Ιχνηλατώντας (πέραν) το(υ) 2020

Για όσες και όσους γεννήθηκαν το 1980 και πρότερα, γίνεται βιωματικά αντιληπτό ότι το 2020 τα χρονικά διανύσματα από το 1990 και προς το 2050 θα ισαπέχουν. Επίσης (μου) φαίνεται πιο πρόσφατη, από την εικοσαετηρίδα που έχει παρέλθει, η δημόσια συζήτηση που διεξήχθη, στο λυκαυγές του 2000 στον τεχνολογικά προηγμένο κόσμο, σχετικά με τον «ιό της χιλιετίας» -μη επαληθευμένη τεχνολογική απειλή σύμφωνα με την οποία οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές δεν θα αναγνώριζαν μια χρονολογία με το 19 ως τα δυο πρώτα και 00 ως τα δύο τελευταία ψηφία-. Πέραν του υποκειμενισμού πρόσληψης και αποτύπωσης

του ιστορικού χρόνου από τον εκάστοτε παρατηρητή, είναι γεγονός πως διανύσαμε ήδη το ένα πέμπτο του 21ου αιώνα.

Πριν λοιπόν το νέο έτος συναθροιστεί κι αυτό με την σειρά του στην καταγεγραμμένη ανθρώπινη ιστορία ας προσπαθήσουμε να ιχνηλατήσουμε ορισμένα από τα σημαντικότερα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής για την νέα χρονιά. Υπό το πρίσμα των βασικών τάσεων, όπως αυτές αποτυπώθηκαν για το 2019, θα ξεκινήσουμε από το ευρύτερα που μας αφορούν και θα καταλήξουμε στα καθ’ ημάς.

Το 2020 είναι έτος προεδρικών εκλογών στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες αναμένονται με τεράστιο ενδιαφέρον τόσο για τους Αμερικανούς, όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο. Ο νυν Πρόεδρος Donald Trump, εφ’ όσον αποφύγει την σκόπελο της καθαίρεσης –η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία, εκτός συγκλονιστικού απρόοπτου, τον διασφαλίζει- θα θέσει ξανά υποψηφιότητα. Οι αντίπαλοί του – Δημοκρατικοί και μη- προσδοκούν να αναδείξουν τυχόν προεδρικές αυθαιρεσίες έτσι ώστε να αποτρέψουν –στο βαθμό που δεν επιτύχουν την καθαίρεση και δεν αποφύγουν μία νέα υποψηφιότητα– την επανεκλογή του. Εν αναμονή εκλογών, εντός μίας πολωμένης αμερικανικής κοινωνίας, θα υπάρξει αυξημένη ενδοσκόπηση και ακόμη λιγότερη μερίμνα για τα διεθνή ζητήματα.

Ο D.Trump επιθυμεί να διεκδικήσει ξανά το προεδρικό αξίωμα δίχως στο επόμενο δεκάμηνο να προκύψει κάποιο θέμα εξωτερικής πολιτικής, ώστε να διεξαχθούν οι εκλογές στη βάση προταγμάτων της εσωτερικής πολιτικής. Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών και το 2020 θα συνεχιστεί η περαιτέρω διάχυση της κινεζικής επιρροής και ισχύος στο διεθνές σύστημα. Στον ασιατικό χώρο ο ετεροπροσδιορισμός άλλων δρώντων, εν σχέσει με τις πολιτικές του Πεκίνου, είναι ήδη εμφανής. Οι Σινοαμερικανικές σχέσεις προσομοιάζουν περισσότερο μ’ έναν ηγεμονικό ανταγωνισμό, παρά μία ηγεμονική διευθέτηση. Προγενέστερες δε, αιτιάσεις και προβλέψεις για έναν ανέφελο σινοαμερικανικό βίο υποχωρούν.

