2025, «επιστροφή» στην υποπολιτική

Τι δείχνουν οι μετακινήσεις των βουλευτών...

Κλείνει και το 2024 χωρίς να σκορπίζει ενθουσιασμό σε σχέση με το μέλλον του κομματικού μας συστήματος. Οι τρεις κασιδιαρίστας που ψήφισαν τον κυβερνητικό προϋπολογισμό και τόσο πολύ «ενθουσίασαν» τους ακροκεντρώους οπαδούς του πρωθυπουργού, οι φανατικοί κασσελίστας, όπως ο Πέτρος Παππάς που, απ’ όσα κυκλοφορούν στους «καθ’ ημάς καφενέδες» του διαδικτύου, συνομιλεί με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ., αλλά και ο πρώην ανελλίστας (δηλαδή Ακροδεξιά και μάλιστα ψεκασμένη) Βασίλης Κόκκαλης, που κινείται ανάμεσα στο να είναι εξαπτέρυγο του Κασσελάκη και στο να

περιμένει να δει πού θα κάτσουν τα πράγματα στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., μαρτυρούν πολλά για τις μεταλλάξεις του κομματικού μας συστήματος.

Οι όποιες μετακινήσεις βουλευτών από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στο Κίνημα Δημοκρατίας ή οι όποιες παραμονές σ’ αυτόν, οι παλιότερες μετακινήσεις «κεντροαριστερών» στη Ν.Δ. και πασόκων στον ανερχόμενο ΣΥΡΙΖΑ και σήμερα συριζαίων στο ανερχόμενο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. φαίνεται να υποτάσσονται σε λογικές που προτάσσουν την επιλογή κόμματος στη βάση τού ποιο κόμμα στην περιφέρεια εκλογής τους έχει τις περισσότερες πιθανότητες να βγάλει έδρα. Η παραμονή ή η επιστροφή στην εξουσία πάνω απ’ όλα. Η υποπολιτική ξανά στο προσκήνιο.

«Ολα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν» ή και τ’ ανάποδο, όπως έγραφε ο Λαμπεντούζα στον αριστουργηματικό «Γατόπαρδο», «αν θέλουμε να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει όλα να αλλάξουν». Εναν αιώνα πριν οι παρατηρήσεις του Μαξ Βέμπερ (1919) στη διάλεξή του με τίτλο «Η πολιτική ως επάγγελμα» (στα ελληνικά «Η πολιτική ως κάλεσμα και επάγγελμα», εκδόσεις Δώμα, 2019, μτφρ.: Κώστας Κουτσουρέλης) αφορούσαν τις μεθόδους και τους τρόπους που χρησιμοποιούν τα κόμματα για να πετύχουν να ανταποκριθούν, ν’ ανέλθουν και να παραμείνουν στην εξουσία. Ο Βέμπερ, αφού αρχικά περιέγραψε τον τρόπο λειτουργίας των παραδοσιακών κομμάτων, επικεντρώθηκε στη συνέχεια στα σύγχρονά του κόμματα (μιλάμε για τις αρχές του 20ού αιώνα) και κυρίως στη σχέση των ηγετών τους με τα στελέχη, τα μέλη και τους ψηφοφόρους-πολίτες.

Οσον αφορά τα στελέχη σημασία έχει αυτά να εργάζονται πιστά και αφοσιωμένα για τον ηγέτη, από τον οποίο εξαρτάται η παραμονή τους στην κατ’ επάγγελμα πολιτική. Το πρόγραμμα ή κάποιο πολιτικό σχέδιο μικρή σημασία έχουν. Με τη σειρά τους, έγραφε, οι λεγόμενοι δημοψηφισματικοί ηγέτες (σήμερα βλέπε αυτό που λέμε ηγέτες εκλεγμένοι από την ανοιχτή βάση) οδηγούν «αδήριτα στον ψυχικό ευνουχισμό των υποστηρικτών τους, στην πνευματική τους προλεταριοποίηση» (σ. 75). Οπως οι μηχανισμοί, έτσι και ο ηγέτης δεν στηρίζεται στην πίστη σε ιδανικά, αλλά στην καλή μοιρασιά εσωκομματικών και κρατικών αξιωμάτων. Αυτά είναι κόμματα θεσιθήρων ή με τη σημερινή τους ονομασία κόμματα-σουπερμάρκετ ή ακόμη παραπέρα μετακόμματα. Οι κομματικοί αγώνες δεν γίνονται για μια υψηλή ιδέα, αλλά για τη μοιρασιά δημόσιων αξιωμάτων, για την «κρατική ταΐστρα», όπως χαρακτηριστικά την ονομάζει.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε είκοσι τρία χρόνια μετά και ο Γιόζεφ Σουμπέτερ. Αυτός συνεχίζοντας τη γραμμή Βέμπερ, η οποία είχε ως αφετηρία της την κριτική του επαγγελματικού χαρακτήρα της πολιτικής και των σύγχρονων κομμάτων, την προεκτείνει ώς το σημείο που να εκλαμβάνει τη δημοκρατία ως μέθοδο επιλογής των πολιτικών ηγετών και τίποτα άλλο. Η δημοκρατία γι’ αυτόν δεν έχει καμία σχέση με τις υποσχέσεις για κοινωνική ισότητα και δικαιοσύνη. Οι σωστές παρατηρήσεις όμως και των δύο για τις δημοκρατίες των ελίτ δεν αναζητούν εναλλακτικές και δεν προτείνουν εξόδους διαφυγής από την κρίση των τότε αλλά και των σημερινών δημοκρατιών. Αυτό είναι και το ζητούμενο τόσο για την υπέρβαση της περιβόητης «συναίνεσης στο Κέντρο» όσο και για την απάντηση στην άνοδο της Ακροδεξιάς.

(Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι Διδάκτορας Κοινωνιολογίας, συγγραφέας-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την "Εφημερίδα των Συντακτών")

#ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ #ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ #ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ
Keywords
Τυχαία Θέματα
2025,