ είναι κατ’ ουσίαν η θεσμοθέτηση της αμοιβής που εισπράττουν οι παραγωγοί για τη διατήρηση σε ετοιμότητα των μονάδων τους έναντι του κόστους που καλούνται να πληρώσουν, για το οποίο πάντα πληρωνόταν η ΔΕΗ και, τουλάχιστον μέχρι τώρα, οι νέες μονάδες.

Την ίδια ώρα η βιομηχανία εκφράζει τον έντονο προβληματισμό της, καθώς, παρά τα όσα έχουν εξαγγελθεί, τα αποτελέσματα για την ανταγωνιστικότητα και βιωσιμότητά της είναι ιδιαίτερα περιορισμένα. Οπως αναφέρει σχετική μελέτη του λέκτορα Οικονομικής της Ενέργειας και των Φυσικών Πόρων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά Αθανάσιου Δαγούμα, «η επιβάρυνση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά τόσο στην άμεση όσο και στην έμμεση φορολόγηση, όπως στα ενεργειακά προϊόντα. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ευρώ ανά μονάδα κατανάλωσης για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο είναι ιδιαίτερα υψηλός σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη - ακόμα και αν υπήρξε αύξηση ενεργειακής φορολόγησης για το σύνολο της Ευρωζώνης.

Σημειώνει, δε, ότι η μέχρι τώρα συνταγή της οικονομικής πολιτικής που θα οδηγούσε σε σημαντική αύξηση των εξαγωγών απέτυχε γιατί η εσωτερική υποτίμηση συνδυάστηκε με την αύξηση του ενεργειακού κόστους, τη φορολόγηση και την έλλειψη χρηματοδότησης.

Στη χώρα μας, μάλιστα, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε την περίοδο 2009-2013 κατά 7,6%, έναντι μόλις 4,7% στην Ευρώπη των «27»! Παρ’ όλα αυτά η βιομηχανία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος παράγοντας συνεισφοράς στο ΑΕΠ και ο τρίτος μεγαλύτερος εργοδότης.

Μεταξύ των προτάσεων που καταθέτει η μελέτη περιλαμβάνονται: - Ταχεία υλοποίηση από τον ΑΔΜΗΕ των δημοπρασιών λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής τύπου ΝΟΜΕ, που αντιμετωπίζει τα γνωστά προβλήματα που αναφέραμε και προσαρμογή στο ευρωπαϊκό μοντέλο. Τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου ώστε να επιτρέπει την ομαδική διαπραγμάτευση συμβολαίων μακράς διαρκείας όπως στη Γαλλία. Σύναψη διμερών συμβάσεων, μείωση της φορολογίας, καθιέρωση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία. Ελάφρυνση ή απαλλαγή επιλεγμένων κλάδων, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ευρωπαϊκής πολιτικής για την περίοδο 2014-2020.

Στη μελέτη σημειώνεται επίσης ότι η ελευθέρωση της λιανικής αγοράς φυσικού αερίου στην Ελλάδα δεν έχει πρακτικό αντίκρισμα χωρίς την εφαρμογή του τρίτου ενεργειακού πακέτου προκειμένου να υφίσταται ανταγωνισμός τόσο στη χονδρεμπορική αγορά όσο και στις διασυνδέσεις.

Μπορεί να σας κούρασα κυριακάτικα με όλη αυτή την τεχνοκρατική φιλολογία. Εχει όμως σημασία να εμβαθύνουμε κάποια στιγμή στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα. Ο καθένας στον κλάδο του.

Το πολιτικό παιχνίδι ξεβρακώνεται γιατί ακριβώς δεν έχει διεκδικήσει σε μεγάλο βαθμό μέχρι τώρα -άγνωστο γιατί- ζητήματα καίρια για την επόμενη μέρα της παραγωγής στην Ελλάδα με ουσιαστικά επιχειρήματα, γνώση και αποφασιστικές τομές στο άρρωστο πελατειακό κράτος

Έτσι, εφαρμόζοντας ένα μνημόνιο κατά βούληση βρίσκεται στη χώρα της σφαλιάρας για πολλοστή φορά. Και για τον λόγο αυτό μετά από τέσσερα χρόνια φτάνουμε κάθε φορά καταϊδρωμένοι στο πάρα πέντε να ισορροπούμε υπό τον βούρδουλα του Σόιμπλε.

Blogger Παναγιώτης Μπουσμπουρέλης
Keywords
Τυχαία Θέματα