Δημιουργική ασάφεια και άγονη σαφήνεια
Κατά τις πρώτες 100 ημέρες της νέας κυβέρνησης, η ελληνική οικονομία φέρεται να «παγώνει» σε αναμονή του σήματος επανεκκίνησης από την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους στις Βρυξέλλες, Φρανκφούρτη, Βερολίνο, Παρίσι και Ρήγα της Λετονίας. Ενόσω αυτές παρατείνονται και βαλτώνουν, τόσο η οικονομία αδρανεί και κατά συνέπεια τόσο περισσότερο μειώνεται η ικανότητα της να παράγει εισοδήματα και επαρκή πλεονάσματα προκειμένου να αποπληρώνει τακτικά και απρόσκοπτα
τις οφειλές της.
Αυτό οφείλουν να γνωρίζουν αμφότερες οι πλευρές των διαπραγματευομένων και κατά συνέπεια να επισπεύδουν, αντί να καθυστερούν, το τελικό αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση, οι νόμιμες και δικαιολογημένες προσδοκίες των δανειστών δεν θα έπρεπε να αντιτίθενται με αυτές της οφειλετριας χωράς, αλλά θα οφείλαν κατ' ανάγκην να συμπίπτουν προς την αυτή κατεύθυνση για την όσο το δυνατόν ταχύτερη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και αύξηση του εθνικού εισοδήματος της, που αποτελεί και την απαράκαμπτη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της υγιούς αποπληρωμής κάθε οφειλής.
Εν τούτοις, πάρα πασά λογική και αυτονόητη προσδοκία, η διαπραγμάτευση εξελίσσεται σε ατέρμονα παρτίδα από θανατηφόρες «μπλόφες» και αβέβαιο τελικό αποτέλεσμα. Κάθε πλευρά δοκιμάζει τις αντοχές της άλλης και με τελικό θύμα όχι μόνον την ελληνική οικονομία, αλλά εξ ίσου και όχι λιγότερο την αξιοπιστία και εύρυθμη λειτουργία του συνόλου της Ευρωζώνης.
Προσάπτεται στην ελληνική πλευρά «έλλειμμα» διαπραγματευτικής εμπειρίας και ικανότητος, σωρευτικά «σφάλματα» τόσο έναντι του εξωτερικού, της άλλης πλευράς, όσο και έναντι του εσωτερικού. Ο απολογισμός των 100 ημέρων κυβερνητικού και διαπραγματευτικού έργου παρουσιάζεται ως «συντριπτικός» εις βάρος της χωράς: η αναμενομένη κοινωνική και οικονομική αφύπνιση στο εσωτερικό της πολύ απέχει από το να επιβεβαιώνεται, η χωρά κατόρθωσε να απωλέσει κάθε στήριγμα και συμμαχία που επιβαλλόταν και μπορούσε να συνάψει με άλλες ομοιοπαθείς εντός της Ευρωζώνης, αλλά και με ορισμένους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καταλήγοντας να εμφανίζεται στην καλύτερη περίπτωση ως μοναχικός και ακατανόητος «Δον Κιχώτης», στη χειρότερη ως «μαύρο πρόβατο».
Έχοντας ξεκινήσει με την επαγγελία αναμόρφωσης ολόκληρης της ευρωπαϊκής πολιτικής, καθηλώνεται σήμερα σε μια αβέβαιη προσπάθεια προσαρμογής της στην «λανθασμένη ευρωπαϊκή συνταγή», την οποία επεδίωκε να ανατρέψει. Διεκδίκησε αρχικά «χρόνο και όχι χρήμα», όμως, ενώ χρόνο έλαβε, οι ανάγκες σε χρήμα θα είναι τον Ιούνιο μεγαλύτερες από ό,τι προ 4μηνου. Ο αναξιοποίητος χρόνος δεν είναι χρήμα και όσο αυτός παρέρχεται, τόσο τα προβλήματα συσσωρεύονται και επιδεινώνονται, ώστε το κόστος των διευθετήσεων να επαυξάνεται για όλες τις πλευρές.
Προς καθησυχασμό των πιστωτών προβλήθηκε αναμόρφωση της διαπραγματευτικής ομάδας και νέα κατανομή αρμοδιοτήτων σε αυτήν, πλην όμως, ακόμη μια φορά, ενώ υποτίθεται ότι κάποια πράγματα αλλάξαν, η ευρωπαϊκή πλευρά εξακολουθεί να αποδίδει στην ελληνική το αυτό μοιραίο «έλλειμμα» διαπραγματευτικού στόχου και «μειωμένη» διαπραγματευτική ικανότητα.
