Τα ρεβύθια του διχασμού – Ισραήλ, Παλαιστίνη και ο «Πόλεμος του Χούμους» (εικόνες – video)

επιμέλεια: Αντώνης Ρηγόπουλος

Η παράνομη κατοχή της παλαιστινιακής γης πέρα από τα σύνορα του 1967 δεν είναι το μοναδικό φαινόμενο κραυγαλέας κλοπής από μεριάς των Ισραηλινών.

Η προσπάθεια του Ισραήλ να κυριαρχήσει στην περιοχή, αλλά και να ανατρέψει παλαιστινιακή δημοφιλία στον υπόλοιπο κόσμο, περνάει… από το στομάχι. Η «πολιτισμική κατοχή» που επιχειρείται εδώ και δεκαετίες από την ισραηλινή πλευρά βρίσκει την πιο ισχυρή της έκφανση στην προσπάθεια οικειοποίησης των παραδοσιακών παλαιστινιακών και λιβανέζικων συνταγών, προκαλώντας κύματα αντιδράσεων.

Ήδη από τη Νάκμπα (καταστροφή)

του 1948, που ήταν η αρχική κατακτητική κίνηση των ισραηλινών εποίκων και του μαζικού εκτοπισμού του παλαιστινιακού λαού, εφαρμόστηκε η διπλή προσπάθεια της διαγραφής και της οικειοποίησης. Το 1951 η λεγόμενη «επιτροπή ονομασιών» είχε μετονομάσει 200 πόλεις και περιοχές, αλλάζοντας τα αραβικά τους ονόματα και θέτοντας ισραηλινά.



Όμως η οικειοποίηση δεν περιορίστηκε στο ονοματολογικό. Η αποικιοποίηση της Παλαιστίνης «έπρεπε» να γίνει σε όλα τα επίπεδα και αυτό δεν θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει τον πολιτισμό και ιδιαίτερα την «κουζίνα». Σε αυτό το πλαίσιο, ξεκίνησε και ο «πόλεμος του χούμους», που δεν συνίσταται σε έναν απλό ανταγωνισμό για τη «μητρότητα» των συνταγών, αλλά αφορά την επιχείρηση μιας αποικιοκρατικής, πολιτισμικής οικειοποίησης, αλλά και την αντίσταση απέναντι σε αυτό.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν πολλές παραδοσιακές αραβικές συνταγές έχουν βρεθεί στο «στόχαστρο» των Ισραηλινών όπως τα φαλάφελ (ρεβυθοκεφτέδες με μυρωδικά), το χούμους (αλοιφή από ρεβύθια και ταχίνι), το σαλέπι που καταναλώνεται όπως και στην Ελλάδα, και η κουνάφα (γλυκό με φύλλο κανταϊφιού και γέμιση τυριού).

Παρά το γεγονός ότι αυτά τα πιάτα είναι συνηθισμένα σε πολλές κοινότητες σε όλη τη Μεσόγειο, το Ισραήλ βρίσκεται σε μια συνεχή προσπάθεια οικειοποίησής τους, δίνοντας μάλιστα στο φαλάφελ τον «τίτλο» του «εθνικού ισραηλινού σνακ» και στο χούμους τον χαρακτηρισμό της «θρησκείας».

Το 2011, ένας σεφ με βάση την Ιερουσαλήμ, ο Μάικλ Κατζ επισκεπτόμενος την Αυστραλία, δήλωσε σε τοπική εφημερίδα ότι η ισραηλινή κυβέρνηση «έχει αποφασίσει, μέσα από τον πολιτισμό να αρχίσει να βελτιώνει την εικόνα του Ισραήλ» στο εξωτερικό.

Άλλωστε, ήδη το 2010, η ισραηλινή κυβέρνηση είχε διανείμει φυλλάδια στο αεροδρόμιο του Τελ-Αβίβ, σε Ισραηλινούς που ταξίδευαν στο εξωτερικό που περιείχε «εργαλεία και συμβουλές για να αντιμετωπίσουν επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ σε συζητήσεις με κόσμο». Στις «συμβουλές» περιλαμβάνονταν και ιδέες για την προώθηση της «ισραηλινής» γαστρονομίας.

«Εφόσον το κράτος είναι μόλις 68 ετών», έγραφε πριν δύο χρόνια ο Ρονίτ Βερέτ, ένας δημοσιογράφος σε γαστρονομικό περιοδικό του Τελ Αβίβ, «και οι πολίτες του ήρθαν από όλα τα μέρη του κόσμου, στερούνταν ενός μιας ενιαίας γαστρονομικής παράδοσης. Έτσι το χούμους έγινε κοινός τόπος για τους Ισραηλινούς».

