Τα άφταστα πεδία της συνευθύνης

.

Ο μετεκλογικός φόβος υπερνικά εκείνον του προεκλογικού. Νοιαζόμαστε κι ανησυχούμε για το αύριο, αφήνοντας αφύτευτες κι ακαλλιέργητες τις ελπίδες μας που θα καρποφορήσουν στο μέλλον. Αδρανείς κοιτούμε πίσω απ’ τα προστατευτικά τζάμια του εγωκεντρισμού μας τον κόσμο να παραπαίει απ’ τα αγκάθια της δύσθυμης καθημερινότητας. Γκρινιάζουμε, διαφωνούμε και καταλήγουμε να διαμαρτυρόμαστε με μετρημένες λέξεις στα δίκτυα, με σύντομα βίντεο οργής, φορώντας μια δίεση (hashtag) στους προβληματισμούς μας, νομίζοντας πως ξεμπερδέψαμε με μια προσωπική προσθήκη στη διαδικτυακή λίστα παραπόνων που τίποτα άλλο

δεν κάνει απ’ το να ανακυκλώνει προβλήματα σε μια κοίτη απαισιοδοξίας.

Η ατέλειωτη καταιγίδα πολυποίκιλων απογοητεύσεων γεννά στον σύγχρονο πολίτη μια απάθεια για τα πολιτικά. Θεωρούνται ακατανόητες, βαρετές ακόμη και ανούσιες οι βουλευτικές και δημοτικές συνελεύσεις και συνεδριάσεις. Ο εφησυχασμός της απολιτίκ στάσης όχι μόνο προσφέρει ένα αλεξίσφαιρο αποθαρρύνσεων αλλά γεννά και τη φαιά νοοτροπία (μεταστοιχειωμένης ανάγκης) της άμεσης μετατόπισης του βάρους ευθύνης σε ξένους ώμους. Επομένως, οι πολιτικοί είτε λογίζονται ως λεκτικά (ενίοτε και κυριολεκτικά) πτυελοδοχεία, αποδιοπομπαίοι τράγοι που τσουβαλιάζονται σε μια οργή ισοπέδωσης, επιτηδευμένα αόρατα πρόσωπα, είτε απολαμβάνουν έναν βασιλικό, δουλικό σεβασμό ως εξουσία. Κι ο κόσμος συνεχίζει να γυρνά, χωρίς ποτέ να διδαχτεί την αβάσταχτη αρετή της συνευθύνης.

Είναι δύσκολο να περαστεί στην άλλη όχθη των αναποφάσιστων, εκείνων με την υπερυψωμένη παντιέρα «Όλοι ίδιοι είναι», το μήνυμα πως για ό,τι συμβαίνει γύρω μας, έμμεσα ή άμεσα, αναλογεί σε όλους μας, όπου Γης, ένα μικρομερίδιο ευθύνης· αν μη τι άλλο σε μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα όπου βρίσκεται δίπλα μας ο πλημμυρισμένος θεσσαλικός κάμπος, οι απέραντες εκτάσεις όπου η σταχτιά τους όψη επί μήνες θα θυμίζει τις αποφράδες εκείνες μέρες, τις φλόγες που κατάπιαν ολόκληρες περιουσίες, ανθρώπινες ζωές, χιλιάδες ζώα, ανεπαρκή αποθέματα οξυγόνου.

Η από του καναπέ «αποψιολαγνεία» πλέκει ένα φωτοστέφανο στους αγανακτισμένους μη πληγέντες πολίτες που στηρίζουν τους χιλιάδες που έχασαν το σπίτι τους σε διάστημα ωρών, είτε από φωτιά είτε από πλημμύρα, και δεν ευθύνονται, καθώς δεν βρίσκονται οι ίδιοι σε διοικητικές θέσεις, συνεπώς ο έλλογος θυμός τους θολώνει την κρίση τους και αποφασίζουν να απέχουν, θεωρώντας ένα τιμωρητικό ράπισμα προς το σύστημα την ημιπλήρη κάλπη. Το βιώσαμε όλοι στις εκλογές του Ιουνίου με την αποχή να αίρεται στους ουρανούς της απάθειας, ενώ στο 68% κυμάνθηκε μόνο στον δήμο Αθηναίων στις αυτοδιοικητικές της 8ης Οκτωβρίου.

Δεν είναι καινοφανές το τέρας της αποχής. Με τα πρώτα δυσοίωνα σκιρτήματα της κρίσης, στους Έλληνες άρχισε να φθίνει η αίγλη του εκλογικού τους καθήκοντος (διότι ως τέτοιο οφείλεται να θεωρείται κι όχι σαν μια αξιοκαταφρόνητη πολυτέλεια που δεν πρόκειται να σταθεί ικανή ν’ αλλάξει ένα προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα) και ενώ βαδίζουν στην έρημο της κρίσης που παγκοσμιοποιήθηκε και απέκτησε πολλαπλές μελανές αποχρώσεις: κρίσεις οικονομικές, περιβαλλοντικές, ενεργειακές, πολιτικές, κοινωνικές, μεταναστευτικές, δεν έμαθαν πως η ενότητα μπορεί να ξεκολλήσει τον τροχό απ’ τον βάλτο της στασιμότητας.

Θεωρείται πια αξεπέραστη η μονιμοκρίση και ό,τι κουβαλά μαζί της, άτρωτη σε υπερπροσπάθειες και περιοριστικά μέτρα, περιφρουρημένη από κυνικά τείχη και πύργους με κοντόφθαλμη θέα. Τα αποδεκατισμένα οράματα δύσκολα συναρμολογούνται, όπως δυσκολότερα αποσυναρμολογείται η ακάθεκτη πεποίθηση της προκαθορισμένης περαιτέρω ολικής χειροτέρευσης. Είμαστε ό,τι πιστεύουμε και γινόμαστε αυτό που πράττουμε. Μολονότι οι διαμαρτυρίες ευνοούν την εκτονωτική μέγγενη του θυμού οσάκις μια τραγωδία σημειώνεται, μια οποιαδήποτε ανεπάρκεια έρχεται στο φως, ένα απάνθρωπο γεγονός που παγώνει την κοινή γνώμη, δύσκολα χαλυβδώνει την εμπιστοσύνη στην ψήφο.

Ποιος φταίει γι’ αυτό; Η έλλειψη παιδείας, ενσυναίσθησης, συλλογικότητας; Από πού θα ξαναπιάσουμε τον μίτο για να βρούμε μια νέα έναρξη; Τα βαθιά αίτια ως πραγματικότητα διαιωνίζουν την αδιαπέραστη από ουσιώδη βλέμματα αχλή της ατομικής αποστασιοποίησης. Γίνονται ένα μ’ εμάς, με τις συνήθειές μας, με τον τρόπο ζωής μας και όταν κάνουμε αγώνες να τα καταπολεμήσουμε, καταλήγουμε να λαβώνουμε τους εαυτούς μας. Είναι αμφίκοπη η συνευθύνη, σύμφωνοι, δεν παύει να είναι όμως και το τελευταίο ανάχωμα των δημοκρατικών κοινωνιών. Εάν το εκλέγειν παραμείνει ανοχύρωτο απ’ τη συλλογική αναλγησία, τότε πράγματι οι μέρες που θα έρθουν μόνο αισιόδοξες δεν θα είναι.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Τα άφταστα πεδία της συνευθύνης,