Συγκρούσεις εκτός, συναινέσεις εντός

Καθώς πλησιάζει η ημέρα των εκλογών τα κυβερνητικά κόμματα κάνουν εμφανή προσπάθεια να επαναφέρουν τα προεκλογικά διλήμματα του 2012, επιχειρώντας να καλλιεργήσουν και πάλι τον φόβο της εξόδου από το κοινό νόμισμα εάν η χώρα ξεφύγει από την πολιτική που εφαρμόζεται σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ με κάθε αφορμή επιχειρούν να χρεώσουν στον ΣΥΡΙΖΑ τάσεις εξόδου και εσωτερικές

διαφωνίες για τη στρατηγική της επόμενης ημέρας, εστιάζοντας σε διάφορες μειοψηφικές απόψεις που εκφράζονται κατά καιρούς, παρότι επισήμως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τάσσεται συντεταγμένα υπέρ της παραμονής στο κοινό νόμισμα και χτίζει ολόκληρη τη στρατηγική του γύρω από τη διαπραγμάτευση με τους εταίρους για την εξεύρεση ευρωπαϊκής λύσης στο ελληνικό, αλλά και στο ευρύτερο πρόβλημα. Στο θέμα του χρέους, για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί τη διαγραφή ενός σημαντικού μέρους του, αλλά προτείνει μια ευρωπαϊκή διάσκεψη για το ζήτημα αυτό. Τα κυβερνητικά κόμματα επικαλούνται επιτεύγματα στον δημοσιονομικό τομέα και προβάλλουν το επιχείρημα ότι μπορεί οι κίνδυνοι για τη χώρα να έχουν μειωθεί σε σχέση με το 2012, αλλά δεν έχουν εξαλειφθεί και τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμα χειρότερα εάν έρθουμε σε σύγκρουση με τους εταίρους.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι η χώρα οδηγείται καθημερινά σε μεγαλύτερο αδιέξοδο, ότι η συνέχιση της σημερινής πορείας θα σημάνει περισσότερα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια και προτείνει τη σκληρή διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Είναι αλήθεια ότι εντός της ευρωζώνης δεν μπορεί μια χώρα μόνη της να αλλάξει δραστικά την πορεία της οικονομίας της, παρά μόνο εάν έχει εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη ή τουλάχιστον την ανοχή των εταίρων. Είναι επίσης αλήθεια, όμως, ότι η έξοδος από την κρίση την οποία διαφημίζει η κυβερνητική πλευρά σε πλήρη συγχορδία με το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες δεν αφορά την πραγματική οικονομία. Ακόμα και υποστηρικτές της κυβέρνησης αναγνωρίζουν ότι, εάν συνεχίσουν να εφαρμόζονται οι ίδιες πολιτικές, στην καλύτερη περίπτωση -έστω κι αν σταματήσει η βουτιά της οικονομίας- η χώρα θα σέρνεται για χρόνια με αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης, υψηλή ανεργία και εξαρθρωμένη παραγωγική βάση. Μπορεί ορισμένα ξένα κεφάλαια να έλκονται από τις υψηλές αποδόσεις των ομολόγων και των μετοχών, αλλά οι συγκεκριμένες επενδύσεις δεν επεκτείνονται στον παραγωγικό τομέα. Ετσι, θα συντηρείται ένας φαύλος κύκλος περαιτέρω απαξίωσης της πραγματικής οικονομίας, καθώς η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας θα αποτρέπει τις παραγωγικές επενδύσεις. Το αδιέξοδο είναι πλήρες.

Επομένως, ο μόνος δρόμος για την ελληνική οικονομία είναι να διεκδικήσει αλλαγή των δεδομένων από τους εταίρους με σκληρή διαπραγμάτευση. Και είναι αλήθεια ότι σκληρή διαπραγμάτευση σημαίνει σύγκρουση. Είναι αλήθεια επίσης ότι δεν υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει ένας οδικός χάρτης ακριβείας για το πού θα οδηγήσει μια τέτοια πορεία. Για το τι θα γίνει εάν οι εταίροι αρνηθούν την αλλαγή της εφαρμοζόμενης πολιτικής, εάν οι άλλες χώρες του Νότου δεν συγκροτήσουν μέτωπο ή, ακόμα, εάν το ευρωπαϊκό σύστημα εξουσίας αποφασίσει να σφίξει τον κλοιό για να δώσει ένα ευρύτερο παράδειγμα του τι μπορεί να συμβεί σε όσους αμφισβητούν το σημερινό imperium.

Ασφαλώς, οι ακραίες και μονομερείς ενέργειες μικρή πιθανότητα επιτυχίας έχουν. Δεν συνάδουν άλλωστε με τον πυρήνα της -καλώς εννοούμενης- ευρωπαϊκής συνύπαρξης στο θεσμικό κεκτημένο της Ε.Ε. Εάν όμως η ελληνική πλευρά παρουσιάσει μια τεκμηριωμένη και πειστική αντιπρόταση η οποία θα βασίζεται στον σεβασμό των άλλων οικονομιών και των χρημάτων των φορολογουμένων τους, η ευρωζώνη δεν θα έχει τη νομιμοποίηση να την αγνοήσει και να την προσπεράσει. Για τον σκοπό αυτό, όμως, ίσως να μην αρκεί ένα σχέδιο, όσο καλό και να είναι, αν δεν βασίζεται σε ευρύτερες συναινέσεις, τις οποίες θα πρέπει να επιδιώξει η όποια κυβέρνηση διεκδικήσει αλλαγή πορείας από τους εταίρους.

Blogger Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου
Keywords
Τυχαία Θέματα