Σε ιστορικά υψηλό επίπεδο ανήλθε το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας το 2016

Το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας ανήλθε σε ιστορικά υψηλό επίπεδο το 2016, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα, μερικές ημέρες αφού ο επικεφαλής σύμβουλος του αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, για θέματα εμπορίου κατηγόρησε το Βερολίνο ότι εκμεταλλεύεται ένα «ευρέως υποτιμημένο» ευρώ προς όφελός του.

Το πλεόνασμα είναι πιθανόν να επιδεινώσει την ένταση μεταξύ της Ουάσινγκτον του Βερολίνου, το οποίο προσπαθεί να προστατεύσει το παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο φέτος κατά τη διάρκεια της προεδρίας του στην Ομάδα των Είκοσι (G20) πιο ανεπτυγμένων

και αναπτυσσόμενων οικονομιών του πλανήτη.

Το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας ανήλθε το 2016 στα 252,9 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας το προηγούμενο υψηλό επίπεδο των 244,3 δισ. ευρώ το 2015, όπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία της χώρας.

«Το πλεόνασμα-ρεκόρ θα συνεχίσει να τροφοδοτεί τη σύγκρουση με τις ΗΠΑ και εντός της ΕΕ», δήλωσε ο Μαρτσέλ Φράτσερ, επικεφαλής του οικονομικού ινστιτούτου DIW, που τάσσεται υπέρ ισχυρότερων επενδύσεων στη Γερμανία.

«Οι Ευρωπαίοι γείτονες θα επωφεληθούν από τις ισχυρότερες επενδύσεις στη Γερμανία», δήλωσε.

«Η Γερμανία, ωστόσο, θα επωφεληθεί πρώτη και καλύτερη, καθώς το επενδυτικό έλλειμμα και τα επακόλουθα υπερβολικά εμπορικά πλεονάσματα είναι επιζήμια για την εγχώρια οικονομία».

Η Κομισιόν και οι ΗΠΑ έχουν καλέσει τη Γερμανία να αυξήσει την εγχώρια ζήτηση και τις εισαγωγές προκειμένου να βοηθήσει να μειωθούν οι παγκόσμιες οικονομικές ανισορροπίες και να τροφοδοτηθεί η παγκόσμια ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης και της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.

Η Γερμανία απορρίπτει αυτή την κριτική, λέγοντας ότι έχει ήδη αυξήσει την εγχώρια ζήτηση εισάγοντας ένα εθνικό κατώτατο μισθό το 2015 και συμφωνώντας σε σημαντική επέκταση του δικαιώματος συνταξιοδότησης το 2016.

Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει αυξήσει τις κρατικές δαπάνες για το οδικό δίκτυο, τις ψηφιακές υποδομές και τους αιτούντες άσυλο, ενώ εμμένει στο στόχο για τη διατήρηση ισοσκελισμένου προϋπολογισμού.

Η Μπούντεσμπανκ επιταχύνει τον επαναπατρισμό των αποθεμάτων χρυσού

Η γερμανική κεντρική τράπεζα (Μπούντεσμπανκ) επιταχύνει τον επαναπατρισμό των αποθεμάτων της χρυσού από τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, σύμφωνα με ανακοίνωσή της.

Τα αποθέματα 3.378 τόνων χρυσού και αξίας 120 δισ. ευρώ είχαν σταλεί για φύλαξη σε ασφαλή καταφύγια στο αποκορύφωμα του ψυχρού πολέμου, μακριά από το βεληνεκές της Μόσχας, αποτελώντας το σύμβολο της γερμανικής οικονομικής ανόδου και τον φύλακα της σταθερότητάς της.

Με την Ευρώπη, όμως, να σκοντάφτει από κρίση σε κρίση, το γερμανικό κοινό ανησυχούσε για τη διατήρηση του χρυσού στο εξωτερικό.

Ορισμένοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού στον κόσμο μπορεί να χρειασθούν για να στηρίξουν ένα νέο γερμανικό μάρκο, εάν διαλυθεί η Ευρωζώνη.

Έχοντας μεταφέρει ήδη 583 τόνους χρυσού από τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, η Μπούντεσμπανκ σχεδιάζει να φέρει στη Φρανκφούρτη τα μισά αποθέματά της έως το τέλος του 2017, πολύ πριν από το 2020, όπως προβλεπόταν, με τα υπόλοιπα να παραμένουν στην Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ και την Τράπεζα της Αγγλίας.

«Έχουμε πολλές συζητήσεις για τον (αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ) Τραμπ, όσον αφορά τις συνέπειες στη νομισματική πολιτική, τα μακροοικονομικά, κλπ, αλλά εμπιστευόμαστε την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ», δήλωσε το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Μπούντεσμπανκ, Καρλ – Λούντβιχ Τίλε, σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε, προσθέτοντας: «Ο Τραμπ δεν προκάλεσε συζήτηση για τον χώρο αποθήκευσης στις ΗΠΑ».

Ο Τίλε σημείωσε ότι η γερμανική κεντρική τράπεζα δεν σχεδιάζει να επαναπατρίσει περισσότερα από τα μισά αποθέματα χρυσού, ενώ πρόσθεσε ότι η απόφαση της Βρετανίας να φύγει από την ΕΕ δεν επηρέασε τα σχέδιά της, καθώς το Λονδίνο παραμένει μία βασική αγορά διαπραγμάτευσης του χρυσού και ασφαλές μέρος για αποθήκευση.

Ο επαναπατρισμός έχει κοστίσει έως τώρα 6,9 εκ. ευρώ, πρόσθεσε.

Ελπίζοντας να κατευνάσει το κοινό και να μειώσει τη φημολογία ότι κάποια από τα αποθέματα χρυσού μπορεί να μην είχαν επιστρέψει στη Γερμανία, η Μπούντεσμπανκ ανακοίνωσε το 2015 μία λίστα 2.300 σελίδων με ράβδους χρυσού, υποσχόμενη αυξημένη διαφάνεια για να καθησυχάσει τους Γερμανούς.

Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, το 98% του γερμανικού χρυσού φυλάχθηκε στο εξωτερικό.

Με την ολοκλήρωση της μεταφοράς του, η Μπούντεσμπανκ θα διατηρεί 1.236 τόνους στη Νέα Υόρκη, 432 τόνους στο Λονδίνο και τους υπόλοιπους στη Φρανκφούρτη.

Η τρέχουσα μεταφορά αφορά 300 τόνους από τη Νέα Υόρκη και 374 τόνους από το Παρίσι.

Keywords
Τυχαία Θέματα