Όσον αφορά τον ευρωπαϊκό χώρο, κατόπιν των πρόσφατων βρεταννικών εκλογών το Brexit δρομολογείται ανεπιστρεπτί. Μετά το 1973, και την είσοδο του Ηνωμένου Βασιλείου στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, η μία κορυφή του στρατηγικού τριγώνου (Γαλλία-ΗΒ-Γερμανία) στον δυτικοευρωπαϊκού χώρο θα βρεθεί ξανά εκτός διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυταπατώνται, και μάλλον δεν έχουν επαρκή γνώση των πάγιων βρεταννικών αντιλήψεων και πρακτικών, όσοι νομίζουν πως το Ηνωμένο Βασίλειο αποσύρεται από την Ένωση διότι αδιαφορεί για τα τεκταινόμενα στην Ευρώπη. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2020, εκτός της ολοκλήρωσης του Βrexit, θα δρομολογηθεί η νέα -γαλλικής εμπνεύσεως και στραμμένη προς το Βερολίνο- προσπάθεια περαιτέρω εμβάθυνσης της ενωσιακής διαδικασίας. Το συγκεκριμένο εγχείρημα θα πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ διακυβερνητικής πραγματικότητας και υπερεθνικής ρητορικής. Τo αν είναι εφικτή η πολιτική ολοκλήρωση στην Ευρώπη θα το κρίνει ξανά η ιστορία. Πάντως, ούτε μόνο οι ικανότητες -εφ’ όσον υπάρχουν- των αρμοδίων, ούτε αυτάρεσκα ρητορικά σχήματα επαρκούν για να προσδιορίσουν τους διαμορφωτικούς παράγοντες της ιστορίας, οι οποίοι σε τελική ανάλυση εκκινούν και απολήγουν στις ίδιες τις κοινωνίες.

Ανεξαρτήτως αν κάποιος συμφωνεί ή όχι, η πολιτική ανατίμηση του περιβαλλοντικού ζητήματος, αναμένεται να επιταχυνθεί κατά το τρέχον έτος. Αναμφίβολα, τον τελευταίο αιώνα έχει συντελεστεί τρομακτική επιβάρυνση του περιβάλλοντος, εξ αιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η συντελεσθείσα περιβαλλοντική υποβάθμιση ήταν συνέπεια της εκβιομηχάνισης και του συνακόλουθου τρόπου ζωής που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη και σταδιακά υιοθετήθηκε από το σύνολο σχεδόν των κοινωνιών. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, όμως η πρόσληψή του και κυρίως η αντιμετώπισή του ενέχουν τα πολιτικά και τα οικονομικά κίνητρα και τις προτεραιότητες του κάθε εμπλεκόμενου φορέα, κρατικού ή μη. Το συγκεκριμένο ζήτημα θα διογκώνεται στο βαθμό που όλο και μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων υιοθετεί τον δυτικό τρόπο ζωής. Σε επίπεδο ακτιβιστικής δράσης, όσο δεν λαμβάνονται αποφάσεις για συγκεκριμένα χρηματοδοτικά προγράμματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή τότε «θα δείτε την Γκρέτα να επιστρέφει». (Στίχος του Ν. Καββαδία)

Εγχωρίως, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να προσαρμόζεται κυριολεκτικά για λόγους επιβίωσης στην αδήριτη πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Για σημαντικό χρονικό διάστημα, η ελληνική εξωτερική πολιτική αποπροσανατολίστηκε από κατ΄ αρέσκειαν αναλύσεις σχετικά με την εύτακτη πορεία των διμερών σχέσεων Αθήνας – Άγκυρας. Παράλληλα, η δεκαετής οικονομική κρίση βρήκε την χώρα αμυντικά ισχνότερη, αλλά αποτρεπτικά ακόμη ισχυρή. Το 2020 η προσαρμογή στην πραγματικότητα θα συνεχιστεί. Την τελευταία διετία, ο επιδραστικότερος διαμορφωτής (policy maker) της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι αναμφίβολα ο Ταγίπ Ερντογάν˙ με την ad baculum προσέγγισή του θα διατηρήσει τα σκήπτρα και το 2020. Εξακολουθητικά, η Τουρκία, θα επιζητά έναν διευρυμένο ρόλο, σχοινοβατώντας μεταξύ των αντιπαραθέσεων των ισχυρότερων δρώντων (Ηνωμένες Πολιτείες-Ρωσσία) και θα αναζητά κάθε ευκαιρία επέκτασης εκμεταλλευόμενη και την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαδραματίσει ρόλο, όταν απαιτούνται υπομνήσεις στρατιωτικής ισχύος. Εν γένει, ο τουρκικός αναθεωρητισμός αποτελεί πλέον δομικό στοιχείο του τουρκικού πολιτικού συστήματος και δεν έχει συγκυριακό, δευτερογενή και προσωπικό χαρακτήρα. Επίσης, ας μην λησμονούμε ότι ως το 2023 ο νυν Τούρκος Πρόεδρος θέλει να παρουσιάσει επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική.

