Η Διεθνής Αμνηστία χαιρετίζει την απόφαση του ΣτΕ για μεταφορά των προσφύγων των νησιών στην ενδοχώρα

«Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επιβεβαιώνει αυτό το οποίο εξαρχής οι οργανώσεις και τα κινήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και ανθρωπιστικές οργανώσεις υποστηρίζουμε: Η αναγκαστική παραμονή των αιτούντων άσυλο στα νησιά, συχνά σε άθλιες συνθήκες, είναι άδικη.

Περιμένουμε οι ελληνικές αρχές να σεβαστούν αυτήν την απόφαση και να μεταφέρουν στην ηπειρωτική χώρα τους αιτούντες άσυλο που φτάνουν στα νησιά» επισήμανε ο διευθυντής του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, Γαβριήλ Σακελλαρίδης σχετικά με τη χθεσινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), σύμφωνα με την

οποία επιτρέπεται, σε όσους πρόσφυγες φτάνουν από δω και στο εξής σε 6 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, να κυκλοφορούν ελεύθερα.

Ακόμη, ο κ. Σακελλαρίδης, σημείωσε ότι «όσοι και όσες έφτασαν πριν ληφθεί αυτή η απόφαση θα πρέπει επίσης να μεταφερθούν στην ηπειρωτική Ελλάδα ώστε να έχουν πρόσβαση σε επαρκείς συνθήκες υποδοχής. Στο μεταξύ, οι προσπάθειες να επεκταθούν και βελτιωθούν οι συνθήκες υποδοχής στην ηπειρωτική χώρα πρέπει να συνεχιστούν έτσι ώστε να διασφαλιστεί πως όλοι όσοι αιτούνται άσυλο στην Ελλάδα θα έχουν πρόσβαση σε κατάλληλα και ασφαλή καταλύματα, όπου θα καλύπτονται οι ιδιαίτερες ανάγκες τους».

Καταλήγοντας ο κ. Σακελλαρίδης υπογράμμισε: «Είναι σημαντικό πως η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επισημαίνει τη δυσανάλογη ευθύνη της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης που επωμίστηκαν οι τοπικές κοινωνίες στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές που θέλουν να ”κρύψουν” τους πρόσφυγες είτε στην Ελλάδα είτε σε τρίτες χώρες είναι απαράδεκτες και πρέπει να σταματήσουν. Η ευθύνη για τους πρόσφυγες ανήκει σε όλους και εμείς, ως Διεθνής Αμνηστία, θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για μια ανθρώπινη, αλληλέγγυα και δίκαιη ευρωπαϊκή πολιτική στο προσφυγικό».

Τι αναφέρει η απόφαση

Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάνθηκε ότι οι πρόσφυγες που είναι στα νησιά Λέσβος, Σάμος, Χίος, Λέρος, Ρόδος και Κως σε περιοριστικό καθεστώς κυκλοφορίας από την 20η Μαρτίου 2016, θα εξακολουθήσουν να παραμένουν στο καθεστώς αυτό, ενώ όσοι πρόσφυγες έρθουν από εδώ και στο εξής, δεν θα είναι σε καθεστώς περιοριστικών μέτρων κυκλοφορίας και θα κυκλοφορούν ελεύθερα.

Αναλυτικότερα, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες είχε προσφύγει στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο και ζητούσε να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ 10464/31.5.2016 απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου, με οποία τέθηκε περιορισμός στην κυκλοφορία των αιτούντων διεθνή προστασία προσφύγων στα επίμαχα 6 νησιά.

Κατόπιν αυτού, το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Χρήστο Ράμμο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Διομήδη Κυριλλόπουλο, δημοσίευσαν την υπ΄ αριθμ. 805/2018 απόφασή του, με την οποία ακυρώθηκε η επίμαχη απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου.

Το ΣτΕ κατά πλειοψηφία, έκρινε ότι ο επίμαχος περιορισμός της κυκλοφορίας δεν απαγορεύεται από το Σύνταγμα ή από άλλη διάταξη υπερνομοθετικής ισχύος, αλλά πρέπει όμως για να επιβληθεί ο περιορισμός, να προκύπτουν οι λόγοι για τους οποίους επιβλήθηκε το περιοριστικό αυτό μέτρο.

Όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, ο περιορισμός στην κυκλοφορία που επιβλήθηκε στα άτομα που αιτούνται διεθνή προστασία, έχει ως συνέπεια τον μη επιμερισμό των προσώπων αυτών σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, αλλά αντιθέτως την άνιση συγκέντρωση τους σε ορισμένες μόνο Περιφέρειες, κάτι που επιφέρει σημαντική επιβάρυνση και υποβάθμισή τους σε σχέση με τις άλλες περιοχές της χώρας. Τα 6 αυτά νησιά, αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, καλούνται να διαχειριστούν και να αντιμετωπίσουν με τις υπάρχουσες υποδομές και μάλιστα εν μέσω της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα, την είσοδο και παραμονή σε αυτές σημαντικού αριθμού προσώπων που αιτούνται διεθνή προστασία, με συνέπεια να υφίσταται σοβαρός κίνδυνος προκλήσεων κοινωνικών εντάσεων, με επιπτώσεις στη δημόσια τάξη και την οικονομική ζωή των επίμαχων Περιφερειών, οι οποίες αποτελούν και τουριστικούς περιορισμούς.

Εξάλλου, στην απόφαση του ΣτΕ αναφέρεται ότι από πουθενά δεν προκύπτουν οι νόμιμοι λόγοι που υπαγορεύουν την επιβολή του περιοριστικού μέτρου της κυκλοφορίας, προκειμένου να μπορεί να κριθεί εάν βρίσκεται εντός των ορίων των διατάξεων του άρθρου 41 του νόμου 4375/2016 (σε εξουσιοδότηση του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου) οι οποίες (διατάξεις) «ερμηνευμένες υπό το φώς της Σύμβασης της Γενεύης που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομικού συστήματος για την προστασία των προσφύγων», επιτρέπει την επιβολή στους αιτούντες διεθνή προστασία τα περιοριστικά αυτά μέτρα.

Τέλος, αναφέρεται ότι εφόσον δεν προκύπτουν οι σοβαροί και επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος και μεταναστευτικής πολιτικής, οι οποίοι θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επιβολή του περιορισμού κυκλοφορίας των αιτούντων διεθνή προστασία που εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια μετά την 20η Μαρτίου 2016, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

Παράλληλα, η μειοψηφία (Χρήστος Ράμμος, Όλγα Παπαδοπούλου και Χριστίνα Μπολόφη) υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη, καθώς 1) απαιτείται χρόνος για την εξέταση των αιτήσεων και 2) λόγω της κοινής δήλωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία για σχέδιο δράσης ενίσχυσης της συνεργασίας στον τομέα στήριξης των Σύριων υπηκόων. Στην απόφαση του ΣτΕ διευκρινίζεται ότι τα αποτελέσματα της ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, ανατρέχουν από χθες και όχι από την 20η Μαρτίου 2016.

Keywords
Τυχαία Θέματα