Η εισπρακτική «Σιούφας» ζητά ακύρωση του προστίμου για τις κάμερες

Η δικηγορική-εισπρακτική εταιρεία «Σιούφας και Συνεργάτες» έκανε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας και μέσα από αυτή ζητά να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με την οποία της επιβλήθηκε πρόστιμο 50.000 ευρώ λόγω της λειτουργίας συστήματος βιντεοεπιτήρησης (κάμερες) εντός και εκτός των εγκαταστάσεων της.

Υπενθυμίζεται ότι η Αρχή με την υπ΄ αριθμ. 41/2018 απόφασή της επέβαλε στην επίμαχη εταιρεία,

λόγω παραβίασης του νόμου περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων (Ν. 2472/1997), το πρόστιμο των 50.000 ευρώ το οποίο είναι το μεγαλύτερο πρόστιμο που έχει επιβάλλει η Αρχή σε ιδιωτικής φύσεως πρόσωπο για παράνομη χρήση καμερών.

Ειδικότερα, η Αρχή μετά από έλεγχο που έκανε στις εγκαταστάσεις της εταιρείας των αδελφών Σιούφα, διαπίστωσε ότι:

1) Το σύστημα βιντεοεπιτήρησης δεν περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου ή στο ταμείο, αλλά καλύπτει επιπλέον χώρους εργασίας όπου κινούνται σχεδόν αποκλειστικά εργαζόμενοι. Οι συγκεκριμένοι χώροι εργασίας περιλαμβάνουν θέσεις εργασίας, τόσο τύπου εργαζόμενου σε τηλεφωνικό κέντρο, όσο και εργαζόμενων σε τυπικό χώρο γραφείου ενιαίου χώρου,

2) Το σύστημα βιντεοεπιτήρησης λαμβάνει εικόνα από τη δημόσια οδό, τα πεζοδρόμια, από απέναντι κτίρια και από την απέναντι κάθετη οδό και από εξωτερικά της κεντρικής εισόδου των εγκαταστάσεων της εταιρείας, χωρίς η λήψη να περιορίζεται σε χώρο κοντά στην είσοδο,

3) Η εταιρεία των αδελφών Σιούφα, έχει αναρτήσει μεν ενημερωτικές πινακίδες για την ύπαρξη των καμερών, αλλά μόνο στο εσωτερικό του χώρου και

4) Η εταιρεία καθυστέρησε να γνωστοποιήσει τη λειτουργία του συστήματος βιντεοεπιτήρησης στην Αρχή.

Η εταιρεία στην προσφυγή που κατέθεσε στο ΣτΕ, επαναλαμβάνει αυτά που υποστήριξε ενώπιον της Αρχής, αντικρούοντας τα όσα η τελευταία της καταλογίζει.

Ειδικότερα, ως προς την ύπαρξη καμερών στου χώρους εργασίας, η εταιρεία των αδελφών Σιούφα, μεταξύ των άλλων, αναφέρει ότι υπάρχει η έγγραφη συγκατάθεση των εργαζομένων για τη βιντεοεπιτήρηση, αλλά πλέον αυτού, και εάν υποτεθεί ότι δεν υπήρχε η συγκατάθεση, αυτή συνάγεται κατά τρόπο αναμφίλεκτο σιωπηρώς, κάτι που αίρει κατά νόμο κάθε παράβαση. Ακόμη, υποστηρίζει ότι οι κάμερες, οι οποίες δεν είναι στραμμένες στα πρόσωπα των εργαζομένων, τοποθετήθηκαν για την ασφάλεια και την σωματική ακεραιότητα των ίδιων των εργαζομένων, αλλά και για την προστασία των υψηλής αξίας επαγγελματικής χρήσης περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.

Επίσης, αναφέρει ότι η απόφαση της Αρχής δεν αναφέρει ποια είναι η συγκεκριμένη προσβολή των εργαζομένων που επέρχεται από τη βιντεοεπιτήρηση.

Σε άλλο σημείο υποστηρίζει ότι η απόφαση της Αρχής προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και παράλληλα παραβίαση τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, καθώς το πρόστιμο που επιβλήθηκε είναι δυσανάλογα μεγάλο με τις παραβάσεις που τις αποδίδονται.

Τέλος, αναφέρει η εταιρεία ότι η «προέκταση» της βιντεοσκοπήσεως κρίνεται μέτρο πρόσφορο, συναφές και αναγκαίο για την ανίχνευση, διερεύνηση και πρόσληψη ποινικών αδικημάτων.

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Keywords
Τυχαία Θέματα