Ασφαλώς, η πολιτική βούληση για την επίτευξη συμφωνίας είναι απαραίτητη, όμως δεν αρκεί: χρειάζεται ακόμη και η σχετική διαπραγματευτική ικανότητα, που, με την διαιωνιζομένη χρονοτριβή, αμφισβητείται και εξανεμίζεται. Η αρχική ορμητικότητα για ανατροπή των ευρωπαϊκών πράγματων κίνδυνοί σήμερα να συρρικνωθεί στη διεκδίκηση μιας απλής συμφωνίας έναντι οιουδήποτε τιμήματος. Η «δημιουργική ασάφεια» της συμφωνίας της 20ης Φεβρουάριου, αντί για πλεονέκτημα του οφειλέτη, κινδυνεύει, όσο οι διαπραγματεύσεις παρατείνονται, να αποδειχθεί μειονέκτημα του. Ό,τι δεν κλείνει στη βραχεία περίοδο υπερ. της αδύναμης πλευράς, καταλήγει στη μακρά περίοδο εις βάρος της και υπερ. της ισχυρής.
Όσον αφορά στην ευρωπαϊκή πλευρά, τα πράγματα δεν δείχνουν περισσότερο σοβαρά και υπεύθυνα, αλλά ούτε και πιο παραγωγικά: καταγράφεται όχι μικρότερο, αλλά ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα διαπραγματευτικής ικανότητος και αναπόφευκτα καθοριστικότερη ευθύνη για το τέλμα των διαπραγματεύσεων. Εάν αληθεύει ότι η ελληνική πλευρά εμφανίζει μειωμένη διαπραγματευτική ικανότητα, θα όφειλε η ευρωπαϊκή και ιδίως η γερμανική, από την στιγμή που φιλοδοξεί να ηγείται της νομισματικής περιοχής του ευρώ, να αναπληρώνει το ελληνικό έλλειμμα καταθέτοντας προτάσεις με αυξημένη ευθύνη και σοβαρότητα, που διασώζουν την αξιοπιστία και εύρυθμη λειτουργία του συνόλου της Ευρωζώνης και όχι αυτές που σήμερα την παγιδεύουν ολόκληρη στην κλιμάκωση του αποπληθωρισμού και της αποσύνθεσης.
Πρώτα από όλα, τι εξυπηρετεί η κατά γερμανική αξίωση πρωτοφανής μυστικότητα των διαπραγματεύσεων, ώστε να αδυνατεί η κοινή γνώμη να κατανείμει ευθύνες για την χρονοτριβή τους; Έπειτα, είναι γεγονός ότι σε κάθε συνάντηση της Ομάδας των Βρυξελλών, η ευρωπαϊκή πλευρά, επωφελουμένη από αδυναμίες της ελληνικής, εμφανίζει πρόσθετες και αυξημένες απαιτήσεις. Ο πρόεδρος του Γιουρογκρουπ Γείρουν Νταισελμπλουμ εκτίμησε πρόσφατα ως «λογικό και αναμενόμενο» ότι ανοίγει η όρεξη των δανειστών, όσο διαγνώσουν αδυναμίες και σύγχυση από την πλευρά του οφειλέτη, όμως ο ίδιος έσπευσε να παραδεχθεί το εξ ίσου «λογικό και αναμενόμενο» συμπέρασμα ότι κάθε μονομερής αύξηση απαιτήσεων εγκαθιστά προσθετό εμπόδιο στην επίτευξη τελικής συμφωνίας.
Διαπιστώνεται ακόμη «αθέμιτη» διαπραγματευτική συμπεριφορά από ευρωπαϊκής πλευράς: η Ελλάδα δεν είναι υπερχρεωμένη έναντι τρίτων, αλλά έναντι εταίρων στο κοινό τους νόμισμα. Αμφότεροι έχουν συμφέρον να προασπίζουν το κοινό νόμισμα και όχι οι η ισχυρή πλευρά των δανειστών να επιρρίπτει κάθε κόστος στην αδύναμη. Στην σημερινοί περίπτωση, αφού οι εταίροι είναι ταυτόχρονα και δανειστές, αυτό τους κάνει να ενεργούν περισσότερο με την δεύτερη ιδιότητα και πολύ λιγότερο ή και καθόλου με την πρώτη.
