«Για πρώτη φορά το Δημόσιο εισέπραξε για τηλεοπτικές άδειες», τονίζει ο Παππάς

«Έχει βγάλει ο κόσμος τα συμπεράσματά του για το ποιος μπόρεσε, ποιος δικαιώθηκε, ποιος προχώρησε και αυτή τη στιγμή το Δημόσιο εισπράττει, είναι η πρώτη φορά που εισπράττει για τις τηλεοπτικές άδειες», δήλωσε ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης (ΨΗΠΤΕ), Νίκος Παππάς, για την καταβολή από τους εκπροσώπους των τηλεοπτικών σταθμών της πρώτης δόσης για την κατοχή της δεκαετούς άδειας επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής, ελεύθερης λήψης, εθνικής εμβέλειας, ενημερωτικού

προγράμματος, γενικού περιεχομένου.

«Από το 2015 το Δημόσιο εισπράττει αυτά που προέβλεπε ένας ψηφισμένος φόρος, ο φόρος διαφήμισης, ο οποίος είχε ψηφιστεί, αλλά δεν εφαρμοζόταν. Εισέπραξε το Δημόσιο 150 εκατ. από το 2015 μέχρι 2018 και τώρα ξεκινάει πλέον και εισπράττει και για τις τηλεοπτικές άδειες, εισπράξαμε 17,5 εκατομμύρια», ανέφερε ο κ.Παππάς σε συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».

«Πλέον», διευκρίνισε, «εισπράττουμε για τις άδειες, εισπράττουμε και έναν μειωμένο φόρο διαφήμισης, γιατί δεν πρέπει να υπάρξει μία παρεξήγηση ότι εμείς θέλουμε να οδηγήσουμε τις οικονομικές μονάδες που λέγονται τηλεοπτικοί σταθμοί σε ασφυξία, κάθε άλλο».

«Θέλουμε να υπάρχουν κανόνες, να πληρώνουν το τίμημα των αδειών και βεβαίως να διαμορφώσουμε τους όρους, ούτως ώστε να περάσουμε και σε μια πιο δημιουργική φάση, διότι πριν ήμασταν σε μία φάση που είχαμε κανάλια, τα οποία είχαν διαρκώς μειούμενη απασχόληση και διαρκώς αυξανόμενα χρέη», παρατήρησε, διαβεβαιώνοντας ότι η εκ του νόμου υποχρέωση των δικαιούχων αδειών εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού χαρακτήρα γενικού περιεχομένου να απασχολούν κατά μέσο όρο ετησίως τουλάχιστον τετρακόσια άτομα «είναι απολύτως σαφής, δεν μπορεί να μην τηρηθεί». Για τις δύο άδειες που δεν δημοπρατήθηκαν εκτίμησε ότι «ενδεχομένως να μη δημοπρατηθούν, γιατί δεν υπήρξε ενδιαφέρον».

Σχολιάζοντας, εξάλλου, την απόφαση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αποσύρει τους βουλευτές και τα στελέχη της από όλες τις συχνότητες της ΕΡΤ, ο κ. Παππάς ανέφερε: «Η ΝΔ είναι το κόμμα που στοιχίζει περισσότερο από όλα τα άλλα κόμματα για την κάλυψη των δραστηριοτήτων της στη δημόσια τηλεόραση, είναι το κόμμα που ανοιχτά έχει δηλώσει ότι θέλει να μειώσει το ανταποδοτικό τέλος στο μισό […] έχει τη στρατηγική για την ΕΡΤ να την καταστήσει εκ νέου παρία του τηλεοπτικού τοπίου. Νομίζω ότι ήταν μία μεθοδευμένη και προμελετημένη κίνηση και θα τους έλεγα να την ξανασκεφτούν και να συνεχίσουν να αξιοποιούν τη δημόσια τηλεόραση για την παρουσία τους».