«Τις πρώτες δύο δεκαετίες του κράτους, οι Ισραηλινοί δεν έτρωγαν τοπικά φαγητά. Ήταν “κολλημένοι” στις παλιές τους συνήθειες», τονίζει ο Βερέτ, εξηγώντας ότι κάθε οικογένεια συνήθιζε να τρώει τα φαγητά της πατρίδας από την οποία προήλθε. «Είναι και πολιτικό θέμα. Αν τρώω παλαιστινιακό φαγητό, με έναν τρόπο είναι σαν να αναγνωρίζω ότι υπάρχουν. Ότι είναι ένας άλλος λαός με δική του παράδοση στο φαγητό», συμπληρώνει ο ίδιος.

Τη δεκαετία του 1950, ο ισραηλινός στρατός άρχισε να εισάγει το χούμους στη δίαιτα των στρατιωτών, προωθώντας το έτσι στην ισραηλινή ενιαία κουλτούρα που το νεοσύστατο -τότε- κράτος πάσχιζε να δημιουργήσει.

Πλέον, το Ισραήλ, μέσα από έναν κορυφαίο διαφημιστή, τον Μπεν Λανγκ έχει θεσπίσει ανεπίσημα την «παγκόσμια ημέρα χούμους», με τον ίδιο να δίνει με σαφή τρόπο το στίγμα του σχεδίου του: «Η ιδέα είναι να συνδέσουμε τον κόσμο γύρω από το χούμους, τον κάνουμε να συζητάει για αυτό ώστε να δουν όλοι ότι γίνονται καλά πράγματα στο Ισραήλ». «Θα ήθελα όμως ο κόσμος να ξέρει ότι αυτή η πρωτοβουλία ξεκίνησε στο Ισραήλ» συμπληρώνει ο ίδιος. Η παγκόσμια ημέρα χούμους έχει οριστεί από τον Λανγκ στις 13 Μαΐου κάθε έτους, δηλαδή μόλις δύο ημέρες πριν την επέτειο μνήμης των Παλαιστινίων για τη Νάκμπα (καταστροφή) του 1948.

Από την πλευρά του, ο ισραηλινός δημοσιογράφος Gil Hovav θέτει το ζήτημα στην πραγματική του κοινωνιολογική βάση. «Το φαγητό αφορά τη μνήμη και την ταυτότητα. Η διεκδίκηση της ιδιοκτησίας ενός φαγητού είναι ένας τρόπος ενσωμάτωσης του αφηγήματος ενός ολόκληρου έθνους. Οι Ισραηλινοί Εβραίοι έχουν κάνει το χούμους δικό τους» τονίζει.

H προσπάθεια του Ισραήλ να οικειοποιηθεί την αραβική – και ιδιαίτερα την παλαιστινιακή – παράδοση, δεν περιορίζεται στο φαγητό. Στις ΗΠΑ, ισραηλινές φοιτητικές νεολαίες διοργανώνουν «ισραηλινές βραδιές» με αραβικά φαγητά, κάπνισμα ναργιλέ και ψυχαγωγία με χορό της κοιλιάς. Η φοιτητική οργάνωση Σιωνιστική Συμμαχία Μπραντέις (Brandeis Zionist Alliance), αναφέρει ότι «οι φοιτητές είναι πιο δεκτικοί στη σχετική με το Ισραήλ εκπαίδευση, υπό το πολιτισμικό πρίσμα».

Ακόμα και παγκοσμίως αναγνωρίσιμη παλαιστινιακή μαντίλα «κεφίγιε» επιχειρείται να «αναπροσαρμοστεί» προς το «ισραηλινότερο» αποκτώντας γαλάζιο χρώμα, και αστέρια του Δαυίδ.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, η κριτική σε σχέση με την πολιτισμική οικειοποίηση, και ειδικά της γαστρονομίας, θα πρέπει να μην ξεπερνάει ορισμένα λογικά όρια, καθώς αυτή δεν μπορεί να αφορά το ποιος «επιτρέπεται» να καταναλώνει ορισμένα φαγητά, ούτε να αμφισβητεί την απολύτως λογική εξάπλωσή της σε γειτονικές κοινότητες ακόμη και αν έχουν βαθύτατες διαφορές.

Αντιθέτως, το πρόβλημα ανακύπτει όταν επιχειρείται να αμφισβητηθεί η «πατρότητα» ή η «μητρότητα» αυτών, ενταγμένη σε ένα ευρύτερο πλαίσιο βίαιης διαγραφής της ιστορικής μνήμης, και μαζικών εκτοπισμών και της δικαιολόγησης του παράνομου εποικισμού.

Πηγές: thenational.ae, Al Jazeera, saveur.com, tremr.com
Πηγή κεντρικής εικόνας: Pep Montserrat/The National/2015

Keywords
Τυχαία Θέματα