Ενώ διατείνονται ότι «βοηθούν» την υπερχρεωμένη χωρά, στην πραγματικότητα συμπεριφέρονται ως δανειστές όχι σε συμμαχική χωρά, αλλά σε ξένη, χρεωκοπημένη και κατακτημενη. Διευκολύνσεις που επιτρέπουν ανετά για τους ιδίους απορρίπτουν χωρίς συζήτηση για τον οφειλέτη. Οι οροί τους δεν αποβλέπουν στην σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, αλλά κατά πρώτο λόγο στην άμεση και μονόπλευρη εξασφάλιση των πιστωτών, με συνέπεια την εξώθηση και διατήρηση της χωράς στην ύφεση.
Η εμμονή στην απόσπαση αυξημένου πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος για πληρωμές τόκων συνεπάγεται αυτόματα την διατήρηση της οικονομίας σε μηδενικούς ρυθμούς ρυθμούς, εάν όχι αρνητικούς. Η πρόσφατη εμμονή στην κάλυψη προσθετού δημοσιονομικού κενού 3 δις συνεπάγεται αυτόματα προσθετή απόσπαση πόρων από την ελληνική οικονομία και μάλιστα την στιγμή ακριβώς που αυτοί είναι απαραίτητοι για την σταθεροποίηση της. Οπωσδήποτε, είναι ηρωική και θα πρέπει να εκτιμηθεί από όλους η αμετάκλητη δέσμευση της ελληνική πλευράς στην απόρριψη υφεσιακων μέτρων επιώ μισθών και συντάξεων. Όμως, η συρρίκνωση των πραγματικών εισοδημάτων και οι υφεσιακές επιπτώσεις μπορούν να προέλθουν δι' άλλης οδού, όπως π.χ. από την υπερφορολογήσει, από την αύξηση του ΦΠΑ, από τις πρόσθετες περικοπές δημοσίων δαπανών με αιτιολογία την εξασφάλιση πλεονάσματος υπερ των δανειστών.
Κάθε απόσπαση πόρων από την οικονομία ενέχει αναπόφευκτο υφεσιακό αποτέλεσμα, εκτός εάν οι πόροι δι' άλλης οδού (π.χ. δημοσιές επενδύσεις) επιστρέφουν σε αυτήν και ανακυκλώνονται εντός της οικονομίας. Ακόμη και η υψηλότερη φορολόγηση των ανωτέρων εισοδημάτων, παρότι επιβεβλημένη και κοινωνικά δίκαιη, ενέχει κι αυτή υφεσιακό κίνδυνο, ενόσω τα έσοδα της παραδίδονται καθ' ολοκληρία στους πιστωτές και δεν επιστρέφουν έστω εν μέρει στην οικονομία. Δεν υπάρχει υγιές πλεόνασμα ενόσω η οικονομία παραμένει στην ύφεση και σε παρόμοιες συνθήκες κάθε πλεόνασμα που δεν ανακυκλώνεται στην οικονομία επιδεινώνει την ύφεση ακόμη περισσότερο. Εάν πρέπει απαραιτήτως να αποσπάται κάποιο πλεόνασμα, θα όφειλε επίσης αυτό να παραμένει οπωσδήποτε χαμηλότερο του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας και όχι υψηλότερο, σε αντίθεση με τις σημερινές διεκδικήσεις των δανειστών.