Σε ό,τι αφορά το σχόλιο του δημοσιογράφου για τον πρόεδρο τη ΝΔ σημείωσε: «Είχαμε την έκφραση μιας γνώμης από τον δημοσιογράφο. Ζητούν από τον αρμόδιο υπουργό να κάνει τι ακριβώς, να τον συνετίσει; Δεν καταλαβαίνω ειλικρινά. Αυτή η υπόθεση χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή για την αποχώρηση της ΝΔ. Το πρόβλημα είναι ότι επέλεξε να κορυφώσει μία σύγκρουση πάνω στη συγκεκριμένη πρόταση, πάνω στη συγκεκριμένη φράση του δημοσιογράφου, ενώ ταυτόχρονα στελέχη της σχετικοποιούν τις πρακτικές δικτατοριών και αυτό είναι πρόβλημα για τη ΝΔ. Δεν μπορεί στελέχη σου να βγαίνουν να λένε ότι θα κάνουμε ασφαλιστικό Πινοσέτ, ότι δεν πρέπει να χαρίζουμε τον Μεταξά στη Χρυσή Αυγή και να εξεγείρεσαι με τέτοιον τρόπο για μια τέτοιου τύπου διατύπωση γνώμης […] Ας σταματήσει η εργαλειοποίηση της μάχης γύρω από την ΕΡΤ και αν κάποιος μπορεί, χωρίς τον διαστρεβλωτικό φακό της πολιτικής αντιπαράθεσης, να δει τι ακριβώς συμβαίνει, θα βγάλει τα συμπεράσματά του».

Με αφορμή την υπερψήφιση της τροπολογίας του υπουργείου Εργασίας για τον κατώτατο μισθό ο κ. Παππάς ανέφερε: «Η κυβέρνηση βάζει τα θεμέλια της δίκαιης ανάπτυξης, οικοδομεί τους μηχανισμούς μέσω των οποίων αναδιανέμεται το προϊόν της οικονομικής ανάπτυξης. Ένας από αυτούς είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και η αύξηση του κατώτατου μισθού. Από την άλλη η αντιπολίτευση επαναθεμελιώνει, επανεφευρίσκει τον εαυτό της ως ένα κόμμα της ακραίας νεοφιλελεύθερης Δεξιάς».

Σχετικά με τη διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς για τη μη εφαρμογή του ψηφισμένου μέτρου περικοπής των συντάξεων από 1η Ιανουαρίου 2019 ο υπουργός εκτίμησε: «Η συμφωνία η οποία έγινε για την περικοπή συντάξεων ήταν μία κακή στιγμή της διαπραγμάτευσης και ως τέτοια οφείλουμε τώρα που βγήκαμε από το μνημόνιο να δώσουμε τη μάχη με πιο γεμάτη τη φαρέτρα μας για να την ακυρώσουμε».

Ερωτηθείς για την προοπτική κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών όταν έλθει στη Βουλή εξήγησε: «Υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα και είναι σαφές και δεν μπορούμε να το κρύψουμε. Είναι η διαφωνία που έχει εκφράσει ο Πάνος Καμμένος με τη συμφωνία των Πρεσπών. Συνιστά πρόβλημα εφόσον είναι κυβερνητικός εταίρος. Νομίζω, όμως, ότι καθώς περνάει ο χρόνος […] θα διαμορφωθεί καινούρια πραγματικότητα και νομίζω ότι μέσα σε αυτήν μπορούμε να πείσουμε ακόμη περισσότερο ότι η κύρωση αυτής της συμφωνίας και από την πλευρά της Ελλάδας είναι προς το συμφέρον του τόπου και του λαού. Θεωρώ ότι και ο Πάνος Καμμένος μπορεί να πεισθεί, όπως είναι προφανές ότι υπάρχει πλειοψηφία σε αυτή τη Βουλή για να κυρωθεί η συμφωνία».

Keywords
Τυχαία Θέματα