Η ανάταξη του συλλογικού μας βίου προφανώς προϋποθέτει στοχοθεσίες ευρύτερες από την αναγκαία βελτίωση των οικονομικών δεικτών και την στοιχειώδη λειτουργία του κράτους. Η ευημερία μας θα εξαρτάται όλο και περισσότερο, από την θέση μας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Ας αναλογιστούμε ότι όσο η σχετική θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα φθίνει, στην κατανομή του παγκόσμιου πλούτου, τόσο θα περιορίζονται οι χρηματοδοτικές πολιτικές. Οι τεχνολογικές εξελίξεις, των τελευταίων 150 ετών προκάλεσαν χωροχρονική πύκνωση, έχοντας αντικαταστήσει τις αργόσυρτες ιστορικές διαδικασίες με ταχύτερες. Στην παρούσα συγκυρία επιταχύνονται, αναδιανέμοντας πλούτο, ισχύ και ρόλους. Συνεπώς, αποτελεί επιτακτική ανάγκη να συγχρονίσουμε τον βηματισμό μας με τις εξελισσόμενες ιστορικές διαδικασίες που θα διατρέξουν τον 21ο αιώνα.

Οι προοπτικές να συνεχίσουμε να υπάρχουμε συλλογικά ως ένα σύνολο δημογραφικά φθινουσών μετριοτήτων διαγράφονται ως δυσοίωνες. Η αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω της, περιχαρούς ή μη, αφομοίωσης σε ευρύτερα σχήματα, είναι και πρόωρη και δεν μας διασφαλίζει ότι δεν θα πρέπει να ανταλλάξουμε την αδυναμία μας με την αποδοχή ιεραρχικών σχημάτων και πιθανές διαβαθμίσεις αναλωσιμότητας˙ φυσικά των πιο αδυνάμων. Η πνευματική ανασυγκρότηση της χώρας με άξονα την παιδεία συνιστά εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση. Το έργο αναστροφής του ξεχαρβαλώματος του εκπαιδευτικού συστήματος, που συντελέστηκε τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ηράκλειο. Η αναγκαία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, κυρίως με όρους χρηστικότητας, δεν θα επιφέρει κάτι περισσότερο από το να καταστούμε παρακολούθημα των ιστορικών διαδικασιών. Θα είμαστε σαν τους κακούς χορευτές που ακολουθούν, ασθμαίνοντας, τα βήματα των πρώτων. Η παιδεία σκοπό έχει κυρίως, περάν της «παροχής εφοδίων», την μόρφωση των νέων γενεών, την δημιουργία υπεύθυνων πολιτών, και την ανατροφοδότηση του συλλογικού υποκειμένου, σύμφωνα με τους άξονες συγκρότησής του. Υπό αυτό το πρίσμα, η προσαρμογή στην τρέχουσα ιστορική περίσταση και ο προσδιορισμός των οικείων αναγκών θα καταστούν ευκολότερες, ενώ οι δυνατότητες συνδιαμόρφωσης της –εκάστοτε- συγκυρίας θα είναι μεγαλύτερες.

Σε προσωπικό επίπεδο ας προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε βίο παραδειγματικό, περιορίζοντας τις ανησυχητικά αυξητικές τάσεις πρωτογονισμού που συναντάμε όλο και συχνότερα στη δημόσια και ιδιωτική σφαίρα.

Εύχομαι καλή και ουσιαστικότερη χρονιά με υγεία, ευτυχία και πρόοδο.

ΠΡΙΝ ΦΥΓΕΤΕ Κωνσταντίνος Φίλης: Η Χάγη είναι το τέλος της διαδρομής των ελληνοτουρκικών διαφορών Το ανολοκλήρωτο 1821
Keywords
Τυχαία Θέματα