Εάν τουλάχιστον η κυβέρνηση αναγνώριζε ότι προσθετά φορολογικά μετρά είναι μεν υφεσιακά, αλλά της επιβάλλονται από την αρπακτικότητα των δανειστές, θα ήταν πειστικότερη. Εάν κατόρθωνε να σχεδιάσει ρυθμό ανάπτυξης ανώτερο του επιβαλλομένου από τους δανειστές πλεονάσματος, αυτό θα έπρεπε οπωσδήποτε να αναγνωρισθεί ως επιτυχία της. Ωστόσο, για υψηλότερο αναπτυξιακό στόχο απαιτούνται προσθετά χρήματα όχι βέβαια για τους δανειστές, αλλά για την αναγκαία εισροή δημοσίων επενδύσεων στην οικονομία. Ενώ παράλληλα τόσο το διαθέσιμο χρήμα όσο και ο εναπομένων χρόνος συρρικνώνονται, σαν ανθεί που μαραίνονται προτού προλάβουν ν 'ανθίσουν.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος το συμπέρασμα ότι όλες οι χώρες μέλη οφείλουν να προσαρμόζονται στον σημερινό ευρωπαϊκό μονόδρομο που δεν οδηγεί πουθενά αλλού, πάρα στην καταστροφή. Αυτό θα μπορούσε να υποτεθεί, εάν η Ευρωζώνη με τις ισχύουσες πολίτικες της κατέγραφε επιτυχίες. Στην πραγματικότητα, εξ αίτιας των «μονόδρομων» της, η Ευρωζώνη περιέρχεται σε όλο και βαθύτερο αδιέξοδο, μέχρι σημείου να αμφισβητείται η επιβίωση της στο άμεσο μέλλον. Θα έπρεπε το ελληνικό πρόβλημα να μην αντιμετωπίζεται με πειθαρχικά μετρά, ως «ειδική περίπτωση» και «ανωμαλία» μιας μεμονωμένης χωράς, αλλά με σταθεροποιητικά μετρά, ως ενδεικτικό του προβλήματος στο οποίο εμπλέκονται σήμερα όλες χωρίς εξαίρεση οι ευρωπαϊκές χώρες και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στο σύνολο του.
Το δημόσιο χρέος συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αυξάνεται σε σχέση με το εθνικό εισόδημα όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και αυτό είναι πρόβλημα όχι μιας χωράς, αλλά όλων μαζί και της εσφαλμένης πολιτικής που εφαρμόζεται παντού χωρίς εξαίρεση προς αντιμετώπιση του. Η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει την λαϊκή εντολή να καταδείξει και να πείσει την Ευρώπη για τις μέχρι σήμερα εσφαλμένες, αντιπαραγωγικές και καταστροφικές επιλογές της τόσο για την χωρά όσο και για ολόκληρο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.-
Αυτό οφείλουν να γνωρίζουν αμφότερες οι πλευρές των διαπραγματευομένων και κατά συνέπεια να επισπεύδουν, αντί να καθυστερούν, το τελικό αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση, οι νόμιμες και δικαιολογημένες προσδοκίες των δανειστών δεν θα έπρεπε να αντιτίθενται με αυτές της οφειλετριας χωράς, αλλά θα οφείλαν κατ' ανάγκην να συμπίπτουν προς την αυτή κατεύθυνση για την όσο το δυνατόν ταχύτερη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και αύξηση του εθνικού εισοδήματος της, που αποτελεί και την απαράκαμπτη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της υγιούς αποπληρωμής κάθε οφειλής.
Εν τούτοις, πάρα πασά λογική και αυτονόητη προσδοκία, η διαπραγμάτευση εξελίσσεται σε ατέρμονα παρτίδα από θανατηφόρες «μπλόφες» και αβέβαιο τελικό αποτέλεσμα. Κάθε πλευρά δοκιμάζει τις αντοχές της άλλης και με τελικό θύμα όχι μόνον την ελληνική οικονομία, αλλά εξ ίσου και όχι λιγότερο την αξιοπιστία και εύρυθμη λειτουργία του συνόλου της Ευρωζώνης.
Προσάπτεται στην ελληνική πλευρά «έλλειμμα» διαπραγματευτικής εμπειρίας και ικανότητος, σωρευτικά «σφάλματα» τόσο έναντι του εξωτερικού, της άλλης πλευράς, όσο και έναντι του εσωτερικού. Ο απολογισμός των 100 ημέρων κυβερνητικού και διαπραγματευτικού έργου παρουσιάζεται ως «συντριπτικός» εις βάρος της χωράς: η αναμενομένη κοινωνική και οικονομική αφύπνιση στο εσωτερικό της πολύ απέχει από το να επιβεβαιώνεται, η χωρά κατόρθωσε να απωλέσει κάθε στήριγμα και συμμαχία που επιβαλλόταν και μπορούσε να συνάψει με άλλες ομοιοπαθείς εντός της Ευρωζώνης, αλλά και με ορισμένους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καταλήγοντας να εμφανίζεται στην καλύτερη περίπτωση ως μοναχικός και ακατανόητος «Δον Κιχώτης», στη χειρότερη ως «μαύρο πρόβατο».
