«Σημασία έχει να έχουμε μια καλή συμφωνία», τόνισε για το ονοματολογικό ο Τζανακόπουλος (video)

Ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην τηλεόραση της ΕΡΤ μίλησε για τη διαπραγμάτευση σχετικά με το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ, τονίζοντας ότι «οι υπουργοί Εξωτερικών έχουν κάνει εξαιρετικά μεγάλη πρόοδο, βρισκόμαστε, θα μπορούσε να πει κανείς, σε μια τελική ευθεία, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να προεξοφλεί το αποτέλεσμα

σε μια τόσο πολύπλοκη διαπραγμάτευση. Παρόλα αυτά εξακολουθώ να είμαι πολύ αισιόδοξος και αναμένουμε τις επόμενες κινήσεις και το επόμενο στάδιο διαπραγμάτευσης, με δεδομένο ότι θα είναι πιθανότητα και το τελικό».

«Η διαπραγμάτευση είναι εν εξελίξει. Ευελπιστούμε και αισιοδοξούμε ότι θα καταφέρουμε να πετύχουμε τη συμφωνία για την οποία δουλεύουμε εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ωστόσο θέλουμε να είμαστε υπομονετικοί, πρέπει να είμαστε υπομονετικοί και αυτό ακριβώς κάνουμε. Σημασία δεν έχει απλώς η συμφωνία. Σημασία έχει να έχουμε μια καλή συμφωνία και για αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει να κρατάμε χαμηλούς τόνους», είπε και πρόσθεσε: «Έχει γίνει πάρα πολύ μεγάλη πρόοδος κατά τη διάρκεια των συζητήσεων μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών, ωστόσο αν δεν συμφωνηθούν όλα, δεν έχει συμφωνηθεί τίποτε σε μια διαπραγμάτευση τόσο πολύπλοκη, όπως η διαπραγμάτευση για το όνομα της ΠΓΔΜ».

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κάλεσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία να τοποθετηθούν και να πουν τη δική τους θέση, σημειώνοντας ότι η θέση της κυβέρνησης είναι πεντακάθαρη. «Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα έπρεπε αντί να σχολιάζει τις πολιτικές εξελίξεις να μας πει, πρώτα και κύρια, ποια είναι η δική του θέση σε ό,τι αφορά στην επίλυση του ζητήματος. Διότι βδομάδα τη βδομάδα ακούμε και μια διαφορετική τοποθέτηση. Σήμερα ο κ. Κουμουτσάκος μας είπε ότι η Ν.Δ. δουλεύει για μια “καλή λύση”. Δεν προσδιόρισε τι σημαίνει “καλή λύση”. Είναι με τη σύνθετη ονομασία η οποία θα ισχύει έναντι όλων, η οποία θα είναι erga omnes και με συνταγματική αναθεώρηση; Επομένως, καλό είναι η Ν.Δ να πει τη δική της πολιτική θέση. Η κυβέρνηση έχει θέση. Με αυτή τη θέση διαπραγματεύεται και σε αυτή την κατεύθυνση δουλεύει. Δηλαδή, στην επίλυση του ζητήματος με σύνθετη ονομασία η οποία θα ισχύει έναντι όλων, πράγμα το οποίο σημαίνει συνταγματική αναθεώρηση. Μία πεντακάθαρη θέση για την οποία και η Ν.Δ οφείλει τελικά να τοποθετηθεί».

Για τον κ. Μητσοτάκη είπε ότι αποφεύγει επισταμένως να πάρει καθαρή θέση γιατί «στην πραγματικότητα ο κ. Μητσοτάκης είναι όμηρος ακροδεξιών πολιτικών οι οποίοι αυτή τη στιγμή ελέγχουν ένα πολύ μεγάλο μέρος της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας» και παρατήρησε πως αυτός είναι και ο λόγος που ο πρόεδρος της ΝΔ δεν τολμάει να πει στο εσωτερικό της χώρας αυτά που είπε στη Σόφια για το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ.

Τόνισε πως οι διαπραγματεύσεις ως προς το όνομα γίνονται στη βάση των προτάσεων του ειδικού απεσταλμένου του ΓΓ του ΟΗΕ, Μάθιου Νίμιτς και εξέφρασε την εκτίμηση ότι εφόσον έρθει η συμφωνία στη Βουλή η ΝΔ και το Κίνημα Αλλαγής θα έχουν τεράστια δυσκολία να μην την υποστηρίξουν, διότι θα είναι ανακόλουθα και τα δύο κόμματα με τις θέσεις που έχουν εκφράσει κατά καιρούς. Και επισήμανε ότι εφόσον πάει η συμφωνία στη Βουλή θα έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ευρύτατες συγκλίσεις και συναινέσεις.

Σε ερώτηση για τη στάση του Πάνου Καμμένου και των Ανεξάρτητων Ελλήνων, απάντησε «να μην προτρέχουμε» και δήλωσε κατηγορηματικά: «Δεν τίθεται θέμα κυβερνητικής συνοχής. Τελεία και παύλα».

Σε ερώτηση αν θα γίνει συνάντηση των πρωθυπουργών της Ελλάδας, Αλέξη Τσίπρα, και της ΠΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, στις Πρέσπες, επανέλαβε: «Να μην προτρέχουμε».

Δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος για μέτρα στήριξης της κοινωνίας

Σχετικά με τη ΝΔ που υποστηρίζει ότι έρχεται «νέο μνημόνιο», σχολίασε: «Με βάση τις αναλύσεις της ΝΔ θα έπρεπε να έχουμε φτάσει στο 12ο μνημόνιο». Σημείωσε: «Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε συζητήσεις με τους Θεσμούς και τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, οι οποίες έχουν το εξής περιεχόμενο: Πρώτον, να ολοκληρώσουμε την τέταρτη αξιολόγηση και αυτό να γίνει δεκτό από το Eurogroup της 21ης Ιουνίου, έτσι ώστε να μπει και η τυπική σφραγίδα της ολοκλήρωσης του Προγράμματος και της Συμφωνίας που έγινε το 2015. Το δεύτερο ζήτημα αφορά τη μεταπρογραμματική εποπτεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία πολλές φορές έχουμε πει ότι θα προσομοιάζει με την εποπτεία που έχουν άλλες χώρες οι οποίες εξήλθαν από Προγράμματα, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Κύπρος. Το τρίτο αφορά τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, που είναι και το κεφαλαιώδες ζήτημα αυτή τη στιγμή, καθώς μια αλλαγή του προφίλ του ελληνικού χρέους θα παραπέμπει σε μια αυτοδύναμη ανάκτηση της πρόσβασης της χώρας στις αγορές χρήματος, στη δυνατότητά της να αναχρηματοδοτεί το χρέος της χωρίς τη στήριξη του επίσημου τομέα».

Σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές αντιδράσεις, τόνισε: «Είναι προφανές ότι και τις παρακολουθούμε και τις σεβόμαστε και ακούμε τα αιτήματα όλων και αυτό που μπορούμε να πούμε στην ελληνική κοινωνία, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, είναι ότι βεβαίως υπάρχουν οι δεσμεύσεις από το Πρόγραμμα οι οποίες αφορούν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα-κανείς δεν το αρνείται αυτό-ωστόσο πολύ χαμηλότερα από αυτά τα οποία προβλέπονταν από το δεύτερο Μνημόνιο των κκ Σαμαρά και Βενιζέλου. Βεβαίως, σεβόμαστε αυτούς τους στόχους, ωστόσο στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι και για το 2018 και για το 2019 και για το 2020, με βάση τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις που έχουμε κάνει για την ελληνική οικονομία, δημιουργείται αρκετός δημοσιονομικός χώρος για να ληφθούν μέτρα στήριξης της κοινωνίας. Αυτή τη στιγμή, όμως, αυτό που προέχει είναι η έξοδος από το πρόγραμμα και η ρύθμιση του ελληνικού χρέους, σε μια περίοδο που είναι τεταμένη λόγω και των εξελίξεων στην Ιταλία».

Αναφερόμενος στις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, εξέφρασε τη σιγουριά ότι η Ευρωζώνη, η ΕΚΤ και οι Θεσμοί έχουν τα μέσα να αντιμετωπίσουν τις αναταράξεις στις αγορές και επισήμανε πως είναι ένας λόγος για να ληφθούν πιο τολμηρές αποφάσεις για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους και την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα.

Σε ερώτηση αν η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να προχωρήσει στη χορήγηση 13ης σύνταξης στο τέλος του χρόνου, απάντησε ότι δεν έχει αποφασιστεί κάτι τέτοιο και δήλωσε πως «εφόσον υπάρξει δημοσιονομικός χώρος από την υπεραπόδοση των στόχων, θα διερευνήσουμε όλες τις δυνατότητες για να αποδοθεί το υπερπλεόνασμα στην ελληνική κοινωνία, όπως κάναμε το 2016 και το 2017».

«Ανατριχιαστική» η αποστροφή του κ. Μητσοτάκη για τη δολοφονία του Λαμπράκη

Χαρακτήρισε «ανατριχιαστική» την αποστροφή του προέδρου της ΝΔ, Κυριάκου Μητσοτάκη, για τη δολοφονία Λαμπράκη και σημείωσε πως την έκανε για να ξεφύγει από την πραγματική πολιτική συζήτηση, που έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν τολμά να καταδικάσει τη φασιστική και ακροδεξιά βία, επειδή στηρίζει την εσωκομματική του εξουσία σε ακροδεξιά τμήματα της Νέας Δημοκρατίας.

«Αυτή την ανατριχιαστική αποστροφή του κ. Μητσοτάκη σύμφωνα με την οποία κανένα 17χρονο δεν έχει λόγο να ασχολείται με τη δολοφονία Λαμπράκη το 1963. Δεν έχει λόγο να ασχολείται με τα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα, είτε από το 1940 και μετά, είτε και πριν» είπε και συνέχισε: «Δηλαδή, με αυτή την έννοια, κανείς δεν πρέπει να ασχολείται με την ελληνική Επανάσταση του 1821, με τους Βαλκανικούς Πολέμους, με την ιστορική διχοτόμηση μεταξύ βασιλικών και βενιζελικών στην Ελλάδα, με την Εθνική Αντίσταση, με την περίοδο της Κατοχής. Πρόκειται για μια, το λιγότερο, ανόητη δήλωση. Αν κανείς θα ήθελε να είναι πιο επικριτικός θα έλεγε ότι πρόκειται για μια δήλωση ανατριχιαστική, η οποία στην πραγματικότητα είχε στόχο να ξεφύγει από την πραγματική πολιτική συζήτηση, που έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης, όλο το τελευταίο διάστημα, εξαιτίας του γεγονότος ότι στηρίζει την εσωκομματική του εξουσία σε ακροδεξιά τμήματα της ΝΔ δεν τολμά να καταδικάσει τη φασιστική και ακροδεξιά βία».

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Keywords
Τυχαία Θέματα