Νέες αποκαλύψεις: Μαύρη τρύπα 3,1 δις «βούλιαξε» την Thomas Cook

«Ζαλίζουν» τα ποσά που καταξοδευτηκαν από τα ανώτερα στελέχη του τουριστικού κολοσσού Thomas Cook, τα οποία και οδήγησαν μία εταιρεία με ιστορία ενός αιώνα στην κατάρρευση.

Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Πίτερ Φανκχάουσερμ , σε κατάθεσή του ως μάρτυρας στο ανώτατο δικαστήριο την Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου, αποκάλυψε πως τουριστικός όμιλος είχε μία μαύρη τρύπα στον οικονομικό του ισολογισμό, ύψους

πάνω από 3,1 δισεκατομμύρια λίρες, πριν ανακοινώσει την κατάρρευσή του τη Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν στον Τύπο, οι τρεις τελευταίοι CEO της εταιρείας λάμβαναν μπόνους πληρωμών που ανέρχονταν στο ποσό των 35 εκατομμυρίων λιρών, σε διάστημα περίπου μίας δεκαετίας.

Οι κινήσεις μετά την ανακοίνωση ήταν άμεσες. Η Thomas Cook τέθηκε σε καθεστώς υποχρεωτικής ρευστοποίησης με αίτημα που κατέθεσε η εταιρεία στο ανώτατο δικαστήριο και η κυβέρνηση δρομολόγησε με επείγουσες διαδικασίες προς την υπηρεσία Πτωχεύσεων του υπουργείου Επιχειρήσεων, την έρευνα για τα αίτια που την οδήγησαν στην πτώχευση. Σύμφωνα με στοιχεία που διέρρευσαν την ημέρα της ανακοίνωσης της πτώχευσης, η εταιρεία φαινόταν να έχει οφειλές ύψους 1,6 δισεκατομμυρίων λιρών.

Ωστόσο, η εφημερίδα Guardian δημοσιεύει σήμερα ότι o CEO της Thomas Cook αποκάλυψε στο δικαστήριο ότι εκτός από την «μαύρη τρύπα» στον ισολογισμό, η εταιρεία είχε λάβει εφτά μη δεσμευτικές προσφορές για κάποια κομμάτια του συνολικού της έργου, τα οποία απορρίφθηκαν από το συμβούλιο και τους πιστωτές της Thomas Cook, επειδή δεν κρίθηκαν εμπορικά δικαιολογημένες.

Στην επισφαλή οικονομική κατάσταση της εταιρείας προστίθενται και έξοδα που αποκαλύφθηκαν, όπως πάνω από 380 εκατομμύρια προς συνεργαζόμενα ξενοδοχεία και πάνω από 270 εκατομμύρια σε άλλους εξωτερικούς προμηθευτές. Και καθώς επιδεινωνόταν η κατάσταση της εταιρείας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών άρχισαν να λαμβάνουν μέτρα, όπως ακυρώσεις πληρωμών, προκειμένου να προστατευτούν από απώλειες, επηρεάζοντας περαιτέρω τη ρευστότητα και την οικονομική κατάσταση του τουριστικού ομίλου.

Πριν και μετά την ανακοίνωση της κατάρρευσης της εταιρείας, η βρετανική κυβέρνηση υπερασπίστηκε τη στάση της να μην βοηθήσει στην οικονομική διάσωση της εταιρείας, τονίζοντας ότι θα ήταν χαμένα χρήματα σε βάρος των φορολογουμένων, και αμφισβητώντας κατά πόσο μία κάλυψη ύψους 200 εκατομμυρίων λιρών θα επαρκούσε για να καλύψει τις ζημιές της.

Οι ρυθμιστικές αρχές και βουλευτές εξετάζουν τώρα το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν επίσης έρευνες στους ελεγκτές και τους διευθυντές του τουριστικού ομίλου. O ανεξάρτητος φορέας για τη διαφάνεια οικονομικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων, FRC, που επιβλέπει τους οικονομικούς ελεγκτές, ανακοίνωσε ότι θεωρεί επείγουσα υπόθεση την διερεύνηση της πτώχευσης της Thomas Cook, και εξέφρασε ανησυχίες για κάποιου είδους «εξαιρέσεις» που φαίνεται να υπάρχουν στους ισολογισμούς της εταιρείας, αλλά και για μπόνους που λάμβαναν οι διευθυντές της.

Επιπλέον, η κοινοβουλευτική επιτροπή για τις επιχειρήσεις ανακοίνωσε επίσης ότι «υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν» για το πως διοικούταν  η εταιρεία, για τις λογιστικές της πρακτικές, τις αποζημιώσεις και τη διαχείριση, και ότι δεν αποκλείεται οι διευθύνοντες σύμβουλοι της εταιρείας και οι ελεγκτές της να κληθούν να απολογηθούν στο κοινοβούλιο.

Οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της εταιρείας συνεχίζονται με χιλιάδες εργαζόμενους και προμηθευτές να βρίσκονται σε αβεβαιότητα, και πάνω από 130.000 βρετανούς τουρίστες να περιμένουν να επαναπατριστούν στο πλαίσιο της μεγάλης επιχείρησης επιστροφής που έχει δρομολογήσει η βρετανική κυβέρνηση με την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας.

(Με πληροφορίες από ΑΠΕ/ΜΠΕ)

Keywords
Τυχαία Θέματα