Έχοντας ξεκινήσει με την επαγγελία αναμόρφωσης ολόκληρης της ευρωπαϊκής πολιτικής, καθηλώνεται σήμερα σε μια αβέβαιη προσπάθεια προσαρμογής της στην «λανθασμένη ευρωπαϊκή συνταγή», την οποία επεδίωκε να ανατρέψει. Διεκδίκησε αρχικά «χρόνο και όχι χρήμα», όμως, ενώ χρόνο έλαβε, οι ανάγκες σε χρήμα θα είναι τον Ιούνιο μεγαλύτερες από ό,τι προ 4μηνου. Ο αναξιοποίητος χρόνος δεν είναι χρήμα και όσο αυτός παρέρχεται, τόσο τα προβλήματα συσσωρεύονται και επιδεινώνονται, ώστε το κόστος των διευθετήσεων να επαυξάνεται για όλες τις πλευρές.
Προς καθησυχασμό των πιστωτών προβλήθηκε αναμόρφωση της διαπραγματευτικής ομάδας και νέα κατανομή αρμοδιοτήτων σε αυτήν, πλην όμως, ακόμη μια φορά, ενώ υποτίθεται ότι κάποια πράγματα αλλάξαν, η ευρωπαϊκή πλευρά εξακολουθεί να αποδίδει στην ελληνική το αυτό μοιραίο «έλλειμμα» διαπραγματευτικού στόχου και «μειωμένη» διαπραγματευτική ικανότητα.
Ασφαλώς, η πολιτική βούληση για την επίτευξη συμφωνίας είναι απαραίτητη, όμως δεν αρκεί: χρειάζεται ακόμη και η σχετική διαπραγματευτική ικανότητα, που, με την διαιωνιζομένη χρονοτριβή, αμφισβητείται και εξανεμίζεται. Η αρχική ορμητικότητα για ανατροπή των ευρωπαϊκών πράγματων κίνδυνοί σήμερα να συρρικνωθεί στη διεκδίκηση μιας απλής συμφωνίας έναντι οιουδήποτε τιμήματος. Η «δημιουργική ασάφεια» της συμφωνίας της 20ης Φεβρουάριου, αντί για πλεονέκτημα του οφειλέτη, κινδυνεύει, όσο οι διαπραγματεύσεις παρατείνονται, να αποδειχθεί μειονέκτημα του. Ό,τι δεν κλείνει στη βραχεία περίοδο υπερ. της αδύναμης πλευράς, καταλήγει στη μακρά περίοδο εις βάρος της και υπερ. της ισχυρής.
Όσον αφορά στην ευρωπαϊκή πλευρά, τα πράγματα δεν δείχνουν περισσότερο σοβαρά και υπεύθυνα, αλλά ούτε και πιο παραγωγικά: καταγράφεται όχι μικρότερο, αλλά ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα διαπραγματευτικής ικανότητος και αναπόφευκτα καθοριστικότερη ευθύνη για το τέλμα των διαπραγματεύσεων. Εάν αληθεύει ότι η ελληνική πλευρά εμφανίζει μειωμένη διαπραγματευτική ικανότητα, θα όφειλε η ευρωπαϊκή και ιδίως η γερμανική, από την στιγμή που φιλοδοξεί να ηγείται της νομισματικής περιοχής του ευρώ, να αναπληρώνει το ελληνικό έλλειμμα καταθέτοντας προτάσεις με αυξημένη ευθύνη και σοβαρότητα, που διασώζουν την αξιοπιστία και εύρυθμη λειτουργία του συνόλου της Ευρωζώνης και όχι αυτές που σήμερα την παγιδεύουν ολόκληρη στην κλιμάκωση του αποπληθωρισμού και της αποσύνθεσης.
Πρώτα από όλα, τι εξυπηρετεί η κατά γερμανική αξίωση πρωτοφανής μυστικότητα των διαπραγματεύσεων, ώστε να αδυνατεί η κοινή γνώμη να κατανείμει ευθύνες για την χρονοτριβή τους; Έπειτα, είναι γεγονός ότι σε κάθε συνάντηση της Ομάδας των Βρυξελλών, η ευρωπαϊκή πλευρά, επωφελουμένη από αδυναμίες της ελληνικής, εμφανίζει πρόσθετες και αυξημένες απαιτήσεις. Ο πρόεδρος του Γιουρογκρουπ Γείρουν Νταισελμπλουμ εκτίμησε πρόσφατα ως «λογικό και αναμενόμενο» ότι ανοίγει η όρεξη των δανειστών, όσο διαγνώσουν αδυναμίες και σύγχυση από την πλευρά του οφειλέτη, όμως ο ίδιος έσπευσε να παραδεχθεί το εξ ίσου «λογικό και αναμενόμενο» συμπέρασμα ότι κάθε μονομερής αύξηση απαιτήσεων εγκαθιστά προσθετό εμπόδιο στην επίτευξη τελικής συμφωνίας.
Διαπιστώνεται ακόμη «αθέμιτη» διαπραγματευτική συμπεριφορά από ευρωπαϊκής πλευράς: η Ελλάδα δεν είναι υπερχρεωμένη έναντι τρίτων, αλλά έναντι εταίρων στο κοινό τους νόμισμα. Αμφότεροι έχουν συμφέρον να προασπίζουν το κοινό νόμισμα και όχι οι η ισχυρή πλευρά των δανειστών να επιρρίπτει κάθε κόστος στην αδύναμη. Στην σημερινοί περίπτωση, αφού οι εταίροι είναι ταυτόχρονα και δανειστές, αυτό τους κάνει να ενεργούν περισσότερο με την δεύτερη ιδιότητα και πολύ λιγότερο ή και καθόλου με την πρώτη.
Ενώ διατείνονται ότι «βοηθούν» την υπερχρεωμένη χωρά, στην πραγματικότητα συμπεριφέρονται ως δανειστές όχι σε συμμαχική χωρά, αλλά σε ξένη, χρεωκοπημένη και κατακτημενη. Διευκολύνσεις που επιτρέπουν ανετά για τους ιδίους απορρίπτουν χωρίς συζήτηση για τον οφειλέτη. Οι οροί τους δεν αποβλέπουν στην σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, αλλά κατά πρώτο λόγο στην άμεση και μονόπλευρη εξασφάλιση των πιστωτών, με συνέπεια την εξώθηση και διατήρηση της χωράς στην ύφεση.
Η εμμονή στην απόσπαση αυξημένου πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος για πληρωμές τόκων συνεπάγεται αυτόματα την διατήρηση της οικονομίας σε μηδενικούς ρυθμούς ρυθμούς, εάν όχι αρνητικούς. Η πρόσφατη εμμονή στην κάλυψη προσθετού δημοσιονομικού κενού 3 δις συνεπάγεται αυτόματα προσθετή απόσπαση πόρων από την ελληνική οικονομία και μάλιστα την στιγμή ακριβώς που αυτοί είναι απαραίτητοι για την σταθεροποίηση της. Οπωσδήποτε, είναι ηρωική και θα πρέπει να εκτιμηθεί από όλους η αμετάκλητη δέσμευση της ελληνική πλευράς στην απόρριψη υφεσιακων μέτρων επιώ μισθών και συντάξεων. Όμως, η συρρίκνωση των πραγματικών εισοδημάτων και οι υφεσιακές επιπτώσεις μπορούν να προέλθουν δι' άλλης οδού, όπως π.χ. από την υπερφορολογήσει, από την αύξηση του ΦΠΑ, από τις πρόσθετες περικοπές δημοσίων δαπανών με αιτιολογία την εξασφάλιση πλεονάσματος υπερ των δανειστών.
Κάθε απόσπαση πόρων από την οικονομία ενέχει αναπόφευκτο υφεσιακό αποτέλεσμα, εκτός εάν οι πόροι δι' άλλης οδού (π.χ. δημοσιές επενδύσεις) επιστρέφουν σε αυτήν και ανακυκλώνονται εντός της οικονομίας. Ακόμη και η υψηλότερη φορολόγηση των ανωτέρων εισοδημάτων, παρότι επιβεβλημένη και κοινωνικά δίκαιη, ενέχει κι αυτή υφεσιακό κίνδυνο, ενόσω τα έσοδα της παραδίδονται καθ' ολοκληρία στους πιστωτές και δεν επιστρέφουν έστω εν μέρει στην οικονομία. Δεν υπάρχει υγιές πλεόνασμα ενόσω η οικονομία παραμένει στην ύφεση και σε παρόμοιες συνθήκες κάθε πλεόνασμα που δεν ανακυκλώνεται στην οικονομία επιδεινώνει την ύφεση ακόμη περισσότερο. Εάν πρέπει απαραιτήτως να αποσπάται κάποιο πλεόνασμα, θα όφειλε επίσης αυτό να παραμένει οπωσδήποτε χαμηλότερο του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας και όχι υψηλότερο, σε αντίθεση με τις σημερινές διεκδικήσεις των δανειστών.
Εάν τουλάχιστον η κυβέρνηση αναγνώριζε ότι προσθετά φορολογικά μετρά είναι μεν υφεσιακά, αλλά της επιβάλλονται από την αρπακτικότητα των δανειστές, θα ήταν πειστικότερη. Εάν κατόρθωνε να σχεδιάσει ρυθμό ανάπτυξης ανώτερο του επιβαλλομένου από τους δανειστές πλεονάσματος, αυτό θα έπρεπε οπωσδήποτε να αναγνωρισθεί ως επιτυχία της. Ωστόσο, για υψηλότερο αναπτυξιακό στόχο απαιτούνται προσθετά χρήματα όχι βέβαια για τους δανειστές, αλλά για την αναγκαία εισροή δημοσίων επενδύσεων στην οικονομία. Ενώ παράλληλα τόσο το διαθέσιμο χρήμα όσο και ο εναπομένων χρόνος συρρικνώνονται, σαν ανθεί που μαραίνονται προτού προλάβουν ν 'ανθίσουν.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος το συμπέρασμα ότι όλες οι χώρες μέλη οφείλουν να προσαρμόζονται στον σημερινό ευρωπαϊκό μονόδρομο που δεν οδηγεί πουθενά αλλού, πάρα στην καταστροφή. Αυτό θα μπορούσε να υποτεθεί, εάν η Ευρωζώνη με τις ισχύουσες πολίτικες της κατέγραφε επιτυχίες. Στην πραγματικότητα, εξ αίτιας των «μονόδρομων» της, η Ευρωζώνη περιέρχεται σε όλο και βαθύτερο αδιέξοδο, μέχρι σημείου να αμφισβητείται η επιβίωση της στο άμεσο μέλλον. Θα έπρεπε το ελληνικό πρόβλημα να μην αντιμετωπίζεται με πειθαρχικά μετρά, ως «ειδική περίπτωση» και «ανωμαλία» μιας μεμονωμένης χωράς, αλλά με σταθεροποιητικά μετρά, ως ενδεικτικό του προβλήματος στο οποίο εμπλέκονται σήμερα όλες χωρίς εξαίρεση οι ευρωπαϊκές χώρες και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στο σύνολο του.
Το δημόσιο χρέος συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αυξάνεται σε σχέση με το εθνικό εισόδημα όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και αυτό είναι πρόβλημα όχι μιας χωράς, αλλά όλων μαζί και της εσφαλμένης πολιτικής που εφαρμόζεται παντού χωρίς εξαίρεση προς αντιμετώπιση του. Η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει την λαϊκή εντολή να καταδείξει και να πείσει την Ευρώπη για τις μέχρι σήμερα εσφαλμένες, αντιπαραγωγικές και καταστροφικές επιλογές της τόσο για την χωρά όσο και για ολόκληρο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.-
-- This feed and its contents are the property of The Huffington Post, and use is subject to our terms. It may be used for personal consumption, but may not be distributed on a website.
Keywords
δον κιχώτης, huffington post, βρυξέλλες, απρόσκοπτα, νέα, ελλαδα, δις, ΦΠΑ, υγιές, χρεος, feed, property, huffington, κινηση στους δρομους, αυξηση φπα, κυβερνηση εθνικης ενοτητας, νεα κυβερνηση, οφειλετες δημοσιου, κοινωνικη συμφωνια, χωρες, βερολινο, γνωμη, οικονομια, υφεση, αυξηση, απρόσκοπτα, βρυξέλλες, γεγονος, δημοσιο, δις, εγχειρημα, ευρω, υπαρχει, εμμονη, εν μερει, επρεπε, επιτυχια, ευθυνη, ευρωπη, κυβερνηση, λαθος, λειτουργια, λογο, οπωσδηποτε, παρισι, προβληματα, ρηγα, συζητηση, φρανκφουρτη, φορα, χρημα, χρονος, αφυπνιση, εθνικο, huffington post, huffington, χωρα, feed, μια φορα, property, υγιές
Τυχαία Θέματα
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Ειδήσεις
- Μακελειό σε γάμο - Σκότωσε τη νύφη, τους γονείς της, τη γυναίκα, τα πεθερικά του και αυτοκτόνησε! [photos]
- Πέθανε ο Γρηγόρης Παπαδόπουλος
- Νέα τροπή στο θρίλερ με την 16χρονη που βρέθηκε χωρίς όργανα [video]
- Τραγωδία στον Κολωνό: Νεκρός αστυνομικός από σφαίρα – Τραυματίας ο γιος του
- Γιατί η Μαρία-Έλενα Κυριάκου είναι καταδικασμένη ν' αποτύχει
- «Βόμβα» Παππά: Μόνο τρεις άδειες εθνικής εμβέλειας για τα κανάλια
- Ποιο ελληνικό νησί είναι το ομορφότερο στην Ευρώπη;
- Η Κοντσίτα αγκαλιά με τον σύζυγο και τον Ρίκι Μάρτιν!
- Βαρουφάκης: Πρέπει κι εμείς να αλλάξουμε ήθη και έθιμα...
- Σάντουιτς με ντομάτα και τυρί
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Huffington Post Greece
- Τραγωδία στον Κολωνό: Αστυνομικός έπεσε νεκρός από όπλο που εκπυρσοκρότησε στα χέρια του γιου του
- Η αγκαλιά, το SMS και η προδοσία
- Πάνω από 212.000 οι αιτήσεις για το πρόγραμμα της ανθρωπιστικής κρίσης
- Ίσως από τις πιο τρομακτικές προσγειώσεις που έχετε δει
- Δημιουργική ασάφεια και άγονη σαφήνεια
- Ομπάμα vs social media: «Γεια σου Twitter. Εδώ Ομπάμα. Αλήθεια»
- Διαψεύδει η ΝΔ τα περί τηλεφωνικής επικοινωνίας τη Δευτέρα με τη Μέρκελ
- Βαρουφάκης: Τα πέντε «κλειδιά» για την μετά τον Ιούνιο εποχή
- ΕΣΕΕ: Κάθε 24 ώρες κλείνουν 59 επιχειρήσεις. 22,3 εκατ. ευρώ ημερησίως η απώλεια από το ΑΕΠ
- Η ομοσπονδία διαψεύδει το δημοσίευμα περί κλήσης "εμπορικών" παικτών
- Τελευταία Νέα Huffington Post Greece
- Δημιουργική ασάφεια και άγονη σαφήνεια
- Διαψεύδει η ΝΔ τα περί τηλεφωνικής επικοινωνίας τη Δευτέρα με τη Μέρκελ
- Η ομοσπονδία διαψεύδει το δημοσίευμα περί κλήσης "εμπορικών" παικτών
- Βαρουφάκης: Τα πέντε «κλειδιά» για την μετά τον Ιούνιο εποχή
- Η αγκαλιά, το SMS και η προδοσία
- Τραγωδία στον Κολωνό: Αστυνομικός έπεσε νεκρός από όπλο που εκπυρσοκρότησε στα χέρια του γιου του
- ΕΣΕΕ: Κάθε 24 ώρες κλείνουν 59 επιχειρήσεις. 22,3 εκατ. ευρώ ημερησίως η απώλεια από το ΑΕΠ
- Ομπάμα vs social media: «Γεια σου Twitter. Εδώ Ομπάμα. Αλήθεια»
- Ίσως από τις πιο τρομακτικές προσγειώσεις που έχετε δει
- Πάνω από 212.000 οι αιτήσεις για το πρόγραμμα της ανθρωπιστικής κρίσης
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Ειδήσεις
- Βαρουφάκης: Οι δανειστές πρέπει να καταλάβουν ότι η μνημονιακή λογική απέτυχε
- Νεκρός αστυνομικός από εκπυρσοκρότηση όπλου
- Έρχεται στις 20 και 21 Μαίου 2015 στο Πάρκο Ειρήνης στο Πανεπιστήμιο Πατρών το 1ο «Noise me Up Festival»
- Θέση εργασίας στο Δημοτικό Βρεφοκομείο Θεσσαλονίκης ''Άγιος Στυλιανός''
- Όλα όσα έγιναν στο Athens Tattoo Convention
- Γιατί η Μαρία-Έλενα Κυριάκου είναι καταδικασμένη ν' αποτύχει
- Επιτυχής και επίκαιρη η επιλογή του κειμένου των πανελλαδικών
- Διατηρεί το μεγάλο προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ - 21 μονάδες μπροστά από ΝΔ
- Ο Τζον Μάλκοβιτς κατηγορεί την Le Monde για δυσφήμιση
- Ένας στους επτά κατοίκους του πλανήτη ζει χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα